Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Έφερον χαιρετισμούς από το σπίτι, από τον παππού, ως και από αυτές της δυο κόττες, τα μόνα πουλιά του σπιτιού, που μόλα ταύτα ο Ρούντυ ουδέποτε τα συναναστρέφετο. Αν και ήτο πολύ μικρός ο Ρούντυ, είχε ταξιδεύσει και μάλιστα όχι και μικρό ταξίδι διά μικρόν παιδίον.
Η γυναίκα μου είταν ευχαριστημένη, όπως πάντα όταν ταξίδευε στη θάλασσα, χωρίς όμως να δείχνη πως το ταξίδι έδινε κάποια ωρισμένη διεύθυνση στους στοχασμούς της. Όλη η ιστορία είτανε γι' αυτή ένα μακρινό θαλασσινό ταξίδι, τωραιότερο που έκανε, τίποτε όμως περσότερο.
Είναι και για να νοιώσουμε πόσο μακρινό ταξίδι πρέπει να κάμη άνθρωπος κατά τα βάθια της αρχαιότητας, για νανακαλύψη τις πηγές του Ρωμαίικου του Νείλου. Ο καθαυτό ο Σοφιστής είναι η αποθέωση της ψυχικής τυφλοσύνης. Την ξυπνάδα του να τη μεταχεριστή για κοινό καλό δεν το συλλογίζουνταν, αφού αληθινή σοφία δε γύρευε. Μάλιστα τέτοιο πράμα το θάρρειε κι ανοησία.
Ο γιατρός σαν είδε κι' απόειδε, είπε μια ημέρα: — Άλλη σωτηρία δε γίνεται. Να κάνη κανένα ταξίδι. Ναλλάξη το αέρι. Η παπαδιά στραβομούριασε. Δεν της άρεσε πολύ αυτή η ιδέα. «Είδαμε και πάθαμε, είπε μέσα της, να τον βγάλωμε απ' τη θάλασσα. Και πάλι τα ίδια;» Γύρισε και κύτταξε το γιατρό. — Με συμπαθάς, γιατρέ μου. Οι χτικιασμένοι ξέρω που πάνε και ταξιδεύουν.
Πού να πρωτοπάμε τώρα; Στον Πρωθυπουργό; Στη Βουλή; Στις εφημερίδες; Όχι· δεν ήρθαμε να πιάσουμε την αρρώστια του τόπου και να συζητούμε πολιτικά. Ήρθαμε να σεριανίσουμε την Αθήνα στα πεταχτά. Στο μυστικό μας αυτό ταξίδι ίσως ανταμώσουμε και πολιτικούς. Ίσως μας το σερβίρουν και μας το δαιμονισμένο το πιοτό που τόπιε το Έθνος και μέθησε, και τώρα τι λέγει και τι κάμνει δεν ξέρει.
Ποιος ξέρει πού ταξιδεύει; Ταξίδι χωρίς μπούσουλα... — Δεν είπε μαθές τίποτα στο σπίτι του, σαν έφυγε; Δεν το πήρατε χαμπάρι το τι μελετούσε; ρώτησε κάποιος απ' την παρέα. — Τι να πη; αποκρίθηκε βαριεστισμένος ο Μιχαληός. Τρελλός άνθρωπος τι να πη;... Μοναχός μου τον πήγα ψες στο σπίτι, του, που πάλαιβε με τα σκυλιά των καϊκιών. Σαν νύχτωσε, σηκώθηκε στο πόδι.
Ωμιλούσε διά τα ρούχα της, διά τα έπιπλά της, τα οποία είχεν ακουμβημένα προσωρινώς εις ένα σπήτι, και θα πάη να τα πάρη, και πού να τα βάλη, και πού να τα κουβαλά... και θα φύγη αύριον διά ταξίδι... Τα ίδια επεβεβαίωνε και ο «εξάδελφος» της ο Βαγγέλης.
Τηνέ θέλω την «Αθηνά». Για ποιόν την έχεις σκαρώσει; Ο Γιαλής πετάχτηκε από το σκαμνί του. — Έλα μαζί, Μοναχάκη. Τυχερό σου θα είνε. Πάμε να βρούμε τα παιδιά του Καπετάν-Τσοβού. Τον έχεις ακουστά τον Καπετάν- Τσοβό. Γι' αυτόν την έχω σκαρωμένα. Ο Καπετάν-Τσοβός πέθανε τις προάλλες, στο τελευταίο του ταξίδι στην Οδέσσα, μέσα στο μεγάλο του το μπάρκο την «Ευαγγελίστρια». Πούντιασε και πέθανε.
Τα γραφούμενά μου, αν τον ακούσης, «δεν κατώρθωσαν κανέναν να ενθουσιάσουν». Πολύ νόστιμο, που το γράφει κιόλας αφτό στην «Ακρόπολη». Σα βγήκε το «Ταξίδι μου», όχι «ενθουσιάστηκε», τρελλάθηκε ο Γαβριηλίδης, κόντεψε να βάλη όλο το Ταξίδι στην «Ακρόπολη». Και του έφκουμαι του κ. Σωτηριάδη, αντίς ένα του άρθρο, να του βάλη καμιά μέρα ο Γαβριηλίδης στην Ακρόπολη, αλάκαιρο βιβλίο.
Σιγά σιγά, χωρίς να το νοήση, θα βρεθή η Έλσα από τη γελαστή φύση των ανατολικών γιαλών στην ξερή των δυτικών κι ασυναίσθητα θα της επιβληθή τα μεγαλείο τους, που ξεπερνά κάθε άλλο μεγαλείο». Ωστόσο δεν μπορώ να πω πως στο ταξίδι αυτό έγινε κάτι, που να με κάμη να πιστέψω πως το σχέδιό μου είχε την επιτυχία που πιθυμούσα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν