Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Αν δε εγώ δυστυχώ τώρα, μην υπερηφανεύεσαι και σε θα εύρη με την σειράν σου η δυστυχία. ΧΟΡΟΣ Ποτέ δεν θα επαινέσω εκείνον τον άνθρωπον, ο οποίος έχει δύο γυναίκας και παιδιά από δύο μητέρας, διότι αυτό φέρει διενέξεις εις την οικογένειαν και πικράν λύπην. Είθε ο ιδικός μου σύζυγος ν' αρκήται εις εμέ μίαν γυναίκα και να μη φέρη αντίζηλον εις το νυμφικόν μας κρεββάτι.
Ο Νίκαντρος είναι πατέρας μου, πατρίδα μου η Πάρο, όνομα είχα Σωκρατέα· πεθαμμένη, μ' έβαλε ο Παρμενίωνας ο σύζυγός μου στον τάφο· μου έκαμε και τούτη τη χάρη, ένα μνήμα της τιμημένης μου ζωής και για τους κατόπι αθρώπους. Και μένα, χωρίς να προσέξη το νεαρό μου βρέφος, η πικρή Εριννύα της αιμορραγίας χάλασε το γλυκό μου το βίο.
Το βρέφος το νήπιον εκοιμάτο προ μικρού θηλάσαν. Τα τρία άλλα παιδία, βαστάζοντα ανά έν τεμάχιον άρτου, ανεπιμέλητα, εβύθιζον αυτό εις τους ρύπους της αυλής, και είτα το έτρωγον. Η σύζυγός του, προς νέαν πλύσιν ετοιμαζομένη, παρεπονείτο ότι ησθάνετο αδιαθεσίαν και κόπωσιν αφόρητον. — Θα κρύωσες, είπεν ο Μιστόκλης, γιατί εψές, κατάλαβες, φυσούσε μπονέντες.
Απεφασίσθη να υπάγη ο Παγώνας, όστις άλλως είχεν αφήσει δεμένον τον όνον του έξωθεν του μύλου, και δώση απλήν είδησιν εις την Αφέντραν, και της είπη ότι μετά δύο ώρας ακόμη θα κατήρχοντο ο σύζυγός της και η μήτηρ της διά να εξυπνήσωσι τα δύο τέκνα και οδηγήσωσι ταύτα και την μητέρα των εις την Παναγίαν διά να λειτουργηθή. Η Αφέντρα εσηκώθη και ήνοιξε την θύραν.
— Ντόμινους μπαμπίσκους! Αυτά ανεμιμνήσκετο τώρα ο κυρ-Μιχάλης. καθ' ην ώραν ενεδύετο. Αλλ' η κυρά-Μιχάλαινα διελογίζετο άλλα. Έβλεπεν ότι, αφότου εγνωρίσθη ο σύζυγός της με τον Καπετάνιον, ήρχισε να παραμελή την εργασίαν του.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ Καθώς σ' αρέσει κρίνε, αλλά της γλώσσης έμπειρος της Τραπεζιτικής εγώ σου λέγω, Μεφιστό, πως η γυναίκα είναι κυκλοφορίας νόμισμα καταναγκαστικής· με άλλας λέξεις δηλαδή ολίγον καθαράς λιμοκοντόρος του καιρού και κάλπικος παράς. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Σκέψου πως είσαι σύζυγος... ΦΑΣΟΥΛΗΣ Ναι, είμαι, πλην μακάρι και συ σαν την γυναίκα μου να εύρισκες ζευγάρι.
Μετά τινας ημέρας, αίφνης, κατόπιν δυο τριών ωρών απουσίας του συζύγου — ασυνήθους άλλως — ο ουρανός αιθρίασεν. Εκείνος έγεινεν ο σύζυγος των πρώτων ημερών εύθυμος, διαχυτικός, τρυφερός . . . προπάντων τρυφερός, ωσάν εικοσαετής νεανίας.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ζήτησέ τον και οδήγησέ τον εδώ. Πού είνε ο Αλεξάς; ΑΛΕΞΑΣ. Εδώ, κυρία, εις τας διαταγάς σας. — Έρχεται ο κύριός μου. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Δεν θέλω να τον ίδω. Έλθετε μαζί μου. ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Πρώτη εστασίασεν η σύζυγος σου Φουλβία. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Κατά του αδελφού μου Λευκίου;
Τις οίδεν! επί τέλους, διελογίζετο ο κυρ-Μοναχάκης. γυνή ήτο. Ο έρως είνε πλάνος και η νεότης ευαπάτητος. Τις εγνώριζεν αν δεν είχεν αμαρτήσει ήδη; ω! καλά της το έλεγεν αυτός, ότι πλησίον του θα ήτο ασφαλής, διότι γηραιός σύζυγος επέχει προς τοις άλλοις τόπον πατρός διά νεαράν γυναίκα. Καλά το έλεγε κ' εκείνη, ότι πλησίον του θα ήτο ασφαλής, και αν ήθελε να σφάλη ακόμη.
— Τι να κάμωμε, να σ' ορίσω γείτονα; απήντησε ταπεινοφρόνως ο Αργυράκης· Και ο Νταραδήμος κατέβη εις την οδόν, προηγουμένης της συζύγου του, κρατούσης πάντοτε τον φανόν. —Δεν ξέρουμε· να ήλθε τάχα ο γείτονας; είπε την στιγμήν εκείνην η σύζυγος του Νταραδήμου και ρίπτουσα εκφραστικόν βλέμμα προς την οικίαν του μπάρμπα-Διόμα·
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν