Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Φυσικά δεν είχα προς το παρόν τα μέσα να μετρήσω τας διαστάσεις, αλλ' εψηλάφησα τον τοίχον ακριβώς κάτωθεν του χείλους, κατορθώσας ν' αποσπάσω ένα μικρό τεμάχιον, το οποίον άφησα να πέση εις το βάθος του φρέατος. Επί τινα δευτερόλεπτα ήκουσα τον επανειλημμένον κρότον του προσκρούοντος επί των τοιχωμάτων της αβύσσου λίθου.
Επί τέλους επέστρεψεν ο Ζενάκης, δεν επέστρεψε δε μόνος. Τον ήκουσα ομιλούντα τουρκιστί εις την αυλήν. Τις τον συνοδεύει; Ο Αγάς μήπως ; Μη έφερε την Δέσποιναν ; . . . Εκρυπτόμην υπό τα δένδρα του κήπου, είχα δ' αντικρύ μου το παράθυρον του κοιτώνος, όπου ήσαν παρατεταγμένα τα λύτρα της κόρης. Ήκουα ομιλούντας εντός αυτού τον Ζενάκην και τον Τούρκον, αλλά δεν διέκρινα τι έλεγον.
Ωραιοτάτη βασιλοπούλα, σε παρακαλώ να με συμπαθήσης, αν έμεινα διά καμπόσον εις σιωπήν· ελογίαζα ότι θα είχα ιδή έν από εκείνα τα ουράνια κορίτσια που είνε ετοιμασμένα διά τους πιστούς Μουσουλμάνους εις τον Παράδεισον· δεν ημπόρεσα να θεωρήσω τόσα κάλλη χωρίς μεγάλην μου αντράλωσιν· λάβε την καλωσύνην να ξαναειπής το αίνιγμα που μου επρόβαλες, διατί δεν το ενθυμούμαι πλέον, επειδή και η θεωρία σου με έκαμε να το αλησμονήσω.
Όσο περσότερο τα συλλογιζόμουνα, τόσο πιθανότερο μου φαινότανε πως είχα τώρα βρει εκείνο που θα ξανάνοιγε της γυναικός μου το δρόμο της ζωής.
Τας είδα, αλλ' εκείνη δεν τας είχεν ίδει, και έπιε τον οίνον αδιστάκτως, εγώ δε απεσιώπησα το συμβεβηκός, όπερ, μολονότι είχα ίδει εναργώς, εθεώρουν ως προϊόν φαντασίας εξημμένης, ης την νοσηράν ενέργειαν επέτεινον οι τρόμοι της συζύγου μου, το όπιον και η νυκτερινή ώρα.
Αλλ' από τον κόσμον εκρύπτετο. — Όλο πλέκεις πλειο! της έλεγαν αι γειτόνισσαι. — Κάλτσαις του καπετάν-Μοναχάκη! — Είχες γράμμα; — Είχα και είχα. Πώς θαρρείς; Και αντήχει ο Βράχος από την λαχταριστήν φωνήν της, και από τα γέλοια των άλλων. — Και μία γρηά, κακή γρηά, η γρηά Μαθήνα με τα πολλά κορίτσια, την ερωτά κρυφά μίαν ημέραν εις τον φούρνον. — Σου στέλνει, παιδί μου;
Προς τούτοις έπρεπεν, ω άνδρες, να ιδήτε τον Σωκράτη κατά την άτακτον διά φυγής υποχώρησίν μας από το Δήλιον. Εγώ είχα ίππον εις την μάχην αυτήν, αυτός δε τον βαρύν του πεζού οπλισμόν. Υπεχώρει λοιπόν μετά τον διασκορπισμόν πλέον όλων αυτός και ο Λάχης μαζί· τους συναντώ δ' εγώ και μόλις τους είδα φωνάζω εις αυτούς να έχουν θάρρος και ότι εγώ δεν θα τους αφήσω.
Χθες επειδή δεν είχα τίποτε άλλο να σου δώσω να φας, σου έρριξα κάτι κουκιά που είχα όταν ήρθα και συ τα πήρες και τάφαγες χωρίς να διστάσης• ώστε ή ψέμματα λες ή είσαι ο Πυθαγόρας και έκαμες την παρανομίαν να φας κουκιά, πράγμα το οποίον, σύμφωνα με όσα εδίδασκες, είνε ως να έφαες το κεφάλι του πατέρα σου.
Ίσως να είταν αφορμή πως τώρα είχα τη βεβαιότητα πως ο αγώνας είτανε στο τέλος του. «Θε μου, να πεθάνη!» μουρμούρισα· «να πέθαινε χωρίς πόνους τουλάχιστο!» Κι απορούσα πάντα πως μπορούσα να είμαι τόσο ήσυχος. Κοίταξα γύρω μου, άμα σταμάτησε τα τραίνο. Νόμισα πως θαρχότανε κάποιος να με περιμένη, μα δεν είτανε κανείς εκεί. «Τότε θα ζη ακόμα», συλλογίστηκα με την ίδια παράξενη ησυχία.
Όταν κατ' αρχάς ήλθα εις την Μακεδονίαν, εσκεπτόμην πώς να πραγματοποιήσω τον πόθον τον οποίον είχα, να καταστήσω γνωστά εις όσον το δυνατόν περισσοτέρους Μακεδόνας τα έργα μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν