Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Και ρίχνονται όλοι απάνω μου, με ψηλαφούν, σφίγγουν τα κρέατά μου, κινούν τα μπράτσα μου και ακόμη δεν πιστεύουν πως είμαι γερός. — Μα τραβάτε, παιδιά· λέγω στενοχωρημένος· το δέντρο εκόπηκε. Ρίχνονται στα κουπιά· τραβούν με δύναμι. Ναι! Αντί να σύρη εμπρός πίσω πηγαίνει το καΐκι μας. — Μωρέ μας γελάς· λέγει ο καπετάνιος αγαναχτισμένος· τι μολογάς πως έκοψες το γιούσουρι;

Κ' εκείνες θεότρελες ετσαλαβουτούσαν εδώ κ' εκεί, άρπαζαν τα χαρίσματα κ' εγύριζαν πίσω με τα λάφυρά τους στα χέρια. Έπιαναν την καρίνα, αρπάζονταν στα σχοινιά ν' ανεβούν απάνω τάχα κ' εφώναζαν ολογέλαστες: — Για βας λιουμπλιού!... για βας λιουμπλιού!... — Ναι· σ' αγαπώ! κ' εγώ σ' αγαπώ! ... Άξαφν' ακούω πίσω μου μια φοβερή βροντή. Είπα πως εκόπηκε η άγκυρα, πως έσπασε κανένα κατάρτι.

Μα δεν την παραιτά καθόλου τη θέσι του· δεν αφίνει στιγμή από τα μάτια τον ζωντανόν καθρέφτη του. Τέλος σηκώνει εκείνος τα μάτια, τον καλοκυτάζει μια στιγμή και λέγει με φωνή αδιάφορη: — Ναι... Αρχάγγελος. Εχάθηκε στο τάδε μέρος της Ρούμελης· εκόπηκε στα δυο· Η πρύμη του ερρίχθηκε στους βράχους με δυο παιδιά μέσα... Τα παιδιά είνε ζωντανά. Ζωντανά!

Τώρα εις τα εγκόσμια ουσίαν δεν ευρίσκω· τα πάντα μάταια· νεκρά και η χαρά κ' η δόξα· 'πάγει ο οίνος της ζωήςτο καταπάτι μένει, του πίθου μόνον καύχημα εις το εξής . ΔΟΝΑΛΒΑΙΝ Τι τρέχει; Ποιος εκακόπαθε; ΜΑΚΒΕΘ Εσύ! Εσύ, και δεν το 'ξεύρεις. Του αίματός σου η πηγή, η κεφαλή, η βρύσις, εστείρευσεν! Εκόπηκε το ρεύμα της ζωής σου! ΜΑΚΔΩΦ Τον Δώγκαν, τον πατέρα σου τον 'σκότωσαν!

Παρήλθε το μεσονύκτιον και ήρχισαν ν' αντηχώσιν οι κώδωνες των ναών, καλούντες τους χριστιανούς εις την ευφρόσυνον της εορτής ακολουθίαν. Η καρδία της νέας &εκόπηκε μέσα της&. — Πέρασαν τα μεσάνυκτα, είπε, κι' ο πατέρας μου! . . . Συγχρόνως τότε ήκουσε θόρυβον και φωνάς έξωθεν. Η γειτονιά είχεν εξυπνήσει και όλοι ητοιμάζοντο διά την εκκλησίαν.

Τους έδειξε μια σκλήθρα Κ' είπε πως ήτανε κεντρί.. Κι' όταν ο γέρο μάντης Εξάνοιξε ’ς την αγκωνή, μελαχρινή λουρίδα, Που πρόβαινε σα σερπετό, του θόλωσαν τα μάτια, Που πιάστηκε η αναπνοά, του αχνίσανε τα χείλη, Βαρειά, βαρειά αναστέναξε κ' εκόπηκε η φωνή του... — Διαμάντη, τι σ' εξάφνισε;... — Οχιά με τον οσκρό της.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν