Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Πούθε πέρασε διαβαίνοντας δεν είναι πολύ φανερό. Λέγουν πως κοντοστέκουνταν κάθε λίγο και κοίταζε τόπους. Τη Σαρδική του Αίμου λόγου χάρη, — τη σημερινή τη Σόφια. Σα δυσκολοπίστευτο τούτο. Άλλοι πάλι θένε να πουν πως συλλογίστηκε κάποιο μέρος μεταξύ Πέργαμο και Τρωάδα. Αλήθεια, ψέματα, δεν το καλοξέρουμε μήτε τούτο.
Εκεί όμως ξηγήθηκαν τα πράματα κι' ο Καραϊσκάκης, αφού κατάλαβε το λάθος του, ζήτησε συμπάθειο από το Μπούσγο και δακρυσμένος τον φίλησε. 'Σ το Δίστομο, πριν γίνη ο περίφημος πόλεμος, ήταν με το σώμα του Καραϊσκάκη ένας στρατιώτης, που κανείς δεν ήξερε πούθε κρατούσε η σκούφια του.
Απ' ομιλία σ' ομιλία μ' αυτόν, και με το «πούθε είσαι» και «πούθε είμαι», γνωριστήκαμε πατριώτες! και τι πατριώτες; Χωριανοί! Είταν ο Κώστας της γειτόνισσας μας της Γιώργαινας! Κι' όταν του είπα, πως είμαι της Μήτραινας του Ζώτου παιδί με κύτταξε καλά καλά, και μου είπε: — «Μωρέ συ είσ' ο Γιάνν'ς ή το φάντασμα τ';» — «Εγώ! όλος κι' όλος!»
Πέρασε πρόπερσι ένας γέρος από δω, και τ' αφήκε. Δεν ήθελε να πη μήτε πούθε ήρθε, μήτε πού πήγαινε. Είταν αμίλητος κι ακόντευτος. Ξήγησε μόνο στον Ηγούμενο πως αυτά είναι τα χερόγραφά του, κι όποιος περαστικός επιθυμεί ας τα διαβάση, κι όποιος τα διαβάση από την αρχή ως το τέλος και του αρέσουν, μπορεί και να τα πάρη μαζί του. — Και δεν τα διάβασε κανένας ως τώρα; — Κανένας.
ΑΣΤ. Και πούθε είσαι γιαμά; ΠΕΛ. Απ' την Πελοπόννησος. ΑΣΤ. Και πες δα κακόροικε π' ούσαι απέ του Μουρέα — και τι τέχνη κάμεις. ΠΕΛ. Έμπορος. ΑΣΤ. Και τι θα πη μουρέ έμπορος; ΠΕΛ. Πραματευτής. ΑΣΤ. Ώρσαι και συ διάολλε — έμαθες και συ τζη ελληνικούραις. ΠΕΛ. Τήρα δω, κύρ αστρονόμο, είμαι έλληνας, ακούς με, και πρέπει να μιλώ με μάθησις. ΑΣΤ. Και πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού;
Τέτοιες απάνω-κάτω είταν οι σκέψες του κάθε Μικροχωρίτη, άμα είδαν εκείνον τον ξένο, και δεν έβλεπαν την ώρα πότε να σκολάση ο παπάς τη λειτουργιά και να τον ρωτήσουν ποιος είναι, πούθε έρχεται και πού πάει. Τέλος σ' ένα κομμάτι ώρας σκόλασε η λειτουργία, κι' ο προύχοντας του Μικρού Χωριού, κατά το συνήθειο, προσκάλεσε τον ξένο στο σπίτι του με την ιδέα να μάθη εκεί ποιος είναι και δεν είναι.
Σαν είδανε την πιστικιά ζυγώσανε να τη ρωτήσουν πούθε βγαίνει ο δρόμος. Αστροπελέκι έπεσε μπροστά τους. Θαμπώσανε τα μάτια τους. Στο λαιμό της πιστικιάς είδανε τα μαργαριτάρια της βασίλισσας. Η κλέφτρα δεν ήθελε να μαρτυρήση. Έλεγε πως τα βρήκε μέσα σε μια ρεματιά, στη ρίζα ενός πλάτανου. Και σαν της πήρανε το θησαυρό άρχισε τα κλάματα και τα παρακαλετά.
Ω καλημέρα σου αδερφή, της λέει, και τι κάνεις; Πού ήσουν, καιρούς οπώλειπες, και πούθε τώρα εφάνης; Αμ πώς γυμνή έτζι ολότελα, μονάχη τέτοιαν ώρα Σε δρόμου διάβα σαν κι' αυτό στη μέση από τη χώρα; Εδώ για στέκω οχ το ταχύ, του απεκρίθη εκείνη· Και στα χαμένα εστάθηκα· του κάκου έχω προσμείνη· Έκρινα τάχατε καλό την ερημιά ν' αφήσω, Στον κόσμο σαν προτήτερα ναρθώ να κατοικήσω.
Τότε ο Αινείας τον θωράει που λιάνιζε τους λόχους, και τρέχει μέσα απ' τη σφαγή και των σπαθιών τους χτύπους, τον παινεμένο Πάνταρο πούθε να βρει ζητώντας.
Και νάξερες τι ρωμαίικη καρδιά που την έχει αυτός ο Συντάχτης! Πούθε είναι δεν ξέρω, μα θα παραξενευθώ ανίσως κ' είναι Πολίτης. Στον καιρό του κυρ Θοδωράκη, είταν ο μόνος που πολεμούσε για την κατακαημένη την Κρήτη με τη δασκαλήσια του πέννα. Κάθε λίγο τον παίδευαν, κι αυτός ξανάρχιζε πάλι. Μυστήριο, πώς δεν τονε βάλανε στα σίδερα τότες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν