Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουλίου 2025


Έρχεται, πάλε η Κυριακή στο χωριό. Νωρίς γεμίζει η εκκλησιά από κορίτσια, γυναίκες, παιδιά, και άντρες, και γέροντες. Ο δάσκαλος ψέλνει στα δεξιά, και δυο τρία σκολιταρούδια του κρατούν το ίσο. Στ' αριστερά είναι ένας χωριανός και ψέλνει με τη μύτη κι αυτός. Ο παπάς, με το κοντό το ράσο, λειτουργά και θυμιάζει. Οι γέροι, έχουν τα στασίδια τους και κάθονται.

Κι ώσπου να βγη στην πόρτα της, εβγήκεν η ψυχή της. Φάντασμα της Αγιά Μαρίνας Παλικάρια, Κορίτσια, βιολιτζήδες Τόπος, χωριό της Ανατολής.

Και σα μέπαιρνε από κάτω και μεσήκωνε στο ύψος του αναστημάτου της, ήμουν στα ουράνια. Για να γελούν άλλα κορίτσια, άρχισαν τάχα να κάνουν αντίπραξη του Βαγγελιού και προσπαθούσαν με χάδια και δώρα να μαποσπάσουν από την αγάπη της. Αλλ' εγώ ήμουν ακλόνητος.

Μόλις ο υπενωμοτάρχης με τους δυο χωροφύλακας φάνηκαν σ' ένα στενό σοκάκι και ζύγωσαν σ' ένα μικρό μπακάλικο κινήθηκαν τα παιδιά, κινήθηκαν οι γυναίκες, τα κορίτσια, οι άντρες, οι γέροντες, όλοι αναστατώθηκαν.

Μύρο νάρδο το κορμί σου αλειβόσουνα, Γαρύφαλα στεφανωμένος ξαπλωνόσουνα, και στα συμπόσια του Αυτοκράτορα Γαλέριου γλεντούσες, όταν από την Αντιόχεια Παρθένες αλαφροπατούσες, πυρά κορίτσια της Αστάρτης, σαν φείδια τον ολόγυμνο χορό τους στρυφογύριζαν κι' άλλες τα ντέφια βάραγαν κι' άλλες σουράβλια σφύριζαν, ΔημήτριεΜεγαλομάρτυς! .......................................................

ΙΩΝ Μην τύχη στης Πυθίας κ' ήλθες το βράχο πειο μπροστά; ΞΟΥΘΟΣ Εις της γιορτές του Βάκχου. ΙΩΝ Σε τίνος σπίτι έμεινες; ΞΟΥΘΟΣεκείνον που με γνώρισε με τα κορίτσια των Δελφών. ΙΩΝ Εις τα μυστήριά τους, ή θέλεις για να ειπής κι' αλλού; ΞΟΥΘΟΣ Εις των Μαινάδων τη γιορτή. ΙΩΝ Είχες σωστή τη' γνώσι σου, ή μεθυσμένος ήσουν; ΞΟΥΘΟΣ Επαραδόθηκα μ' αυτές στης ηδονές του Βάκχου.

Αυτά λέγανε, παιδί μου. Επανέλαβε μετά τινα σιωπήν η Φουλίτσα. — Δε βγαίνει τίποτα από λόγια. Υπέλαβεν η Αχτίτσα. — Μακάρι να τα πάρη, παιδί μου, για να τον πάρης να 'συχάσης και συ, γιατί να πούμε την αλήθεια, βάσανο είνε τα κορίτσια. Και ύστερα θα πας, λέει, 'ς τον Γέροντα να καλογερέψης; — Ο Θεός ξέρει! Απήντησεν η Αχτίτσα.

Αυτές πρέπει να είνε η εγγονές της Αγάλλαινας και της συμπεθέρας της, της Μωσκαδώς. Είνε Κυριακή, και γι' αυτό φορούν άσπρα φουστανάκια. Είνε όλες καλοκαμωμένα κορίτσια, ώμορφο σόι, επέφερεν ο Νικολός. Άμα μας είδαν, αι τρεις κορασίδες εκοντοστάθηκαν, και δεν εβάδιζαν ούτ' εμπρός ούτ' οπίσω. Εκρατούσαν κανατάκια εις τας χείρας των.

Ο Κώστας όμως, ως άνδρας, τάλλα παιδιά είνε κορίτσια, δεικνύει ζωηράς τάσεις αποσκιρτήσεως, και ενώ η οικογένειά του επιμένει να τον νυμφεύση με μίαν Ρωσσίδα πριγκήπισαν, της οποίας η προίκα θα τους έσωζεν, εκείνος δεν διστάζει να στεφανωθή κρυφά την Μαρίαν Μύρτου, που προς στιγμήν ενόμισεν ότι την αγαπά αληθινά.

Περνούσε από τις γειτονιές ο Λαζαράκης να κατεβή στο παζάρι και τα παιδιά τρέχανε από πίσω του και φωνάζανε: «Ο καμπούρης, ο καμπούρηςΈμπαινε στα μαγαζιά ο Λαζαράκης να ρουφήξη κανένα κρασάκι, και οι παρέες του φωνάζανε: «Ε ! Λαζαράκη, βάρδα μη μας ρίξης τη λάμπα». Σήκωνε τα μάτια του να κυττάξη καμμιά όμορφη ο Λαζαράκης και τα κορίτσια μπήγανε τα γέλια: «Της την έκαψες την καρδιά, Λαζαράκη.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν