Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Και δίχως ο πατέρας της να ξέρη, γιατί έτσι το θέλημα ήταν του θεού, — στα σπλάγχα της κρυφά το τέκνο της εκράτησε• μα όταν ήλθ' η ώρα, εγέννησε στο σπίτι της, και το παιδί το επήρε η Κρέουσα, και τόρριξε στην ίδια τη σπηληά, εκεί που μέσα στου θεού το απόχτησε την αγκαλιά, και να πεθάνη τάφησε σε κούνια βαθουλή, σώζοντας των προγόνων της το έθιμο, κ' εκείνου του βασιληά Ερεχθόνιου, που βγήκε από τη γη.
Μήπως τον αρραβώνιασες τον Σπύρο, κρυφά από τον Μπάρμπα-Σταυρήν; Να σου πω, δεν θα ήταν άσχημα. Ο γάμος είνε σαν το τυπογραφικό πιεστήριον και μπορεί να στρώση και ο Σπύρος. Η Αρφανούλα εγέλασε. Και διηγήθη είτα εις τον θείον της τα συμβαίνοντα. — Τι να σου πω, Μπάρμπα-Σταυρή. Τον λυπήθηκα. Δεν βαστά η ψυχή μου. Δεν έχει παντελόνι να φορέση.
ΑΝΗΡ Ώ Ποσειδών! μα έπαθες λοιπόν και συ τα ίδια; γιατί κ' εμένα μ' άφησε κρυφά το θηλυκό μου, κ' εχάθη με το φόρεμα το ίδιο το δικό μου. Κ' αν ην' αυτό δεν με λυπεί• αλλά και της δικές μου αρβύλες δεν της εύρηκα.
Ο γέρων ευθύς που εμβήκεν ωμίλησε κρυφά ενός σκλάβου του, ο οποίος ύστερον από ολίγον εγύρισε με ένα πραγματευτήν που είχεν εις ένα μποχτζά διάφορα φορέματα ανδρίκια και γυναίκια.
Νάξερες πως κ' η κάκοψη Πως κι' η τραχιά της φλούδα Γίνεται μέσ' 'ςτά χέρια μου Η πλιο απαλή σαρκίδα. Νάξερες ώμορφο βουνό Τι ενθύμησες μου φέρνουν Τ' απάτητα τα βάθητα Της μαύρης λαγκαδιάς σου. Νάξερες πως η άβυσσο Και το τρανό της χάο Λησμονημένα και παληά Κρυφά μου αποσκεπάζουν. Νάξερες ώμορφο βουνό Τι κελαϊδεί 'ς' εμένα. Της βρύσης σου το γάργαρο Και δροσερό νεράκι.
Ημέραν τινά, ο καπετάν-Παρμάκης, πίνων το πρωινόν τσίπουρο — για της πρώτες χολές — λέγει κρυφά προς τον Γιωργή της Θασίτσας. — Ξέρεις τίποτα, μωρέ παιδί μου; Θα του τα πάρω τα δέκατα, μωρέ Γιωργή μου! — Του κυρ-Δημάκη; — Του κυρ-Δμάκη! Ο Γιωργής της Θασίτσας ήρχισε να γελά. — Γιατί, μωρέ παιδί μου, γελάς; Γιατί, μωρέ — Γιωργή μου; — Του κυρ-Δμάκη; Ηρώτησε πάλιν ο Γιωργής της Θασίτσας, θαυμάζων.
— Κ' εγώ δεν είχα καμμιάν απαίτησιν η κακομοίρα! Έκλαιε τότε η Θωμαή, κρυφά κάτω, κάτω εις το κλειστόν μαγαζείον. Και τότε της ήρχοντο άλλαι πρακτικώτεραι, αλλά τρομεραί σκέψεις. Ο Λαλεμήτρος ήτο φιλότιμος. Ήτο υπερήφανος. Το ήξευρε τούτο η Θωμαή. Ποτέ δεν ηθέλησε να ωφεληθή από την αδικίαν. Ίσως να τον κατεστενοχώρησεν εκείνο το τηλεγράφημα, εσκέπτετο η Θωμαή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν