United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ' αυτά τα λόγια η Αμινά πήρε ένα φλάουτο από μια θήκη με κίτρινο σατέν και την έδωσε στην Σεραφεία, που τραγούδησε αρκετά τραγούδια με την συνοδεία του. Όταν κουράστηκε είπε στην Αμινά. «Αδελφή μου, δεν μπορώ πια· σε παρακαλώ έλα και πάρε την θέση μου

Η πόρτα άνοιξε από την Σεραφεία με ένα κερί στο χέρι της και ο Βεζίρης ξαφνιασμένος από την ομορφιά της, υποκλίθηκε βαθιά μπροστά της και της είπε με σεβασμό. «Κυρία μου, είμαστε τρεις πραματευτάδες που μόλις έφθασαν από το Μουσούλ και από μια κακοτυχιά που μας έλαχε αυτήν την νύκτα, φτάσαμε στο χάνι μας και βρήκαμε την πόρτα του κλειστή μέχρι αύριο το πρωί.

Ο βαστάζος κοίταξε γύρω του, θαυμάζοντας τα πάντα· αλλά ιδίως κοίταζε μια τρίτη κυρά που καθόταν στον θρόνο και ήταν ακόμα πιο όμορφη από τις άλλες. Κατάλαβε, από τον σεβασμό που της έδειξαν οι άλλες, ότι ήταν η μεγαλύτερη. Το όνομά της ήταν Ζωηδία, αυτής που άνοιξε την πόρτα ήταν Σεραφεία και της ψωνίστρας Αμινά.

Οι δερβισάδες και ο Καλίφης αλληλοκοιταχτήκανε και άρχισαν τα ψιθυρίσματα, χωρίς να τους ακούν οι Ζωηδία και η Σεραφεία που περιποιόντουσαν την αδελφή τους που ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. «Τι σημαίνουν όλα αυτάΡώτησε ο Καλίφης. «ούτε εμείς γνωρίζουμε», απάντησε ο δερβίσης στον οποίο είχε απευθύνει τον λόγο. «Τι! Μα δεν είσαστε του σπιτιού

Η Σεραφεία απάντησε στον πραγματευτή ότι πρώτα πρέπει να συμβουλευτεί τις αδελφές της· αφού το συζήτησε, γύρισε και του απάντησε ότι αυτός και οι δυο φίλοι του είναι καλοδεχούμενοι. Αυτοί μπήκαν μέσα και υποκλίθηκαν ευγενικά στις κυράδες και στους καλεσμένους τους.

Μετά κάθισαν ξανά στο τραπέζι και άρχισαν με νέα όρεξη να τρώνε, να πίνουν, να τραγουδούν και να απαγγέλουν στίχους. Διασκέδαζαν έτσι με την ψυχή τους, όταν άκουσαν ένα κτύπο στην εξωτερική πόρτα και η Σεραφεία σηκώθηκε να ανοίξει.

Οι κυράδες ενθουσιάστηκαν με την ιδέα, και η Σεραφεία πήγε να δει τι θα βρει, γυρίζοντας σε λίγο φορτωμένη με δυο διαφορετικά είδη φλάουτων και με ένα ταμπουρίνο. Ο κάθε Δερβίσης πήρε το όργανο που προτιμούσε, και άρχισαν να παίζουν μια γνωστή μελωδία, ενώ οι κυράδες τραγούδησαν τα λόγια του τραγουδιού.

Οι τρεις κυράδες ευχαριστήθηκαν το τραγούδι και μετά τραγούδησαν και αυτές, ώστε το φαγητό τους ήταν γεμάτο ευθυμία και κράτησε πολύ περισσότερο από συνήθως. Στο τέλος, βλέποντας ότι ο ήλιος πήγαινε προς την Δύση, η Σεραφεία είπε στον βαστάζο, «Σήκω και φύγε· είναι ώρα πια να χωρίσουμε».

Όμως ο Βεζίρης έκανε ότι δεν έβλεπε, και γύρισε το κεφάλι του από την άλλη μεριά. Η Ζωηδία έμεινε για αρκετή ώρα στο μέσο της αίθουσας, μέχρι που τελικά η Σεραφεία πήγε κοντά της και την παρακάλεσε να καθίσει, μια που και αυτή έπρεπε να παίξει τον ρόλο της.

Η Ζωηδία και η Αμινά δίστασαν να δεχτούν τους νέους επισκέπτες, και η Σεραφεία ήξερε τον λόγο.