United States or Saint Kitts and Nevis ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Σμάλτω μόλις έφθασεν εκεί, έστρεψεν ολίγον την κεφαλήν χωρίς να θέλη, και διά του κανθού των οφθαλμών παρετήρησε την σκιάδα. Αλλ' ευθύς, ως να είδεν αυτήν υπερφυσικού μεγέθους και να εξέλαβε διά σκελετώδεις γαμψώνυχας δακτύλους τους εξέχοντας προς τ' άνω στύλους της και δι' ανωρθωμένην χαίτην εξηγριωμένου θηρίου την χορτώδη στέγην της, απέσυρε το βλέμμα τεταραγμένη.

Εις την οικίαν αυτήν ήκουσα τον Γλαύκον να αναλαμβάνη να παραδώση όλους τους χριστιανούς και να υπόσχεται, επί πλέον, εις ένα άλλον έμπιστον του Καίσαρος, Βινίκιον, να κατορθώση όπως ανεύρη μεταξύ των χριστιανών μίαν νέαν παρθένον . . . Εσταμάτησε και παρετήρησε με έκπληξιν τον δούλον, του οποίου τα βλέμματα είχον σπινθηροβολήσει αιφνιδίως, ως οι οφθαλμοί αγρίου θηρίου.

Και άξαφνα έδειχνεν έκφρασι ικανοποιητική του εγωισμού της και φοβεριστική σύγκαιρα σαν να έλεγε: Κύταξε καλά· αν θελήσω αλλοίμονο και τρισαλλοίμονο εσένα και το σπίτι σου!... Και σκύβοντας έχωνε το ράμφος στα στήθη της, εσήκωνε τα λιανοπούπουλα του προσώπου σαν αγκυστρωτά λεπίδια, εγούρλωνε τα μάτια κ' έπαιρνε θηρίου μανισμένου στάσι, λέγεις και ήθελε να κάμη φοβερό κακό και αδύνατη εξέσχιζε τα κρέατά της να ξεθυμάνη.

Και ητένιζεν αυτήν με βλέμμα φοβισμένον, αισθανομένη καθ' όλον αυτής το σώμα την ανατριχίασιν εκείνην του βλέποντος προ αυτού οστούν φοβερού θηρίου. Ευθύς η φαντασία της επανέφερεν εις αυτήν την ημέραν κατά την οποίαν αναισθητούσα σχεδόν, έπεσεν εις τας αγκάλας του Μήτρου.

Όταν δε ευρέθημεν εντός του κήτους, κατ' αρχάς ήτο σκότος και δεν εβλέπαμεν τίποτε• έπειτα δε το κήτος ήνοιξε το ρύγχος του και εις το φως το οποίον εισέδυσεν είδαμεν ότι το εσωτερικόν του θαλασσίου θηρίου ήτο τόσον πλατύ και υψηλόν, ώστε να δύναται να περιλάβη πόλιν ολόκληρον.

Την προτεραίαν είχεν αναγνώσει ο δυστυχής καθηγητής το &Σήμαντρον& του Λευκαδίου ποιητού· η ποιητικωτάτη περιγραφή του νέου εραστού, όστις επιστρέφων εις την πατρίδα ρίπτεται εις την θάλασσαν διά να φθάση ταχύτερον εις την ακτήν, όπου ακούει αντηχούντα τον νεκρώσιμον ήχον και βλέπει την κηδείαν της μνηστής του, — ενώ δε πλέει απηλπισμένος καταβροχθίζεται υπό του θηρίου της θαλάσσης, — η ζωηρά απεικόνισις της φοβεράς εκείνης σκηνής τον είχε τοσούτον συγκινήσει, ώστε εις την εντύπωσιν των στίχων του ποιητού απέδιδεν ο Κ. Πλατέας το πάθημά του, δι' ό και διετήρησεν έκτοτε είδος μνησικακίας κατά του Βαλαωρίτου.

Οι όνυχες και οι οδόντες του λυσσασμένου θηρίου κατεξέσχιζαν όλον το δεξιόν πλευρόν του δυστυχούς νέου. Δεν ηδύνατο να μεταχειρισθή την μάχαιράν του, διότι διά να την εκβάλη από την ζώνην του έπρεπε να ελευθερώση την κεφαλήν της λυκαίνης, την οποίαν εκράτει πάντοτε με την αριστεράν χείρα του. Δεν ηδύνατο να κινήση την δεξιάν και να χαλαρώση την λαβίδα, όπου έμενε σφιγμένος ο λαιμός του ζώου.

Διετήρει όμως πάντοτε την νευρικήν ανησυχίαν και το σπινθηροβόλημα των οφθαλμών θηρίου ατελώς δαμασθέντος. Εις την βαθμιαίαν ταύτην εξημέρωσιν συνετέλεσαν προ πάντων αι προσπάθειαι της μητρός του, ήτις συνοδεύουσα αυτόν εις την εκκλησίαν, τον εδίδασκε πώς να φέρεται.

Είχε νομίση ότι ο χρόνος θα επούλωνε το τραύμα του, το τραύμα εκείνο το οποίον, με σκληρότητα θηρίου, τω κατέφεραν χείρες φιλικαί, αδελφικαί χείρες . . . Διότι παρήλθε πολύς καιρός από της απαισίας εκείνης ημέρας . . . Παρήλθε τόσος καιρός και η πληγή του αιμάσσει έτι, ως να τω κατεφέρθη το τραύμα τώρα, προ μιας στιγμής.

Διατί να μείνης εις την Ρώμην; Εάν απολεσθής, θα καταστήσης ακόμη μεγαλείτερον τον θρίαμβον του θηρίου. Εις τον Ιωάννην, ο Κύριος δεν προσδιώρισε ποσώς το τέρμα της ζωής. Ο Παύλος είναι Ρωμαίος πολίτης και δεν δύνανται να τον φονεύσωσι πριν τον δικάσουν.