United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εις ετούτα τα λόγια αυτή έκραξε μίαν από τες γυναίκες που ήτον εκεί κοντά κρυμμένη οπίσω εις ένα κυπαρίσσι, η οποία ερχομένη εκατάλαβα από την φωνήν της, ότι εκείνη ήτον η σκλάβα, που ενόμιζα διά βασιλοπούλαν Τζελίκαν.

Πιο βαρύς. . . .Ψηλότερος απ' τα ψηλά δένδρα. — Ψηλότερος. — Το μαύρο σημάδι σαλεύει. — Αυτό είναι. Είναι η μαύρη πηγή του θρήνου. — Τόσο μικρό ; Σαν μια φούχτα χώμα. Κι' ο θρήνος είναι απέραντος. — Δεν είναι μια φούχτα χώμα. Μια καρδιά είναι κρυμμένη στο μαύρο σημάδι. Για κύττα! Κάτι σέρνεται στο χώμα σαν φίδι. — Δεν είναι φίδι. Είναι μαλλιά. Τα μαλλιά σέρνονται στο χώμα. — Κάτι κτυπάει τη γη.

Του φαινόταν πως περπατούσε μαζί της επάνω στην άμμο κατά μήκος του ποταμού, κάτω από το φεγγάρι: πήγαιναν, πήγαιναν σιωπηλοί, φρόνιμοι. Έφτασαν στη δημοσιά πλάι στο γεφύρι. Εκεί κάτω το όραμα μπερδευόταν. Υπήρχε ένα κάρο και επάνω του καθόταν η Λία, κρυμμένη ανάμεσα σε σάκους.

Τι θα χάσης πάλιν συ; Θα σε εμποδίση τούτο να αγαπάς την Λίγειάν σου; Ενθυμήσου επί πλέον ότι η Ποππέα την είχεν ιδεί εις το Παλατίνον και ότι δεν θα της είναι δύσκολον να υποπτεύση προς χάριν τίνος περιφρονείς τόσον ανεκτίμητον εύνοιαν. Και τότε διά να εκδικηθή θα την ανεύρη όπου και αν είναι κρυμμένη και θα προξενήσης όχι μόνον τον όλεθρόν σου, αλλά και της Λιγείας τον όλεθρον· καταλαμβάνεις;

Έβγαινε απάνω στο ψηλό παράθυρο και κύτταζε μακρυά το περιβόλι με τα μεγάλα δένδρα, τα λουλούδια και τις λίμνες, που είχε αντικρύσει, κρυμμένη κάτω από τη φτερούγα του κύκνου, το ωραίο βασιλόπουλο.

Να βρίσκη χώρα σ' ολουνούς· παντού συντροφευμένο. Σε κάθε σπίτι αγαπητό, και περιποιημένο. Η μαύρη αλήθεια από καιρούς και χρόνια εξορισμένη, Από τον κόσμο μισητή, κι' όξω απ' αυτόν κρυμμένη, Σ' ανήλιον τόπο ανάμερον, και σε πυκνό σκοτάδι, Είχε αποκάμη κατοικιά μεσ' σε βαθύ πηγάδι. Μήτ' αποκείθε εκόταγε να βγη σε ημέρας φέξι, Με δίχως κίνδυνο άφευχτο, χωρίς βαργιά να φταίξη.

Και καθώς την έρριψε πάλιν εις το πουγγί, η δραχμή ετινάχθη και εβρόντησεν από την χαράν της. Και έμενεν εκεί με τους ξένους συντρόφους της, οι οποίοι επήγαιναν και ήρχοντο και ήλλαζαν κάθε ημέραν. Αλλά η δραχμή έμενε πάντοτε κρυμμένη εκεί μέσα.

Αφαίρεσε αυτόν τον πέπλον, συ, η μόνη μου χαρά, διά να σε θαυμάσω ακόμη προ της αναχωρήσεώς μου. Διατί είσαι κατ' αυτόν τον τρόπον κρυμμένη; Εκείνη ανεσήκωσε τον πέπλον της, και' αφού έδειξε το ακτινοβολούν πρόσωπόν της και την λάμψιν των θαυμασίων οφθαλμών της, ηρώτησε: — Είναι άσχημον;

Ήθελε μ' άλλους λόγους να μην τους ερεθίζη τους Εθνικούς, μόνο να τους φυλάγη ήσυχους, για να μπορέση ναποτελειώση ειρηνικά τη μεγάλη επιχείρηση που λογάριαζε ο νους του. Πού να τα ονειρευτή όμως ο θετικός εκείνος νους τα βάσανα που του μαγείρευε η σοφιστική μανία της αρχαιότητας, κι όχι πια με την παλιά της μορφή, παρά κρυμμένη μέσα στης νέας θρησκείας τα ράσα!