United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάθε τόσο ένας δυνατός πόνος στο πλευρό τον έκανε να πετιέται με το κορμί ίσιο και άκαμπτο σαν κάποιος να του έχωνε ένα σιδερένιο πάσαλο στα νεφρά∙ διπλωνόταν πάλι, ωχρός και τρέμοντας, ακριβώς σαν ένα καλάμι στον άνεμο∙ αλλά μετά τον σπασμό ένοιωθε μεγάλη αδυναμία, έντονη ευφορία, επειδή ήλπιζε να πεθάνει γρήγορα. Η μέρα του είχε τελειώσει.

Ύστερα τα πιατίνα που θέλανε να σκεπάσουν όλη τη μουσική σαν καπάκι, και το τρίγωνο οξύ που έχωνε τη μύτη του απροσκάλεστο σε πείσμα όλης της συμφωνίας. Κι' ενώ οι νότες καλλιτεχνούσανε τον αέρα και τον αρωματίζανε με τη δική τους πνοή, ο Ρένας έβλεπε τα μαυρισμένα από το κάρβουνο πρόσωπα των ναυτών να κάνουνε ντροπή στον ήλιο, και τα ρούχα τους να δίνουνε περισσότερη ανυπόληψη στον εαυτό τους.

Άνοιξε ναούς, έστησε βωμούς, ξανασκάρωσε τω Δελφών το Μαντείο, και καμάρι του το είχε να κάμνη ατός του θυσίες, μάζευε δηλαδή, έκοβε κι άναβε τα ξύλα, έσφαζε το θύμα, κ' έχωνε το βασιλικό του χέρι στα σπλάχνα του ζώου να σύρη το συκώτι και ναναγνώση μελλούμενα.

Κ' έτσι γλυτώσαντας και τα δικά μας μέρη από το φόβο του, έμεινε ήσυχος ο Μαρκιανός, και βόλεψε κάμποσα πράματα μέσα στα εφτά χρόνια της βασιλείας του. Πρώτο και μεγαλήτερο καλό που συμμάζεψε τη δύναμη των ευνούχων, αφού θανάτωσε το Χρυσάφιο, που καθώς είδαμε παντού έχωνε την ουρά του, κι ό,τι έκαμνε η Πουλχερία με το Θεοδόσιο αυτός το χαλνούσε.

Εγνώριζε πως ο παππά Συνέσιος ωμιλούσε συχνά με τον παππά Κρητικό, έναν κατεργαρόπαππα της χώρας, που έχωνε τη μύτη του, σαν την όρνιθα, εις πολλώ λογιώνε σκύβαλα και που εδιάβαζε τη Σολωμονική στης ανόητες γυναίκες και ήταν πολύ ανήσυχος, τόσο περισσότερο, οπού ο γαμπρός ο ευκολολύγιστος, όλο ανάβαλλε την ημέρα του γάμου.