United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο Τημουρτάς Χαν βλέποντας τον κίνδυνον, εις τον οποίον ευρίσκονταν, παίρνει την βασίλισσαν Ελμέρω την γυναίκα του, ομού και τον Καλάφ, και κάνοντας να φορτώση τα πλέον τιμημένα πράγματα που είχεν εις τον θησαυρό του εβγήκαν από την Ταρταρίαν και εκίνησαν διά την μεγάλην Βουλγαρίαν, συντροφιασμένοι με αρκετούς στρατιώτας.

Ο Τημουρτάς Χαν λαμβάνοντας μίαν τοιαύτην θλιβεράν είδησιν, εθλίβη μεγάλως, και έπεσεν εις μεγάλην απελπισίαν. Και δεν έφθασε μόνον αυτό, αλλά ολίγον ύστερα φθάνει ένας Οφφικιάλος, και φέρνει την είδησιν ότι ο Βασιλεύς Αμούρης, αφού και εθανάτωσεν όλον το στράτευμα του Καλάφ, έρχεται διά να θανατώση όλην την οικογένειαν την βασιλικήν, και να κυριεύση όλον το Βασίλειον.

Αυτόν τον στοχασμόν τον έβαλεν εις πράξιν, και έγινε καθώς επιθυμούσε. Επειδή την ερχομένην ημέραν, τον καιρόν που άρχισαν τον πόλεμον, ο Βεζύρης παίρνει τους Κιρκασίους, και αναχωρεί εν τω άμα, και άφησε τον Καλάφ με ολίγον στράτευμα.

Ο Αλτούν Χαν, βασιλεύς της Κίνας, ευθύς που ήκουσε την αιτίαν του ερχομού του, άλλαξε η όψις του και έμεινεν ωσάν νεκρός· και αφού εσυνήλθεν, εκατέβη από τον θρόνον του, και επλησίασεν εις τον Καλάφ λέγοντάς του· νέε τολμηρέ, ηξεύρεις εσύ, του είπε, την σκληράν απόφασίν μου, και το δυστυχισμένον αποτέλεσμα όσων έως την σήμερον ηθέλησαν να σταθούν πεισματικώς εις το να θελήσουν να λάβουν την βασιλοπούλαν θυγατέρα μου; Ναι, βασιλέα, απεκρίθη ο Καλάφ, γνωρίζω όλον τον κίνδυνον, εις τον οποίον βάνομαι, και οι οφθαλμοί μου είνε μάρτυρες εις εκείνον τον θάνατον, που έδωσες εχθές του άλλου βασιλοπούλου, μα εγώ ελπίζω να διαλύσω τα ζητήματα της θυγατρός σου και να μη κινδυνεύσω ωσάν οι άλλοι.

Ο Τημουρτάς, η γυναίκα του, και ο Καλάφ επαίνεσαν την μεγαλοψυχίαν του, και υπομονήν εις τα όσα του εσυνέβηκαν ομοίως και την απόφασιν που έκαμε διά να ζήση εις ησυχίαν. Ύστερα από αυτά ο γέρων τους εδιώρισε τρία κρεββάτια διά να πηγαίνουν να αναπαυθούν εκείνην την νύκτα.

Έτσι τάζοντας ο Καλάφ να θεωρήση την εικόνα με σταθερότητα, χωρίς να τον συγχίση με κανένα τρόπον, άρχισε να την θεωρή· την κυττάζει, την εξετάζει, στοχάζεται την ωραιότητα του προσώπου, την τελειότητα της μορφής της, την ζωντανωσύνην των οφθαλμών της, το στόμα, τα μάγουλα και τα λοιπά, εξαισίως τέλεια, και ωραία.

Τότε ο υιός του ο Καλάφ τρέχει και τον πιάνει εις τες αγκάλες του.

Ο Βασιλεύς εκατέβη από το θρονί του και αγκάλιασε την θυγατέρα του που του έδωκε τέτοιαν χαράν, έπειτα έπιασε και εφίλησε και τον Καλάφ, και εν τω άμα τον εκήρυξε γαμβρόν του, και μετά μεγάλης χαράς ελύθη το Ντιβάνι, και εμίσευσαν όλοι μετά μεγάλης αγαλλιάσεως.

Δεν ημπορώ να διηγηθώ τι λογής εστάθη ο πόνος του Χάνη, επόταν είδεν εις τι κατάστασιν ήλθεν· όθεν ερχόμενος εις απελπισίαν εγύρευε να θανατωθή, ζηλεύοντάς την τύχην εκείνων που απέθνησκον εμπρός εις τους οφθαλμούς του. Η Βασίλισσα από το άλλο μέρος εφθείρονταν εις τα κλάματα, και ο Καλάφ μόνος είχε πνεύμα διά να βαστάξη το βάρος ενός γραπτού τόσον σκληρού.

Ο Καλάφ έμεινεν εκστατικός εις ένα τέτοιον θέαμα, και εβλασφημούσε κατά πολλά την ωμότητα της βασιλοπούλας, και έλεγε με τον εαυτόν του· όσον και αν ήθελεν ήτον ωραία, διά την σκληρότητά της μόνον πρέπει να την βδελύττεται καθένας, και όχι να πιάση αγάπην δι' αυτήν, και να κινδυνεύση εις τέτοιον τρόπον την ζωήν του. Εκεί που αυτός εστοχάζετο αυτά, βλέπει κοντά του ένα άνθρωπον που έκλαιγε πικρώς.