Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Το ένα πρώτο για να βρω νερό κ' έπειτα με την ελπίδα ν' απαντήσω κανένα γνώριμο... να τον αρωτήσω αν είδε τον άνδρα μου πουθενά. Χωρίς άλλο, είχα σκοπό να γυρίσω πίσω στο σπιτάκι μου. Επήγα παραπέρ' απ' τη βρύσι, που δεν είχε νερό. Εκεί ακούω σαν μουρμουρητό, σαν σιγανή ψαλμωδία. Έφτασα απ' έξω απ' τους Αγίους Αποστόλους.

Γι' αυτό οι γειτόνοι στέκανε και κοιτάζανε χωρίς να μπορούνε ναρθούνε να βοηθήσουν. Μόνοι τους οι δυο γέροι γλυτώσανε ό,τι μπορέσαν κ' έπειτα στέκανε και κείνοι και κοιτάζανε να καίεται ό,τι είχαν, δίχως να μπορούνε να κάμουν τίποτε. Με τις τελευταίες σπίθες που σβηστήκανε στη στάχτη, έσβησε και σ' αυτούς η τελευταία ελπίδα πως θα μπορούσανε να περάσουν άνετα τα γερατιά τους.

Ο Αννίβας ησθάνθη εαυτόν ειπέρποτε δυστυχέστερον. Αλλ' όμως δεν ήθελε ναποβάλη την παράφρονα ελπίδα, ουδέ να παύση τας επιμόνους ερεύνας. Νύκτα τινά ο πατήρ των ανέμων προσεποιήθη ότι ήτο ωργισμένος εναντίον του αυθάδους και καλέσας τους δύο κραταιούς υιούς του, τον Βορέαν και τον Αργέστην, διέταξεν αυτούς να οργώσωσι τα κύματα.

Ποίας ωδάς ψάλλων και χορεύων θα κάμη αυτά τα δύο, το μεν γενικόν σχέδιον ελέχθη και ωσάν δρόμοι χωρίζουν εμπρός του, τους οποίους πρέπει να διαβή έχων ελπίδα ότι και ο ποιητής καλά λέγει τους στίχους Τηλέμαχε, άλλα μόνος θα βρης με το μυαλό σου Και άλλα ο θεός θα σου τα ειπή. Γιατί εγώ νομίζω Πως συ με θέλημα θεού εγεννήθης και ανετράφης.

Αλλά, αλλά γελάσθηκα. Μια 'πατηλή ελπίδα Μου μένει πάντατην καρδιά Ν' ακούσω ώραώρα Ένα τουφέκι βροντερό 'Στήν ένδοξη τον χώρα. Το βρόντο του δεν άκουσα, Μόν 'σάν καπνούρα είδα Για σώπα, σώπα και θαλθή Μια 'μέρα και για σένα, Ν' ακούσης και το βρόντο του, Να ταραχθή η Πλάσι, Τα έρμα τούτα τα βουνά Να σκούζουν, και τα δάση Και τα λαγκάδια να βογγούν Στα αίματα πνιγμένα.

Τότε έλαβα κάποιον θάρρος και ελπίδα σωτηρίας και επρόσπεσα εις τους πόδας του, και τον παρεκάλεσα να με ευσπλαγχνισθή, και να με αφήση ελεύθερον.

Η μετ' ολίγον επανάληψις του φαινομένου και ο μετριώτερος του ύδατος κροταλισμός παρείχον ήδη ελπίδα τινά δυνατής εξόδου. Κατορθώσαντες να υπερπηδήσωμεν τους κοιμωμένους ημών συντρόφους, εξήλθομεν αδιστάκτως. Ουδέποτε, πιστεύω, έτυχεν άνθρωπος να ροφήση αέρα μεθ' όσης ημείς απληστίας, πλην ίσως του προφήτου Ιωνά, ότε εξήλθε της κοιλίας του κήτους.

ΑΛΟΝΖ. Φίλε μου, δεν σε κατηγορώ· εγώ ο ίδιος είμαι αδυνατισμένος τόσον, ώστ' ενεκρώθηκ' η καρδιά μου· κάθησε, ησύχασε· κ' εδώ αποθέτω την ελπίδα, δεν δέχομαι πλέον την κολακεία της. Eπνίγηκε εκείνος, που περιπλανούμενοι εμείς τον γυρεύουμε, και το πέλαο γελάει με τη μάταιή μας έρευνα εις την ξηρά. Ας είναι· επήγε. Χαίρομαι τωόντι πως έχασε κάθ' ελπίδα.

Πουλάκι, νομίζεις, αγαπησάρικο και ομορφόπλουμο, επέταξεν από τα δέντρα της Παράδεισος στη σκοτεινή την κούρνια μας και με το απαλό φτερούγισμα, με τον κελαϊδισμό, με το είνε του, άπλωσε βάλσαμο στις τυρανισμένες ψυχές, ανάδωσε γιγαντωμένη τη χαρά, πλανεύτρα την ελπίδα, τον πόνο και τον μόχθον άβλαβα και ποθητά. Έφευγεν η μαρτιάτικη ημέρα γοργή σαν γυρευτό διάνεμα.

Ίσως όχι όλωςδιόλου το ίδιο όπως μια φορά, όμως αιστάνουμαι πως έρχεται κάθε μέρα πάντα πιο κοντά μας. Κάποτε πιστεύω εκείνο που λέει, πως δηλαδή όλο αυτό έρχεται από το πως γνωρίζει πως θα πεθάνη γλήγορα και πως αυτή η ελπίδα τη συγκρατεί.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν