Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Αλλά το μέρος το πολύ τ' ορμητικού πολέμου Το κυβερνούν τα χέρια μου· Οπόταν όμως έρθη Ο μοιρασμός, τότε λοιπόν εσύ το δώρον έχεις Το πλέον μεγαλήτερον· εγώ δε το ολίγον Δεχόμενος ευχάριστα έρχομαιτα καράβια, Αφούκε κατακουρασθώ, 'ς ταις μάχαις πολεμώντας. Τώρατη Φθί' αναχωρώ. Καλήτερα πολλ' είναι Με τα κορωνοκάραβα να πάγωτην πατρίδα.

Ο νιος και δίχως του κόσμου πράξι, Στης όρεξαίς του δεν έχει τάξι· Ορθά δεν ξέρει να συλλογιέται, Και στους σκοπούς του γι' αυτό πλανιέται Τυφλά κινιέται και κιντυνεύει, Και τη ζωή του συχνά ξοδεύει· Στην πατρίδα σου αν πορεύης, Ξένους τόπους μη γυρεύης. Κάλλια μέτρια στη γωνιά σου Μ' ευχαρίστησι καρδιάς σου, Ή πολλά να αποχτήσης, Και με κίντυνα να ζήσης.

Εάν νικήσωμεν, οι Πελοποννήσιοι, στερηθέντες του βοιωτικού ιππικού, δεν θα εισβάλουν πλέον εις την Αττικήν· εις μίαν δε μάχην και την Βοιωτίαν αποκτάτε και την Αττικήν κάμνετε πλέον ελευθέραν, Βαδίσατε λοιπόν κατ' αυτών ως άξιοι πολίται της πρώτης των Ελληνίδων πόλεων, την οποίαν καθένας σας πρέπει να υπερηφανεύεται ότι έχει πατρίδα, και ως άξιοι υιοί εκείνων, οι οποίοι εν Οινοφύτοις μετά του Μυρωνίδου εθριάμβευσαν και υπέταξαν την Βοιωτίαν ».

«Φιλήματα απ' εδώ, αγκαλιάσματα απ' εκεί, αναγαλλιάσματα από τούτη τη μεριά, γέλοια από εκείνη, σταυρόνονταν κάθε στιγμή σ' εκείνο το χαρούμενο πανηγύρι, που εγώ είμουν αιτία και κέντρο. «Στην τιμημένη και ποθητή μας Πατρίδα, η Ξενιτειά τα συμπαθάει όλα. Ζήλιες, διαφορές, μαλώματα κι' έχτρες, τα λυόνει όλα η Ξενιτειά, σαν πως λυόνει η νοτιά το χιόνι.

Σωκράτης Ω, υπερβολικά φαντάζεται ότι τέχνην τινά μυστηριώδη ανεύρεν ο Τισίας ή άλλος οστισδήποτε και αν είναι και από οιανδήποτε πατρίδα και αν ονομάζεται χαίρων. Αλλά, φίλε μου, εις τούτον ημείς τι εκ των δύο να λέγωμεν παρά τούτο; Φαίδρος Το ποίον;

Εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «'Σ της γης τα πέρατα, ω γυνή, σέ ποιος θνητός θα ψέγη; ότιτον μέγαν ουρανόν η φήμη σ' έχει φθάσει· ομοίαν φήμην άπταιστος λαμβάνει βασιλέας, αν κυβερνά θεόφοβα λαόν πολύν και ανδρείον, 110 εις όλα δίκαιος· και η γη σιτοφορεί, τα δένδρα γέμουν καρπούς, τα πρόβατα καλογεννούν, και πλήθος ψάρια γεννά το πέλαγος, απ' την χαριτωμένη την βασιλεία, κ' ευτυχούν τα πλήθητην σκιά του. όθεν τώρατο σπίτι σου 'ς ό,τι άλλο εξέταζέ με, 115 αλλά μη την πατρίδα μου, το γένος μου, ερωτήσης μήπως η πολυστένακτη ψυχή μου πλημμυρήση από πικραίς ενθύμησαις, και μέσα εις σπίτι ξένο δεν πρέπει εγώ να μύρωμαι και να βαρυστενάζω· και άνθρωπος ατελεύτητα να κλαίη δεν συμφέρει· 120 μη κάποια δούλα σου, ή και συ, θυμώση και νομίση ότιτα δάκρυα πνίγομαι βαρύς από την μέθη».

Δουλιές, Παναγιώτη μου. — Και πώς πάτε; Είστ' ευχαριστημένος; — Καλά, καλά, κ' εσύ; — Ωραία, μη μας ξεχνάτε· χαίρετε! είπεν ο ΠαναγιώτηςΓειάσου. Και ο νέος απεμακρύνθη εσπευσμένως. — Ξέρεις ποιος είν αυτός; Είπεν ο Σοφοκλής· Είνε πατριωτάκι μου. Προ έξ χρόνια ήλθεν απ' την πατρίδα, μ' εννόησες, ίσα σε μένα, γιατί ήμαστε σαν αδέλφια με τους γονείς του.

Προσκυνήσας δε τον βασιλέα ανεχώρησα εις τον οίκον μου χαρούμενος, και πολλά ευχαριστημένος διά την τιμήν και τα δώρα, που με εφιλοδώρησε διά τον κόπον μου και ούτως έμεινα εδώ εις την πατρίδα ευεργετώντας συγγενείς και φίλους, αποκτώντας υποστατικά και κτίζοντας διάφορα παλάτια, ως το βλέπετε, και άλλα παρόμοια κτίρια έως την σήμερον, συνευφραινόμενος με τους συγγενείς και φίλους μου.

Τότε είπε κι' η θεά Αθηνά, του Δία η θυγατέρα «Ναί, που ναν του κοπεί η ζωή και ναν του σβύσει η νιότη εδώ μες στην πατρίδα του απ' Αχαιού κοντάρι!

Μα ο γερο-Φοίνικας εκεί κοιμήθηκε, όπως τούπε, 690 κι' έτσι θα πάει κι' αφτός μαζί στην ποθητή πατρίδα άβριο, αν το θέλει· στανικά δε θέλει ναν τον πάρειΈτσι είπε, κι' όλοι απόμειναν σαν αποσβολωμένοι, δίχως να κραίνουν· τι πολύ σφιχτά τους τόπε τ' όχι.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν