United States or Kuwait ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Από την τροφή που τρώει• γιατί, όταν ελαττώσης το φαΐ, και τιμωρήσης κατ' ευθείαν την κοιλιά, παύουν η βρισές. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Κι' αν γίνη και καμμιά κλεψοδουλειά; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Ούτε και κανείς την νύκτα θα σε πιάση να σε γδύση;

Πώς να μην κλαίμε; Τριστάνε, αντρειωμένε βαρώνε, θα πεθάνης λοιπόν με τόσο άτιμη προδοσία; Και συ, Βασίλισσα αγνή, Βασίλισσα τιμημένη, σε ποιον τόπο θα γεννηθή ποτέ βασιλοπούλα τόσο ώμορφη και τόσο αξιολάτρευτη; Αυτά λοιπόν κατώρθωσε με τα μάγια του ο νάνος καμπούρης; Ω! που να μη δη ποτέ Θεού πρόσωπο όποιος τον απαντήση στο δρόμο του και δεν του χώση το σπαθί στην κοιλιά του!

Οτέ μεν εσκέπτετο, εγκαταλείπουσα την Ρώμην και τας κλείδας του παραδείσου να φύγη μετά του Φλώρου εις άγνωστόν τινα της γης γωνίαν, οτέ δε δι’ εξορκισμών ή και διά ιατρικών να εκδιώξη τον εν τη κοιλία της συστηθέντα απρόσκλητον και οχληρόν ενοικέτην.

Ήτον αυτού δα, για την καλή της τύχη, κ'η πονόψυχη η Κερά Γιώργαινα και την εβοηθούσε στο περέχημα-η μόνη φιλενάδα της που την είχε πια σαν άλλη μητέρα: αυτή την έπιασε στα χέρια της, εκεί που ξεφώνιζε και τσάκιζε σε δυο σφίγγοντας με τα δυο της τα χέρια την κοιλιά της, και την πήγε στην κάμαρη και την έβαλε στο κρεββάτι και την παραστάθηκε. . . Σε μιαν ώρα μέσα γέννησε.

Η γλώσσα τόσο άπαστρη, φωνάζει, καθαρά Πως μόνον εις τα άντερα φωλιάζει φανερά. Η ύλαις εσωρεύθηκαν, καθόλου στην κοιλιά. Αυταίς να καθαρίσωμε, να κάμωμαι δουλιά. Καθαρτικό χρειάζεται, κι' ολίγο δυνατό· Εγώ τα καταπότια στη χούφτα τα κρατώ.

Δεν προφθάνεις να ιδής, δεν προφθάνεις να φάγης, δεν προφθάνεις να κοιμηθής, δεν προφθάνεις να εξυπνήσης. Δαιμόνιος βόμβος, βόμβος συνταρασσομένου σιδηρού κόσμου, μαύρου κόσμου, εν πυρίνη κοιλία.

Τόσο ήτον αδύνατη μέσ' τη μέση της μανισμένης χλαλοής του τρικυμού και 'ςτην ταραχή των κατεβασμένων λαγκαδιών. Το καϋμένο το ζώο μου, ολόγυμνο, με κρεμασμένο το σαμάρι από τη ζερβιά του μεριά, τώπνιγε η βροχή. Εγιάλιζε μουσκεμμένη η τρίχα του κ' έσταζε το νερό από τ' αυτιά τα κατεβασμένα, από τα ρουθούνια τα χαρβαλωμένα, από την κοντή χύτη, από τη μακριάν ουρά, από την κοιλιά, απ' ολούθε.

Λέγουν πως τοιμάστηκε τότες να ξανακάμη το κατόρθωμα του Ξενοφώντα με τους Μύριους, κι αυτό σα να μας δείχνη πως και στους πολέμους κατά τα βιβλία πήγαινε. Δεν είταν όμως γραφτό του. Μια μέρα, εκεί που του χτυπούσαν οι Πέρσοι την πισοφυλακή του, όντας και μεγάλη ζέστη, καβαλλικεύει δίχως την αρματωσιά του και τρέχει στη μάχη. Τούρχεται μια κονταριά στην κοιλιά, κι αυτό είταν το τέλος του.

Εν μέσω δε της επελθούσης σιωπής, γυνή τις εκ του όχλου, εν ακαθέστω εκρήξει θαυμασμούσυνειθισμένη να σέβηται τους μακροχίτωνας Φαρισαίους, με όλα τα κράσπεδα και τα φυλακτήριά των, αλλ' αισθανομένη εις το βάθος της καρδίας πόσον υψηλά υπεράνω αυτών ίστατο ο Λαλώνύψωσε φωνήν και είπε προς Αυτόν. «Μακάρια η κοιλία η βαστάσασά Σε και μαστοί ους εθήλασας».

Αλοίμονο! της είπε· αν δεν έχετε βιασθή από δυο βουλγάρους, αν δεν ελάβατε δυο μαχαιριές στην κοιλιά, αν δε σας χαλάσανε δυο πύργους σας, αν δε σφάξανε μπροστά στα μάτια σας δυο πατέρες, δυο μητέρες κι' αν δεν είδατε δυο εραστές σας μαστιγωμένους σ' ένα άουτο-ντα-φε, δε βλέπω πώς θα μπορούσατε να με υπερβήτε. Προσθέστε, πως γεννήθηκα βαρώνη με εβδομηνταδυό γενεές κι' ότι κατάντησα μαγέρισσα.