Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Άλλοι που το πρωί δε σκέφτηκαν πως μπορούσε να πεινάσουν, ρώταγαν τις γυναίκες τους αν μαγέρεψαν τίποτα. Την ώρα όμως που το κόνισμα άγγιζε σχεδόν στην πόρτα της εκκλησιάς, μια φωνή τρεμάμενη μα δυνατή ακούστηκε : — Σταθήτε!... Όλοι πάψανε αμέσως· κόπηκαν οι ψαλμοί μέση· στάθηκε καθένας στη θέση του όπως βρέθηκε. Ήταν ο Τσαϊπάς που έβγαλε τη φωνή· δε μπόρεσε να κρατηθή περισσότερο.

Όλα εγελούσαν ως μικρά αθώα παιδία, όλα εμοσχοβολούσαν εις την μικράν εκείνην νήσον, όλα ήσαν λαμπροφορεμένα· τα περισσότερα παιδία είχαν φορέσει καινουργή τριζοκοπούντα υποδήματα, κ' έκαμνον κρότον και κρότον επάνω εις της πλάκες της Εκκλησίας. Τι εύμορφον Πάσχα! Την ψαλμωδίαν του, μοι φαίνεται, δεν την ήκουσα πλέον.

Αλλά και τώρα οι λόγοι του εμετρίασαν την αγανάκτησιν των συνηγμένων προ της εκκλησίας και ελύπησαν εκείνους οίτινες ευρέθησαν εις την ανάγκην να τον πικράνουν και να τον στενοχωρήσουν περισσότερον.

Την πρωίαν εκείνην, ως συνέβαινε πάντοτε την επιούσαν εορτής, βαρόηχοι ρογχαλισμοί αντήχησαν αντί ύμνων υπό τους θόλους της εκκλησίας, και εκ τούτου, λέγουσι, παρέμεινεν εις τους καλογήρους η συνήθεια να ψάλλωσι και, έξυπνοι όντες διά των ρωθώνων.

Της άξιζαν τα εγκαίνια που της έκαμαν τέτοιας μεγαλόπρεπης εκκλησιάς. Αλύπητα μοιράστηκαν τα δώρα τη μέρα εκείνη. Ανάστατη όλη η Πόλη ακολουθώντας τη λαμπρή συνοδιάβασιλέα, πατριάρχη, αυλικούς κι αρχόντους, από το παλάτι ως το ναό. Πρώτος ξεπέζεψε ο Ιουστινιανός και μπήκε, προχώρησε ως τον άμπωνα, δόξασε το Θεό που τέλειωσε το μέγα του έργο, και φώναξε από τη χαρά του «Σε νίκησα Σολομώντα».

Ω, πόση νοιώθη αλάφρωσι ο πεζοδρόμος πόση 'Σάν από βράχια και βουνά και λαγκαδιαίς γλυτώση. Καιτο μικρό καλύβι του το βράδυ-βράδυ φθάση! Κι' ο άνθρωπος, ταξειδευτής του κόσμου, 'σάν περάση Ταις τόσαις του κακοτοπιαίς, τα τόσα του τα πάθηα, Ω, πόση βρίσκει αλάφρωσιτης Εκκλησιάς τα βάθηα 'Στά βάθηα του μοναστηριού! Ω, πόση η πονεμένη Ψυχή βρίσκει ανάπαυσιεσένα αφιερωμένη, Θρησκεία!

Συνέφερε τότες ο Θεοδόσιος, και σταλήθεια μετάνοιωσε. Κι αφού έμεινε μερικόν καιρό τραβηγμένος και βασανισμένος από τη συνείδησή του, πρόβαλε μια μέρα στη Μητρόπολη να λειτουργηθή. Παρουσιάζεται τότες ο Αμπρόσιος στης εκκλησιάς το νάρθηκα, και του λέει να μη σιμώση και μολύνη το Ναό του Θεού με την παρουσία του, και πως τέτοιο αμάρτημα χρειάζεται καιρό και καιρό μετανοιωσύνη και προσευκή.

Τα δόγματα άρα του Πλήθωνος, αδυνάτου όντος να ιδρυθώσιν επί εδραίας βάσεως εν Ελλάδι, συνετέλεσαν μόνον εις το να διασαλεύσωσιν ου μικρόν τα θεμέλια της Ανατολικής Εκκλησίας. Η αποπλάνησις. Όπως και αν έχη τούτο, είνε αληθές ότι ο Πλήθων υπήρξε και αυτός επί των ημερών του δεινός της χριστιανικής θρησκείας διώκτης.

Βλέπω μια μικρή καρρότσα, με τ' αλογάκια της, που έστεκε παρέκει, σε μια γωνιά του δρόμου. Η πόρτα της εκκλησιάς ήτο ανοικτή. Βλέπω μια γρηά. Ήτον η κλησιάρισσα. Σαν με είδε, φοβήθηκε κ' ηθέλησε να κλείση την πόρτα από μέσα. Θα κατάλαβε απ' την όψι μου πως ήμουν μολεμμένη. Σπρώχνω την πόρτα, φωνάζω·Λίγο νερό! ... δεν είστε χριστιανοί;

Μετά τον καφέν επορεύθημεν εις την εκκλησίαν, όπου οι Επίτροποι μας υπεδέχθησαν μετά πάσης τιμής, προσφέροντες και λαμπάδας, κατά το σύνηθες, επί δίσκου αργυρού, εις τον οποίον εφιλοτιμήθημεν να καταθέσωμεν τον οβολόν μας, «διά το λάδι της εκκλησίας». Μετά την λειτουργίαν ολόκληρος η πρωία κατηναλώθη εις επισκέψεις.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν