United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι στέκουν χάμου στου Διός τον πύργο διο πιθάρια, με δώρα τέτια που σκορπάει, κακά — ή καλά μες στ' άλλοκι' ο Δίας σ' όπιους κι' απ' τα διο ανάκατα χαρίσει. πότες θα σμίξουν με χαρές και πότες με λαχτάρες· 530 μα άσκημα αν δώκει, πρόσωπο θεού ποτές δε βλέπεις, και μυίγα σε κεντάει κακή απ' άκρες γης ως άκρες κι' ατίμητος από θεούς λυσσογυρνάς κι' αθρώπους.

Πάω ναν τους δω κι' ένα σωρό παλιές τους δυσαρέσκιες ναν τους διαλύνω, τι καιρό τώρα δεν παν να σμίξουν 305 σε στρώμα αγάπης, επειδής πεισμάτωσε η καρδιά τους. Αν την καρδιά τους πείσω εγώ με διο καλά λογάκια και φιλιωμένοι αγκαλιαστούν σαν πριν σ' αγάπης στρώμα πάντα ακριβή τους θα με λεν και λατρεφτή θα μ' έχουν.

Πάω ναν τους δω κι' ένα σωρό παλιές τους δυσαρέσκιες 205 ναν τους διαλύνω, τι καιρό τώρα δεν παν να σμίξουν σε στρώμα αγάπης, επειδής πεισμάτωσε η ψυχή τους. Αν την καρδιά τούς πείσω εγώ με διο καλά λογάκια και φιλιωμένοι αγκαλιαστούν σαν πριν σ' αγάπης στρώμα, πάντα ακριβή τους θα με λεν και λατρεφτή θα μ' έχουν210

Δεν πρόφτασαν να κατέβουντη σάλλα και φτάνει ο Καραϊσκάκης με το Χρηστίδη σε βάρκα Ελληνική από το μπρίκι το Ψαριανό του Γιαννίτση, πού ήταν αραγμένοτη Λεψίνα και τόχε ο Καραϊσκάκηςτης διαταγές του. Λένε πώς επίτηδες ο Γάλλος ναύαρχος είχε φέρη έτσι το πράμα, για να σμίξουν οι δυο αρχιστράτηγοι. Κι' αυτό του το είχε ζητήση ο Κιουταχής.

Τρεις ώραις ανδρειεύονται... Πλακόνει κι' ο Βριόνης Σα μαύρη βαρυχειμωνιά... Χαλάζι το μολύβι... Σκάφτουν το χώμα τάλογα... Σίφουνας, συντελεία... Χνώτο με χνώτο πολεμούν... Αδερφωμένο βρέχει Το αίμα ταρβανίτικο τη γη με το δικό μας... Έχουν την ίδια τη βαφή... Αν σμίγουν πεθαμένα Πώς δε θα σμίξουν ζωντανά;..

Απεκοιμήθη μίαν εσπέραν ελαφρά, υποψιθυρίζουσα καθ' εαυτήν την λέξιν ταύτην, την οποίαν της είχεν εκσφενδονίσει την ιδίαν ημέραν μία συγγενής εχθρά της: «Ούτε τα κόκκαλά μας να μη σμίξουνΑπεκοιμήθη και ενθυμείτο το κοιμητήρι, το οστεοφυλάκιον του παλαιού νεκροταφείου της μικράς πόλεως, πλησίον του οποίου συχνά επερνούσεν επιστρέφουσα την εσπέραν από τον αγρόν της, και όπου έβλεπε τα λευκά ή κιτρινωπά κόκκαλα των νεκρών, όλα φύρδην μίγδην, όλα ομού κείμενα, χωρίς να δύναται οφθαλμός να διακρίνη τίνα ήσαν το οστά των υπαρξάντων πάλαι ποτέ φίλων και τίνα τα των εχθρών.

ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Τέτοιαις χαραίς ορμητικαίς ολέθρια τελειόνουν και σβύνουν εις την δόξαν των, καθώς εκεί που σμίξουν μαζή πυρίτις και φωτιά, φιλιούνται και ‘πεθαίνουν. Το μέλι το γλυκύτερον απ' την πολλήν του γλύκαν κανένας το σιχαίνεται και το αηδιάζει· λοιπόν και η αγάπη σου ας ήναι μετρημένη· εκείνη μόνη διαρκεί· αργά εξ ίσου φθάνει κ' εκείνος που αργοπατεί, και όποιος πολυτρέχει.

Δι' ένα απρόσεκτον λόγον, διά μίαν ελαφράν κακολογίαν, την οποίαν ευρίσκοντο πρόθυμοι οχετοί όπως μεταβιβάζωσι μεγαλοποιημένην συνήθως εις το ενδιαφερόμενον πρόσωπον, ήσαν ικαναί να μην ομιληθούν ισοβίως. «Ούτε τα κόκκαλά μας να μη σμίξουν», ήτο η πολεμική κραυγή εις τας τάξεις των γυναικών.

Κάθε αυγή με το πρώτο ανάβλεμμα του ήλιου, οι φρεγάδες αστραποβολούν, άγγελοι ασπροφόροι ανάμεσα στα γαλανά νερά. Τόρα ψυχή δεν έχουν· έρημες είνε από ναύτες και καπετάνιους. Όμως θα έρθη ώρα που ψυχή θα πάρουν και γοργόνες καστρορίχτισες θα σμίξουν και θα σύρουν πάλι στον δρόμο τους.