United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συναλλαγματική διά δέκα αγγλικάς λίρας από την Αμερικήν, είπε καθαρά τη φωνή, πού ευρέθη εδώ; Κάμνεις και τέτοιες δουλειές, κυρ- Μαργαρίτη; — Για δέκα λίρες! επανέλαβεν αυθορμήτως η Αχτίτσα, ακούσασα ευκρινώς την λέξιν. — Ναι, διά δέκα αγγλικάς λίρας, είπε και πάλιν στραφείς προς αυτήν ο Ερμουπολίτης. Μήπως είνε δικό σου; — Μάλιστα.

Ήτο αρχαίος φίλος του ο θείος μου, φαίνεται δε ότι ήσαν ένθερμοι αι υπέρ εμού συστάσεις. Δεν είπε λέξιν, αλλ' όμως μ' ετάραξε το βλέμμα εκείνο, — ίσως διότι επεξήγουν την σημασίαν του τα εκφραστικώτερα βλέμματα των περί εμέ οπλιτών. Τα ενδύματά των ουδέν είχον το κοινόν προς την λαμπρότητα της περιβολής μου. Παρετήρουν τον αρχηγόν ενώ ανεγίνωσκε την επιστολήν.

O Αριστοτέλης δεν εκλαμβάνει κατά λέξιν τον όρον &εντύπωσις&. Η αντίληψις των αισθητών δεν γίνεται εν τη ψυχή κατά σχήμα τι, διότι ποίον σχήμα θα λάβωσιν εν αυτή ο ήχος, η οσμή, το χρώμα; «Καταχρηστικώτερον ουν τον τύπον φέρομεν ενταύθα απορία του κυριωτέρου». λέγει ο παραφραστής Θεμίστιος.

Τώρα έγινες ένα μηδενικόν χωρίς τίποτε απ' εμπρός του. Πάλιν καλλίτερός σου εγώ. Εγώ είμαι τουλάχιστον τρελλός. Εσύ δεν είσαι τίποτε. Προς την Γονερίλην. Βέβαια, βέβαια· θα την μαζεύσω την γλώσσαν μου. Μου το προστάζει η ματιά σου, αν και δεν λέγης λέξιν. Βούβα, Βούβα! Αν σου λείψει του ψωμιού η ψίχα και η κόρα απεκεί που χόρταινες, θα σου έλθει πείνα τώρα Να ένα ξεκουκκισμένο ρεβίθι.

Δεν ήτο αρκετόν δι' αυτόν ότι ο Ιησούς υπέφερεν, ώστε το δύστηνον πλάσμα να Του ασπασθή και να Του αρωματίση τους πόδας, χωρίς να λαλήση προς αυτήν ουδέ λέξιν ενθαρύνσεως ακόμη. Εάν ήτο προφήτης, έπρεπε να γνωρίση ποίου είδους γυνή ήτο αύτη· και αν εγνώριζε, θα την απώθει μετ' αγανακτήσεως, ως θα έπραττε και ο Σίμων αυτός. Η απλή πρόσψαυσίς της απήτει επίσημον κάθαρσιν.

Παρεδέχθημεν λοιπόν ότι αυτή θα είναι προφανώς η επιστήμη που ζητούμεν και η αιτία της αληθούς ευδαιμονίας της πολιτείας και ότι, με μίαν λέξιν, κατά τον στίχον του Αισχύλου, αυτή μόνη κάθηται εις την πρύμνην της πόλεως με το πηδάλιον εις τας χείρας και διευθύνει και κυβερνά το παν προς κοινήν όλων ωφέλειαν. Κρίτων Και δεν ήτο τάχα ορθή η ιδέα σας, Σωκράτη;

Ότε με είδεν, ηγέρθη, έντρομος, ίνα φύγη, αλλά δι' ελαφρού νεύματος προσεκάλεσα εαυτόν να εισέλθη. Ανασκιρτήσας τότε δι' ενός πηδήματος ευρέθη προ εμού γονυπετής, αλλ' ούτε να με εγγίση ούτε λέξιν να προφέρη, ούτε τους οφθαλμούς να σηκώση ετόλμα ο δυστυχής νεανίας.

Διότι αι ανομοιότητες και των ανθρώπων και των πράξεων και με μίαν λέξιν το γεγονός ότι τίποτε από τα ανθρώπινα δεν μένει ήσυχον, δεν αφίνουν καμίαν τέχνην να εκτελέση κανέν πράγμα απλούν εις κάτι τι δι' όλον τον καιρόν. Αυτά λοιπόν τα παραδεχόμεθα ίσως; Νέος Σωκράτης. Τι άλλο βεβαίως; Ξένος.

Άκουσε ευκρινώς να εξέρχεται από την στέρναν μια βαθεία, πολύ βαθεία, αλλόκοτος βοή. Εταράσσετο το νερόν της στέρνας, με παφλασμόν τρικυμίας, εφώναζε, και σχεδόν ωμίλει ως άνθρωπος. Αυτή διέκρινεν εναργώς την λέξιν την οποίαν επρόφερε το λαλούν εκείνο νερόν «Φόνισσα! . . . Φόνισσα! . . . »

Αν δεν το κάμης, στρώσε μου την νυμφικήν μου κλίνην ‘ς το μνήμα, όπου από χθες κοιμάται ο Τυβάλτης. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Δεν έχω λέξιν να ειπώ και ομιλείς του κάκου. Να κάμης όπως αγαπάς· 'τελείωσα μαζή σου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Θεέ μου! — Παραμάνα μου, ειπέ μου, πώς να γείνη; Είναι ο άνδρας μου ‘ς την γην, κ' οι όρκοι μου επάνω ‘ς τους ουρανούς.