Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουλίου 2025


ΟΣΒ. Βοήθεια! Μ' εσκότωσε! Βοήθεια! ΕΔΜ. Τι είν' αυτό; Τι έχετε; Τι τρέχει; — Χωρισθήτε! ΚΕΝΤ Με την αράδα σου και συ. Αν θέλης να κοπιάσης, σου διορθώνω το πετσί. Έλ' αρχοντόπουλό μου ΓΛΟΣΤ. Γυμνά σπαθιά! Τι έτρεξε; ΚΟΡΝ. Σταθήτε! Το προστάζω! Σταθήτε! Τον εσκότωσα, όποιον σηκώση χέρι! ΡΕΓ. Οι άνθρωποι της αδελφής και του πατρός μου είναι. ΚΟΡΝ. Τι πολεμάτε; Λέγε συ.

Άραγε είναι δυνατόν να αδικηθή κανείς εκουσίως; — Είναι όμως δυνατόν να διαφιλονικήση κανείς αν αρκετά καλά ωρίσαμεν την παθητικήν και την ενεργητικήν αδικίαν, και πρώτον μεν μήπως είναι καθώς το είπε ο Ευριπίδης, ο οποίος λέγει παραλόγως: Εσκότωσα την μάννα μου, δύο λόγια και καλά. Μα ήθελα και ήθελε; ή ούτ' ήθελα ούτ' ήθελε;

Διά ποίαν αιτίαν ζητείς τον θάνατον μου; Ποίαν πόλιν επρόδωσα, ποίον από τα παιδιά σου εσκότωσα, πού έβαλα πυρκαϊάν; Διά της βίας εκοιμήθην με τον κύριόν μου και φονεύεις εμέ αντί εκείνου ο οποίος είναι η αιτία; Αφήνεις την αρχήν και φέρεσαι εναντίον του αποτελέσματος; Ω, τι δυστυχία είναι αυτή! Δυστυχισμένη μου πατρίς, πόσα υποφέρω!

Ω του Αδμήτου ανάκτορα, που αν και θεός μεγάλος εδέχθηκα να κάθωμαι στων δούλων το τραπέζι, χαίρετε τώρα. Αίτιος αυτής μου της δουλείας ήτανε ο Ζευς που σκότωσε με ένα κεραυνό του τον γυιό μου τον Ασκληπιόν. Εγώ απ' τον θυμό μου τους Κύκλωπας εσκότωσα, που την φωτιά δουλεύουν και τηνε κάνουν κεραυνούς για τον πατέρα Δία.

Την εσκότωσα διά να την πωλήσω. — Κύριε ελέησον! εφώναξεν ο φαρμακοπώλης, Τρελός είσαι; Μη τα λέγεις αυτά, διά να μη σε σκοτώσουν και εσένα! Και ήρχισε να του λέγη ότι ήτο κακός άνθρωπος, και ότι έπρεπε να τιμωρηθή. Ο δε μεγάλος Κλώσος τόσον ετρόμαξεν, ώστε έτρεξεν έξω από το φαρμακοπωλείον, επήδησεν εις την άμαξαν εμάστιξε τα άλογα και έφυγε.

Όταν επέστρεψεν εις το χωρίον, έστειλε πάλιν το παιδί να δανεισθή το κοιλόν του μεγάλου Κλώσου. — Τι σημαίνει τούτο; είπεν ο μεγάλος Κλώσος. Μήπως δεν τον εσκότωσα; Ας υπάγω μόνος μου να ίδω τι τρέχει. Και υπήγεν ο ίδιος με το κοιλόν του. — Πού τα ηύρες πάλιν αυτά τα χρήματα, ηρώτησε. — Δεν εσκότωσες εμένα, αλλά την νόναν μου, του απεκρίθη ο μικρός Κλώσος.

Έπειτα ο Τριστάνος μίλησε έτσι: «Άρχοντες, ναι, εσκότωσα το Μόρχολτ, αλλά πέρασα τη θάλασσα για να σας προσφέρω λαμπρή ικανοποίησι. Για να ξεπλύνω το άδικο, έβαλα τη ζωή μου σε κίνδυνο θανάτου και σας ελευθέρωσα από το θεριό. Και να που κατέκτησα έτσι την Ιζόλδη την Ξανθή. Θα την πάρω λοιπόν στο καράβι μου.

Λέξη Της Ημέρας

σοβαρώτατος

Άλλοι Ψάχνουν