Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Κίνησες να πας, προσέθηκε, με τόσα χιόνια! — Λυπάται κανείς, υπέλαβεν ο γέρων. — Λυπάται κανείς! μα εγώ δεν έχω ψυχή; Πέτρα έχω 'γώ;

Λοιπόν, ακούστε πώς ο καλός Θεός λυπάται τους ανθρώπους. Αυτός, που ούτε του αμαρτωλού δε θέλει το θάνατο, δέχτηκε ευνοϊκά τα δάκρυα και της ικεσίες των φτωχών ανθρώπων που τον παρακαλούσαν για τους βασανισμένους εραστές. Κοντά στο δρόμο που περνούσε ο Τριστάνος, στην κορυφή ενός βράχου και φάτσα κατά το βορρηά, βρισκότανε ένα εκκλησάκι απάνω από τη θάλασσα.

Μέρα δεν έζησε ο Ζήνωνας από τότες δίχως φόβους κ' υποψίες· είτανε να τονέ λυπάται άνθρωπος. Απέθανε τέλος στα 491 από σεληνιασμό. ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η Γοτθική πολιτική του Ζήνωνα Τους θυμούμαστε τους Οστρογότθους όταν πέρασαν τον Ποταμό και πλακώσανε μέσα στο κράτος, κι αναγκάστηκε ο Λέοντας να τους κρατήση και να τους κάμη φοιδεράτους του να διαφεντεύουν τα βορεινά μας από άλλους εχτρούς.

Δεν έχει τα μικρά ελαττώματα των κοινών ανθρώπων. — Το πιστεύω. — Πρώτον είνε οπού δεν λέγει ποτέ ψεύματα. Δεύτερον δεν θέλει να κάμη κακόν εις κανένα. Τρίτον κάμνει καλόν, όσον ειμπορεί. — Αυτό; — Βέβαια. Έπειτα δεν λυπάται ποτέ τα χρήματα. Όχι μόνον δεν τα λυπάται, αλλά δεν τα εκτιμά ποσώς. Δεν τα βλέπει εμπροστά του ούτε ως λιθάρια. Τα καταπατεί ως χαλίκια.

Μα αν τον λυπάται σου η καρδιά και σούναι αγαπημένος, έχεις χρυσάφι εσύ πολύ, χαλκό 'χεις στην καλύβα, έχεις φαριά και πρόβατα και χεροδέξες σκλάβες· 550 πάρε απ' αφτά και δώσ' του, αν θες, και πιο μεγάλο δώρο τώρα εδώ ομπρός μας, κι' όλοι μας θενά σου πούμε γιάσου· μα τη φοράδα εγώ όχι! αυτή δεν την αφίνω· ειδέ έλα, ας δοκιμάσει όπιος τολμάει και βλέπει πώς την παίρνουν

Μα έπειτα η πραγματικότητα μου ξαναθυμίζει εκείνο που υπάρχει κι όλα σκοτεινιάζουν. Να μπορούσα μόνο να είμαι πάντα έτσι, ώστε να μη διακρίνη τίποτε η γυναίκα μου. Να μπορούσα να είμαι σύμμετρος και φαιδρός ή τουλάχιστο να φαίνουμαι. Μα δεν μπορώ και γνωρίζω πως αυτή δε λυπάται μόνο για τον εαυτό της, μα και για τη θλίψη που προξενεί σε μένα.

Άκουσε, αγαπητή θεά, την παράκλησίν μας, διότι, όπως ραγίζεται η καρδιά του ανθρώπου να βλέπη ένα εύμορφον άνθρωπον με γυναίκα άπιστη, έτσι λυπάται κατάκαρδα να βλέπη ένα παληάνθρωπο ακεράτωτο. Δείξε λοιπόν την δικαιοσύνη σου, αγαπητή θεά, και δος του την τύχη που του πρέπει. ΧΑΡΜΙΟΝ. Αμήν. ΑΛΕΞΑΣ. Για κύτταξ' εκεί!

Πέφτει κι αρρωστά· φωνάζει το γιατρό· μέσα του όμως φωνάζει κ' έναν άγιο. Όλη του η ζωή είναι σαν ένα θάμα παντοτεινό. Μοναχός του τίποτα δεν κατορθώνει. Τις κλωστίτσες εκείνες θαρρεί πως κάποιος κάπου τις βαστά και πότε τη μια τραβά, πότε την άλλη· έτσι κι ο Ρωμιός πότε καλά, πότε κακά, πότε χαίρεται, πότε λυπάται. Μόνο την έννοια του έχει ο ουρανός.

Κάποτε όμως, ως να με λυπάται διά την απειρίαν και αμάθειάν μου, ο ίδιος μου προβάλλει ερώτησιν, αν νομίζω ότι το ωραίον είναι ωσάν κανέν από τα πρόχειρα παραδείγματά του, ή και δι' ό,τι άλλο τύχη να ζητή πληροφορίας και περί του οποίου να γίνεται λόγος. Ιππίας. Πώς το εννοείς αυτό, καλέ Σωκράτη; Σωκράτης. Εγώ θα σου το ειπώ.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν