Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Την άνοιξιν, όταν ο ήλιος είναι ευχάριστος, διαβάζω εις το δώμα της καλύβης μου· το καλοκαίρι όπου αι ακτίνες του καίουν καταφεύγω υπό την σκιάν μιας γραίας πλατάνου, της οποίας τα περιττά κλαδιά με ζεσταίνουν τον χειμώνα· ώστε το δένδρον τούτο μου δίδει κατά τας περιστάσεις δροσιάν ή ζέστην καθώς το φύσημα του Αισωπείου Σατύρου.

Σωκράτης Έχομεν καιρόν ως φαίνεται· και μάλιστα μέσα εις την πνιγηράν ζέστην επάνω από τα κεφάλια μας μου φαίνονται ότι οι τέττιγες ψάλλοντες και συνομιλούντες μας παρατηρούν. Φαίδρος Ποίον είναι λοιπόν τούτο το δώρον; διότι εγώ, καθώς μου φαίνεται δεν έτυχε να το ακούσω.

Όταν δε έβλεπον κανέν παιδίον να τρώγη τεμάχιον από την ζεστήν και αφράτην πήτταν, εις ανάμνησιν γέροντος νεκρού διανεμομένην, μετά ιδιαζούσης θλίψεως το εθεώρουν. Ενώ τουναντίον τα εις μνήμας Μαρτύρων παρατιθέμενα κόλλυβα έτρωγον μετ' ιδιαιτέρας αγάπης, ως και τας εξ εορτών προσφοράς οπού μου εχάριζαν η μάμμη μου η Παπαλεξανδρίνα.

Ο Νίκος κοντά της! τόσο κοντά που δεν ανάπνεε άλλον αέρα παρά τη ζεστήν ανάσα του κορμιού της, που σκόρπιζε ολοένα γύρω του ένα μύρο, σαν κάποιο αέρινο και φεγγερό ρευστό, και τα μάτια του τα παράξενα εκείνα μάτια, τα γαλαζοπράσινα, με τις κόρες τις διπλές και τρίδιπλες σαν άνθη και τον ήσκιο ολόγυρα που τραβούσε σα μαγνήτης, έπιναν κ' εκείνα τη λάμψη πούτον απάνω στα μαλλιά και στο πρόσωπο της Λιόλιας σαν ήλιος που μεσημεριάζει απάνω σ' ανθόφυλλα γλυκά.

Ο λόγος της τοσαύτης κατά του χαριτοβρύτου τούτου πλάσματος έχθρας της οικονόμου ήτο, ότι ως όλαι αι γάται και μάλλον πάσης άλλης υπερηγάπα η ιδική μας την ζέστην και το άπλωμα εις τα μαλακά. Τούτων το άκρον άωτον δεν ηδύνατο να εύρη παρά μόνον εις την μεγαλοπρεπή εκείνην κλίνην.

Σωκράτης Ημπορώ να σου είπω ταύτα τα οποία θα ενθυμηθώ. Είπε δηλαδή: Και ποία ηλικία δεν έχει λύπας ; Ευθύς άμα το νήπιον γεννηθή, μήπως δεν κλαίει αρχόμενον του ζην από λύπης; Δοκιμάζει όλας τας αλγηδόνας, κλαίων διότι είτε στερείται τινος, είτε διά την ζέστην, είτε διά το ψύχος ή διά τινα πληγήν, μη δυνάμενον να είπη τι αισθάνεται, κλαυθμηρίζον δε με φωνήν δυσαρεσκείας.

Α! ξεύρω όταν το αίμα βράζει πόσο είναι γενναία η ψυχή να δανείζη όρκους εις τα χείλη! Αναλαμπαίς, 'πού δίδουν φως, ζέστην ολίγην, σβυμένατην στιγμήν 'πού τάζουν και τα δύο, ω κόρη μου, μη γελασθής πως είναι φλόγαις. Μη την παρθενικήν σου δίδης παρουσίαν τόσο εύκολατο εξής· της συναναστροφής σου συ την αξίαν ως εκεί μη χαμηλόνης, να προστάζεσαι να 'λθης εις συνομιλίαις.

Το χαμόμηλον ήκουε και ελυπείτο και ήθελε να βοηθήση την δυστυχισμένην κίχλαν. Αλλά τι να κάμη; Δεν εσυλλογίζετο ούτε την ζέστην του ηλίου, ούτε την ωραιότητα των άλλων ανθών, ούτε τίποτε άλλο. Ο νους της ήτο εις το σκλαβωμένον πουλάκι. Εκεί ήλθαν εις το περιβόλι δυο αγόρια. Το έν εκρατούσε το μεγάλον ψαλίδι, το οποίον είχε χθες η νέα.

Την αυγήν ένας χωρικός επέρασε και είδε το παπί παγωμένον εκεί και το ελυπήθη. Επάτησε λοιπόν επάνω εις το κρυσταλλωμένον νερόν, έσπασε τον πάγον με το υπόδημά του και επήρε το παπί εις την καλύβην του, να το δώση της γυναικός του. Εκεί εις την ζέστην εζωντάνευσε το ταλαίπωρον.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν