Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Όπως θέλεις την ανοίγεις· και ήτε μείνης, ήτε φύγης, πώς να σου εναντιοθώ; Παρηγόρα με καν σ' ένα, τον πιστό σου δούλο εμένα, που θερμότατα ποθώ. Όρκον Έρωτα σου κάνω, στης σαγίταις σου απάνω, όρκο μέγαν και φριχτό, Υποφέρω κάθε άλλη τυραννία σου μεγάλη, και ποτέ να μη κλαυτώ.
ΦΛΕΡΗΣ — Ανθυπολοχαγέ μου, τ' άσπρα μου μαλλιά σ' απατούνε. Δεν είμαι και τόσο γέρος όσο φαίνομαι. Μπορώ να κάνω ακόμα μερικές κουτουράδες. Ή όχι; ΑΝΘΥΠΟΛ. — Σας ορκίζομαι, κύριε Φλέρη, πως τα λόγια μου δεν κρύβανε κανένα πονηρό υπαινιγμό. Λυπούμαι πολύ που με παρεξηγήσατε. ΦΛΕΡΗΣ — Σου χωρατεύω, σου χωρατεύω, ανθυπολοχαγέ. Έπειτα το βέβαιο είναι πως δεν έχεις απολύτως άδικο.
ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αι! αυτός ο καθηγητής της ξιφομαχίας σου στέκεται, βλέπω, στο στομάχι! θα σε κάνω να καταλάβης αμέσως πόσο ανόητη είσαι. Κράτησέ το. Κίνησις απατηλή! Η γραμμή του σώματος ίση. Όταν σπαθίζης την τετάρτη, δεν έχεις παρά να κάνης έτσι και όταν σπαθίζης την τρίτη, δεν έχεις παρά να κάνης έτσι. Μ' αυτό τον τρόπο ποτέ δεν θα σκοτωθής.
Αφτός με λόγια γνωστικά τους μίλησε έτσι κι' είπε 95 «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμέμνο, τέλος κι' αρχή από σένα εγώ θα κάνω, γιατί ορίζεις κόσμο πολύ, και σούβαλε του Κρόνου ο γιος στο χέρι ραβδί εξουσίας για να τηράς πώς νάναι εφτυχισμένοι.
Ο Τριστάνος σας μηνάει ότι θάναι κρυμμένος στο δρόμο μέσα στα βάτα. Σας μηνάει να τον λυπηθήτε. — Είπα. Ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε διαταγή βασιλική θα μ' εμποδίσουν να κάνω το θέλημα του φίλου μου».
Το κίνημα των οργανωμένων ραγιάδων θα ξεσπάσει σίγουρα έπειτα και στην Ε λ λ α δ ι κ ή κοινωνία, χτυπώντας και κει κατακέφαλα κάθε παλιανθρωπάκο και τυραννίσκο, που θα θελήσει, άμα ελευτερωθούν και αυτοί να τους εκμεταλλευτεί. Αλλά κάνω και ένα άλλο ακόμη. Επειδή πιστεύω, όπως ο κ.
Κάνει χρεία εξαναείπεν ο Αμπτούλ να σου δέσω τα μάτια, και να σε φέρω εκεί που είνε ο θησαυρός με το κεφάλι ξέσκεπον, και εγώ με ένα σπαθί εις το χέρι έτοιμος διά να σου κόψω το κεφάλι, ανίσως και ήθελες βιάσει τους νόμους της φιλοξενίας, και ξεσκεπάσης τους οφθαλμούς σου· και τούτο όλον το κάνω, επειδή και δεν ημπορώ να αποφασίσω να αποστείλω ένα μου ξένον συγχισμένον πως δεν τον υπήκουσα.
Κανείς την κατοικίαν μου ποτέ να μη γνωρίζη, μηδέ να μάθουν οι θνητοί πώς ζω μακράν των έτσι, κι' οπόταν πείνα κάποτε τα μέσα μου θερίζη με τάντερα της τίγρεως να κάνω κοκορέτσι
»Όταν όμως με βλέπεις να κάθουμαι και να κοιτάζω μέσα μου, όπως συνειθίζεις να λες, τότε πρέπει να ξέρης πως δεν κάνω τίποτες άλλο παρά εκείνο που έκαμα πάντα, ακόμα και πρι να σε γνωρίσω κι αρχίσω την πραγματική μου ζωή. Κι αν κλαίω, δεν πρέπει να νομίζης πως είμαι δυστυχισμένη. Είναι μόνο κάτι που πρέπει να το συλλογίζουμαι κάποτε, γιατί ξέρω πως θαρθή και γιατί το ήξερα πάντα πως θαρθή.
Σε δυο μήνες λαβαίνω ένα γράμμα από το Κεϊπτάουν με τρεις λίρες. «Δουλειές δεν έχει, πατέρα, μούγραφε ο Μιχαληός. Κάνω εδώ ένα κουτσοεμπόριο στο πόδι, όσο για το ψωμί. Ο Θεός ξέρει πώς οικονόμησα αυτές τις τρεις λίρες. Κάνετε υπομονή και πάλι εδώ είμαι». Πέρασαν μήνες· τίποτε, ούτε γράμμα, ούτε να μάθωμε αν ζη για πέθανε ο Μιχαληός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν