Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Η γυναίκες του Σουλιού και των Κατσανοχωριών φοράν σιγγούνια πολύλοξα κι ολίγα στολίδια· είνε ψηλές όμως σκληρομαθημένες και περήφανες, με μέτριαν εμμορφιά κι αυτές, αλλά με τη δυσκολόβρετην αξιάδα να πιάνουν στα δουλευτικά χέρια τους με την ίδια πιτηδειοσύνη και τ' αλέτρι και το τουφέκι, η λεβέντισσες.
— Και έπειτα, λέγει ένας άλλος από τους συνδαιτυμόνας, είχαμε και έναν μπιρμπαντάκο, ο οποίος εφαντάζετο ότι ήτο μία πρέζα ταμπάκου και ο οποίος δυσηρεστείτο υπερβολικά, διότι δεν μπορούσε να περιλάβη τον εαυτόν του μεταξύ του δείκτου και του αντίχειρος, όπως πιάνουν τον ταμπάκο. — Κ' έπειτα ο Ιούλιος Ντεζουλιέρ! Τι παράδοξος τύπος! Ετρελλάθηκε, διότι εφαντάζετο τον εαυτόν του νεροκολοκύνθαν.
Κι όταν άρχιζε το χυνόπωρο και το σταφύλι ήτανε στον καιρό του, κουρσάροι από την Τύρο με τρεχαντήρι Καρικό, για να μη φαίνουνται βάρβαροι, έπιασαν στην εξοχή αυτή· και βγαίνοντας με σπάθες και μισοθωράκια, διαγούμισαν όλα όσα βρήκαν εμπρός τους· κρασί μοσκάτο, στάρι μπόλικο, κερήθρες· άρπαξαν κι από το κοπάδι του Δόρκωνα μερικά βόιδια. Πιάνουν και το Δάφνη, που τριγυρνούσε κοντά στη θάλασσα.
Κι αυτό γίνεται όχι σ' ένα, όχι σε δυο, μα σε πεντακόσια χωριά. Πιάνουν λοιπόν κι αυτοί κάτω στην Ελλάδα και γυρεύουν προστασία. Αυτά, κ. Σκληρέ, δεν είναι μεγάλες ιδέες, ούτε μικρές. Είναι πραγματικότητες.
Μια και δυο γέρνουν πάλι στο χωριό, και παν στου Παπα-Ξυδέα. Με καρδιοχτύπι και τρομάρα πιάνουν και του μολογούν λαχανιασμένοι: το και το, παπά μου! Παίρνει ο παπάς το θυμιατό και παίρνει το Σταβρωμένο. Περνάει βιαστικά το πετραχήλι στο λαιμό, τον παίρνουν και παν κατά το ξάγναντο στη βάρδια της Δραμαλούς.
Κι' απ' το καστρί όταν άκουσαν κοντά στα βόδια αντάρα 530 σα δικαζόντουσαν μπροστά στους γέρους καθισμένοι, πηδούν στ' αμάξια μέσα εφτύς και τρέχουν ναν τους πιάσουν. Κι' όταν σε λίγο ζύγωσαν, παράταξαν τους λόχους κοντά στην ακρορεματιά, και πιάνουν στέρια μάχη κι' ένας τον άλλον κάρφωνε με το χαλκένιο τ' όπλο.
Της φαίνεται ότι σηκώνεται και τρέχει έως την πόρτα: αλλά οι προδότες έχουνε στήσει στο σκοτεινό κατώφλι μεγάλα κοφτερά δρέπανα. Η ακονισμένες και κακές λάμες πιάνουν, στο πέρασμα, τα λεπτά γόνατα της. Της φαίνεται ότι πέφτει, και ότι από τα κομμένα γόνατά της ξεχύνονται δυο κόκκινες βρύσες. Σε λίγο οι ερασταί θα πεθάνουν, αν κανείς δεν τους βοηθήση.
Τι θέλουν άραγες; Πάλε τα ρούχα μου να ξεσκίσω; Όχι! όχι! Είμαι φίνος και δε με πιάνουν. Το ντουβάρι μόνο να πέση! Και δε θέλει. Να το πάλε μαλακό σαν το μπαμπάκι, και κλοτσιά να του δώσης, δε σαλέβει. Τους αρέσει να θυμώνω, για να μου λεν ύστερα παραμύθια. Σφίξε, Καρλή, δάγκασε, Καρλή, τους γρόθους σου στο στόμα σου μέσα· να σε δέσουμε κατόπι. Μη σας μέλη! Δεν το κάμνω πια και θα διήτε.
Όταν θέλουν να φημίσουν μια μάγισσα λένε : —«Αυτή πήγει τα νερά!» Τα σαββατογεννήματα δεν τα πιάνουν τα μάγια και πλειότερο δεν πιάνουν εκείνους, που γεννηθούν ένα από τα « τρία καλά Σάββατα » της Τυρινής, της Καθαροβδομάδας και το Μεγαλοσάββατο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν