Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Ναι, αλλά είναι άνοστον και ανάλατον, και δεν ημπορώ να το χωνεύσω, είπεν η πάπια η οποία το είχε δαγκάσει. — Νόστιμα παιδάκια έχει του λόγου της, είπεν η πάπια με το κόκκινον κουρέλι εις το ποδάρι. Μόνον το έν είναι κακοκαμωμένον. Κρίμα ότι δεν ημπορεί να το ξανακάμη. — Δεν ημπορώ να το αλλάξω κυρία μου, είπεν η μάνα.

Ακριβώς λοιπόν αυτή είναι η απορία μου, και αυτό δεν ημπορώ να χωνεύσω εις τον νουν μου καλά, τι είναι άραγε η επιστήμη. Λοιπόν μήπως είναι δυνατόν να το ειπή κανείς από ημάς; Τι λέγετε; Ποίος θα το ειπή πρώτος; Και όποιος σφάλη και σφάλη επανειλημμένως, θα τον ονομάσωμεν όνον, καθώς λέγουν τα παιδιά όταν παίζουν σφαίρας.

— Ω, είπεν η μικρά κόρη δεν βαρύνομαι την δουλειά, αλλά βιάζομαι να φθάσωτον παππού. Πώς να σ' αφήσω όμως κ' εσένα παραπονεμένην. . . Θα σου κάμω όσα μου εζήτησες και έπειτα θα τρέξω, θα τρέξωτον δρόμον μου όσο βιαστικά ημπορώ.

Αι νεάνιδες δεν πρέπει να γνωρίζουν τοιαύτα πράγματα. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Σπεύσε τουλάχιστον να επιστρέψης εκ Φρυγίας προς εμέ, αφού νικήσης εκεί. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πρέπει πρότερον να τελέσω εδώ μίαν θυσίαν. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Δεν ημπορώ να ήμαι κ' εγώ εις αυτήν την θυσίαν με τους ιερείς, να την ιδώ ευλαβώς ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ θα την ίδης, κόρη μου, θα την ίδης, διότι θα ίστασαι πλησίον της τραπέζης της θυσίας.

Τελειώνοντας δε ο Αμπτούλ την διήγησιν των συμβεβηκότων του, ο Καλίφης, γεμάτος από μίαν μεγάλην επιθυμίαν διά να ιδή τον θησαυρόν, του είπεν· είνε δυνατόν να είνε ποτέ εις τον κόσμον ένας θησαυρός, που η μεγάλη σου γενναιότης να μην ήθελε τον φθείρει; όχι, όχι δεν ημπορώ να το πιστεύσω και αν δεν ήθελε σου κακοφανή, ήθελα να σε παρακαλέσω διά να με εβγάλης τελείως από την περιέργειαν να μου τον δείξης, και σου κάνω όρκον φοβερόν ότι να μην ειπώ κανενός το μυστήριον.

Ο Αμπτούλ εφάνη περίλυπος διά την ζήτησιν του Καλίφη. Μου κακοφαίνεται, Αφέντη μου, του είπεν, που έχεις τέτοιαν περιέργειαν, την οποίαν δεν ημπορώ να σου την πληρώσω χωρίς να μη σου ήθελε κακοφανή. Δεν βλάπτει, έκραξεν ο Καλίφης, είμαι ευχαριστημένος διά να υποφέρω ότι με ήθελες προστάξει χωρίς εναντίωσιν, και σου τάσσω πως δεν θέλεις το μετανοήσει, που μου τον έδειξες.

Ο Ιωχανάν δεν εξηρτάτο πλέον απ' αυτόν. Οι Ρωμαίοι ήσαν υπεύθυνοι. Οποία ανακούφισις! Προσκαλέσας δε τον Φανουήλ και δεικνύων εις αυτόν τους στρατιώτας. — Αυτοί είνε ισχυρότεροι! δεν ημπορώ να τον σώσω! πταίω εγώ; Η αυλή ήτο κενή, οι δούλοι ανεπαύοντο. Εις το ερυθρόν χρώμα του ουρανού, το οποίον επυρπόλει τον ορίζοντα, και τα ελάχιστα αντικείμενα εφαίνοντο μελανά.

Πρωταγόρα, ούτε εγώ σε στενοχωρώ εναντίον της γνώμης σου να γείνη η συνομιλία μας, αλλ' όταν συ θελήσης να συνδιαλεχθής με τρόπον ώστε και εγώ να ημπορώ να παρακολουθώ, τότε θέλω συνδιαλεχθή με εσέ.

ΓΛΟΣΤ. Δεν ημπορώ να το ιδώ, κι' αν ήτον ένας ήλιος το κάθε γράμμα. ΕΔΓΑΡ Αν κανείς μου το εδιηγείτο δεν θα το 'πίστευα ποτέ. Το βλέπω, κ' η καρδιά μου ραγίζει απ' την λύπην της. ΛΗΡ Ανάγνωσέ το, λέγω. ΓΛΟΣΤ. Με τ' άδεια μου τα βλέφαρα; ΛΗΡ Ω, ω! Λοιπόν είμεθα ίσα κ' ίσα! Χωρίς 'μάτιατο κεφάλι και χωρίς χρήματατο πουγγί! Σου εβάρυναν τα 'μάτια και σου ελάφρωσε το πουγγί!

Και περιδιαβάζοντας εκεί μόνος, είδα μακρόθεν προς το μέρος της στερεάς ένα πλοιάριον με τα πανιά ανοικτά, που ήρχετο κατ' ευθείαν προς εκείνο το νησί· ως δε βεβαιώθην ότι ήρχετο να αράξη εκεί, έκρινα εύλογον να μη φανερωθώ ευθύς εις εκείνους τους ανθρώπους, μην ηξεύροντας αν ήσαν φίλοι ή εχθροί, και έτσι, εκρύφθηκα υψηλά εις ένα δένδρον φουντωτόν, εις τόσον που εγώ να ημπορώ να τους βλέπω χωρίς να φαίνωμαι.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν