Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Και ο θείος ο χοιροβοσκός το εσπέρας επανήλθε, ενώ μαζή με τον υιόν ετοίμαζ' ο Οδυσσέας τον δείπνο, με χρονιάρικο θρεφτάρι 'που 'χαν σφάξει. κ' ήλθ' η Αθηνά κ' εκτύπησε τον θείον Οδυσσέα, 455 με το ραβδί και γέροντα τον έκαμεν οπίσω, και ρούχα του 'βαλε πτωχά, μήπως ο χοιροτρόφος, άματα μάτια τον ιδή, γνωρίση τον και τρέξη της Πηνελόπης να το ειπή και δεν το κρύψη ο νους του.

Αλλά την τελευταίαν στιγμήν, αλλοκότως, μου επανήλθε πάλιν η πρώτη ιδέα . . . Να ριφθώ εις τα κύματα, προς το αντίθετον μέρος, εις τα όπισθεν, να κολυμβήσω όλον εκείνο το διάστημα έως την άμμον, και να φύγω, να φύγω τον πειρασμόν! . . . Και πάλιν δεν εχόρταινα να βλέπω το όνειρον . . . Αίφνης εις τας ανάγκας του πραγματικού κόσμου μ' επανέφερεν η φωνή της κατσίκας μου.

Εκείνη, αν και δεν ήξευρε πού ν' αποδώση την υπερτάτην αυτήν των συζυγικών θωπειών, παρεδόθη όμως εις αυτήν μετ' ίσης ορμής, ευαρέστως εκπληττομένη και εκ πολλών μεν άλλων, αλλά και εξ αυτής της οσμής του στόματος του συζύγου, της αλλοκότως μεθυστικής . . . Και η ευτυχία επανήλθε πλήρης· η πρώτη ευτυχία των πρώτων ημερών.

Ο δεύτερος υιός, αφού έκαμε πολλά ταξείδια, και αφού επανήλθε δις ή τρις μετά μακράς απουσίας, όταν έγεινε δεκαοκτώ ετών, εμβαρκαρίσθη με βαπόρια, κ' επήγεν εις την Αμερικήν. Εκείθεν έγραψε δύο ή τρεις επιστολάς κατά μακρά διαλείμματα, υποσχόμενος ταχέως ότι έμελλε να στείλη και χρήματα· αλλά δεν έστειλεν. Είτα έπαυσε να γράφη και δεν ηκούετο πλέον.

Και χαιρετίσας ο κυρ Δημήτρης επανήλθε φαιδρός εις τον οίκον του, περιεπτύχθη τα μικρά του, και εξεκρέμασεν αμέσως το μπουζούκι του. Ο Κύριος Μαρής ενόμισε περιττόν να εξακολουθήση την ομιλίαν του περί της επιδράσεως του χρήματος επί του χαρακτήρος του ανθρώπου.

Ο Θησεύς, φθάσας εις Κρήτην, εφόνευσεν ευτυχώς τον Μινώταυρον, και επανήλθε σώος εις τας Αθήνας μετά των διασωθέντων και ευγνωμονούντων συντρόφων του. Αλλ' εν τω μέσω της χαράς των λησμονούν να υψώσωσι το λευκόν αντί του μαύρου πανίου. Ιδών δε τούτο μακρόθεν ο Αιγεύς, και νομίσας ότι ο υιός του εχάθη, έπεσε και επνίγη εις την θάλασσαν, ήτις έκτοτε ωνομάσθη Αιγαίον Πέλαγος .

Ο δε Φερχάτης λαβών αφορμήν εκ τούτου έγραψε προς τον Αλή πασάν και χαρακτηρίσας τον Διάκον ως ταραξίαν, ως εχθρόν επικίνδυνον και καταστροφέα των εν τη Δωρίδι κτημάτων του, εξητήσατο και έλαβε την άδειαν ίνα τον φονεύση· εξήλθεν επομένως μετά εκλεκτού σώματος προς καταδίωξιν του εχθρού του, αλλ' επανήλθε καθημαγμένος.

Όλοι οι παρόντες επεδοκίμασαν και μάλιστα ο Αρισταίνετος και ο Εύκριτος, οι οποίοι ήλπισαν ότι ούτω θα εσώζοντο από την αηδίαν των ύβρεων. Επανήλθε δε τότε ο Αρισταίνετος εις την θέσιν του, πιστεύσας ότι τα πράγματα θα ησύχαζαν.

Τότε ο Έφις επανήλθε στον εαυτό του, σαν μέσα στο σπίτι της ψυχής του, και θυμήθηκε γιατί είχε έρθει. «Και όμως, Τζατσίντο, πρέπει να παντρευτείς την Γκριζέντα. Θα έρθει εδώ σε μερικές μέρες∙ μην την διώξεις, μην την χάσεις!» «Μα καλέ μου άνθρωπε! Δεν έχεις αυτιά για ν’ ακούσεις; Σου λέω πως δε μπορώ να την κρατήσω, δε μπορώ να την παντρευτώ.

Έχεις δίκαιον. — Και ο αφέντης πού είνε; ηρώτησεν ο Πρωτόγυφτος. — Προ μιας ώρας ανεχώρησε διά την Σπάρτην. — Λοιπόν θα υπάγης και συ εκεί; — Αύριον πρωί. — Ναι, αλλά φύγε απ' εδώ να μη σε ιδή. Ο άνθρωπος εξελθών, εστράφη περί τον βράχον, και απεμακρύνθη ταχέως. Ο Γύφτος επανήλθε προς την Αϊμάν και τη είπε·Πάμε, κόρη μου. — Μας δέχονται; ηρώτησεν η νέα. — Μας δέχονται. Είνε καλοί άνθρωποι.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν