United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο παππά Νάρκισσος εκίνησε την κεφαλήν προς αποχαιρετισμόν, εκτύπησε τον λαιμόν του όνου διά του σχοινιού, το οποίον εχρησίμευεν αντί χαλινού, και επροχώρησε μετά του γέροντος. Το βεβιασμένον μειδίαμα της παππαδιάς εσβέσθη, άμα είδε την συνοδίαν απομακρυνομένην, και διά του αντίχειρος απέμαξεν έν δάκρυ εκ των βλεφαρίδων της.

Σκέπτεται πάντοτε, και φέρων αδιακόπως την αριστεράν του χείρα εις το μέτωπον, τρίβει διά του αντίχειρος και του παραμέσου τους κροτάφους τον. — Το γουργουλίδιόν σας, κυρ Γιάγκο; ερωτά προσερχόμενος νυσταλέος υπηρέτης.

Εν τούτοις επρόφθασες και συ και της έφερες μικράν, όση ηδύνατο να συνθλιβή μεταξύ αντίχειρος και λιχανού, δεσμίδα, αλλά το &ευχαριστώ& το προς σε ήτο, ως εικός χλιαρώτερον από το &ευχαριστώ& το προς τον φίλον σου.

Και έπειτα, λέγει ένας άλλος από τους συνδαιτυμόνας, είχαμε και έναν μπιρμπαντάκο, ο οποίος εφαντάζετο ότι ήτο μία πρέζα ταμπάκου και ο οποίος δυσηρεστείτο υπερβολικά, διότι δεν μπορούσε να περιλάβη τον εαυτόν του μεταξύ του δείκτου και του αντίχειρος, όπως πιάνουν τον ταμπάκο. — Κ' έπειτα ο Ιούλιος Ντεζουλιέρ! Τι παράδοξος τύπος! Ετρελλάθηκε, διότι εφαντάζετο τον εαυτόν του νεροκολοκύνθαν.

Οι οδόντες του έλαμπον, και οι δάκτυλοι των ποδών του πατώντες ελαφρά επί των μαύρων πλακών, υπεβάσταζον το σώμα του, το οποίον είχεν ευκαμψίαν πιθήκου, η δε μορφή του απάθειαν μομίας. — «Πού είνεηρώτησεν ο Τετράρχης. Ο Μαναή απήντησεν, δεικνύων διά του αντίχειρος έν αντικείμενον όπισθέν των. — Πάντα, εκεί! — Θαρρώ πως τον άκουσα!

Αχ! είπε τέλος ο Μάρτης, ανεγείρων μετά κόπου την κεφαλήν και φράσσων διά του αντίχειρος την τρύπαν του βαρελιού, απόστασα. . . μα τι κρασί! 'σαν το γάλα πηγαίνει κάτω· γλυστράτο λάρυγγα, 'σαν το φίδιτα χόρτα. Ηθέλησε να σταθή όρθιος, αλλ' οι πόδες έτρεμον υπό το βάρος του σώματός του, κ' εκάμπτοντο ως κλάδοι λυγαριάς· τ' αυτιά του εβόιζον.

Αριστερόθεν εκράτει μανδήλιον, εγκυμονούν τις οίδε τίνα και ποία έκτακτα τραγήματα, και επί του μανδηλίου έσφιγγε διά του αντίχειρος χάρτινον πρόστυχον προσωπείον είκοσι λεπτών. — Έλα, Μαριώ, να ζης! ξεφόρτωσέ με! εφώνησεν εισερχόμενος. Αλλά πού να προφθάση η Μαριώ!