Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Μ' ευτυχίαις όλων μάγευε τ' αυτιά ... μη, καϋμένε, ήσαι τόσο σιχαμένος! φθάνει κι' η μουρμούρα κι' η τσαναμπετιά, πέρασε μια ώρα ευχαριστημένος. Πότε τέλος πάντων θε να ξεθυμάνης; πότε πια τη γρίνια θα την βαρεθής; την ψυχρή σου γλώσσα πότε θα ζεστάνης;... Φα την επί τέλους, πριν να φαγωθής.
Ο Άουλος ήτο ανήρ στρατιωτικός και δραστηριώτατος ώστε δεν ηθέλησε να προφέρη εις απάντησιν διαταγής ματαίους λόγους λύπης ή παραπόνων. Εν τούτοις μία ρυτίς οργής και λύπης ηυλάκωσε το μέτωπόν του, και αφού εξήτασε τας πινακίδας και την σφραγίδα, υψώσας έπειτα τους οφθαλμούς του προς τον γέροντα εκατόνταρχον είπεν ηρέμα: — Περίμενε εις το Άτριον, Άστα· θα σου παραδοθή η όμηρος.
Αλλά τέτοιος αγαπητικός σου ταιριάζει, εύχομαι δε και ν' αποκτήσης μαζή του παιδί που να μοιάζη του πατέρα του. Εγώ δεν θα χαθώ• θα βρω καμμιά Δελφίδα ή κανένα Κυμβάλιον ή τη γειτόνισσά σας την αυλητρίδα, τέλος πάντων μια γυναίκα που να ταιριάζωμεν. Τάπητας δε και περιδέραια και δύο μνας δεν έχομεν όλοι να δίδωμεν.
Όταν έλαβα τα σκήπτρα της βασιλείας, επρόσταξα να ετοιμασθή μία αρμάδα αποτελουμένη από πενήντα καράβια, διά να υπάγω εις περιήγησιν εις όλα τα νησιά του βασιλείου μου, διά να τα στερεώσω εις την υποταγήν και με την παρουσίαν μου να τα βεβαιώσω διά το ενδιαφέρον μου.
Ο μπάρμπα-Διόμας εσυλλογίσθη το βάρος, και έρριψεν αμήχανον βλέμμα εις το στενόχωρον και την ελαφρότητα της «Υπηρέτρας», αλλ' αφ' έτερου εσκέφθη ότι μία δραχμή, ο ναύλος του οναρίου, ήτο κάτι δι' αυτόν, ήτο ο καπνός και ο οίνος των τριών σχολασίμων ημερών των Χριστουγέννων, και απεφάσισε να προσλάβη τον πώλον.
Απογύμνωσες τη διάνοιά σου για να μας δώσης της ιδέες της, την ψυχή σου για να μας χαρίσης την αγάπη της και το θυμό της — και καταδέχτηκες απ' το μεγάλο σου έργο, απ' τη φωτιά, ν' αφήσης ν' ανάψωμε τον κεραυνό μας που σε σκοτώνει. Τώρα τελείωσαν όλα. Δεν έζησα παρά μια στιγμή — μόνο χίλια χρόνια — κι' είνε θλιβερό να πεθαίνη ένας Θεός νέος μέσα σ' ένα λαό σαν τους Έλληνες.
Είμαι τόσον λεπτή, ώστε μήτε η μητέρα μου δεν ημπορεί να με διακρίνη! Μίαν ημέραν δύο παιδιά του δρόμου ήλθαν και εσκάλιζαν εις το αυλάκι, όπου εύρισκαν πότε καρφία, πότε κανέν χάλκινον νόμισμα. — Ωχ! εφώναξε το έν παιδί, διότι η σακκορράφα του εκέντησε το δάκτυλον. Να μία σπασμένη βελόνη. — Με συμπάθειον, είπεν η σακκορράφα. Είμαι καρφίτσα! Αλλά δεν την ήκουσαν τα παιδιά.
Μ α ρ ί α Μου είπε κάτι πράγματα. Εντελώς πρωτοφανή. Ποτέ δεν επερίμενα από μια Τούρκισσα, από μια γυναίκα κλεισμένη στο χαρέμι τόση φιλοσοφία, τόση ψυχολογική ανάλυσι. Κ ώ σ τ α ς. Μα τώρα η Τούρκισες αναπτύσσονται, διαβάζουν. Έχουν μάλιστα νομίζω και γυναίκας συγγραφείς. Λοιπόν τι σου είπεν η ωραία Κιρκασία; Μ α ρ ί α. Παράξενα πράγματα. Ότι είναι ευχαριστημένη με τη ζωή της.
Μένει λοιπόν διά την απόκτησιν της φήμης του σοφού μία παράδοξος δύναμις, την οποίαν ίσως οι περισσότεροι ονομάζουν μάλλον φύσιν παρά σοφίαν, όταν αντιληφθή κανείς άλλον ότι εννοεί ευκόλως ό,τι μανθάνει, ενθυμείται δε παρά πολλά και με ακρίβειαν, και όταν αναπολή το κατάλληλον πράγμα εις εκάστην στιγμήν, το οποίον κάμνει εντύπωσιν, και τούτο το κάμνει ταχέως.
— Ήταν, αγάπη μου, μια κόρη όμορφη σαν κ' εσένα και που στην εδική σου την ηλικία έβοσκε βόιδια πολλά· τραγουδούσε κι όμορφα και τα βόιδια της ευχαριστιόνταν με το τραγούδι της· και τα έβοσκε χωρίς αγκλίτσας χτύπημα, χωρίς βουκέντρας κέντημα, μόνο, καθούμενη κάτω από πεύκο και φορώντας στεφάνι πεύκινο, τραγουδούσε τον Πάνα και το Πεύκο. Και τα βόιδια με το τραγούδι έμεναν κοντά της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν