Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Και ιδού και τόρα, πόσον ήμεθα βλάκες πριν να μας δώσης αυτάς τας συμβουλάς, θέλεις πάλιν εγώ καλλίτερον να σου το αποδείξω, αφού ειπώ τι εσκεπτόμεθα δι' αυτά, ή να μην το ειπώ; Ιππίας. Θα το ειπής, Σωκράτη μου, εις εκείνον που το γνωρίζει. Δηλαδή εγώ γνωρίζω τον καθένα από τους συζητητάς τι πράγμα είναι. Αλλά πάλιν, εάν σε ευχαριστή, ειπέ το. Σωκράτης. Βεβαίως με ευχαριστεί.

Να μ' δώσης εμένα τη μια γίδα, την Ψαρή, κη να μει καλ'μάρετε κάτ', να κατηβώ, να τσ' ανεβάσω. — Την Ψαρή, εγώ την έταξα στην Παναγία, απήντησεν ο Στάθης. — Ο Αγκούτσας έδειξεν ότι δεν ενόει. — Την έταξα ασημένια, προσέθηκεν ο Στάθης. Η Ψαρή εμένα μ' χρειάζεται. Ό Αγκούτσας έμεινεν επ' ολίγας στιγμάς σύννους. — Ας είνε, μ' δίνεις, τη Στέρφα . . . Καλή είνε και ή Στέρφα.

Όσον διά εσένα, ω προδότα, ακολούθησεν αυτός μιλώντας προς τον Φακύρην, θέλεις λάβει τον μισθόν της προδοσίας σου, και της επιβολής σου. Καρδία ουτιδανή, διεστραμένη και φθονερά, που δεν υπόφερες να ιδής την ευτυχίαν του φίλου σου, και ήλθες μόνος σου διά να τον δώσης εις την δύναμιν της εκδικήσεώς μου· τρισάθλιε, εσύ θέλεις δουλεύσει εις θυσίαν της ζήλιας σου.

Ξένος. Τρίτον δε, και όταν κανείς διαμένη εντός της πόλεως και άλλα μεν μαθήματα πωλή ως μεταπωλητής, άλλα δε ως ιδικήν του εφεύρεσιν, και από αυτά κερδίζη το ψωμί του, νομίζω ότι και εις τούτο συ δεν θα δώσης άλλο όνομα, παρά αυτό το προηγούμενον. Θεαίτητος. Πώς όχι; Ξένος.

Μα δεν πρέπει, παιδί μου, να κάμης τέτοια αστεία. Εμένα μου έκοψες το αίμα. — Ε, τώρα να σε κάμω εγώ να διασκεδάσης. Τι θα μου δώσης να σου τραγουδήσω τα Χριστούγεννα; — Μια γαβάθα τζούρβα. — Μα με τη λύρα. — Και μια γαβάθα πρωτογαλιά. — Καλά.

Ο Βινίκιος τω έρριψε βλέμμα περίεργον. — . . . Και είσαι πραιτωριανός; — Μέχρι της ημέρας, καθ' ην θα ευρίσκομαι εκείκαι ο στρατιώτης εδείκνυε την φυλακήν. — Και εγώ λατρεύω τον Χριστόν! — Ευλογητόν το όνομά του! Ναι, αυθέντα· ηξεύρω . . . Δεν δύναμαι να σε αφήσω να εισέλθης· αλλ' εάν μου δώσης επιστολήν, θα την στείλω εις τον προς όν όρον με τους φρουρούς. — Σε ευχαριστώ, αδελφέ.

Τρόμου φρικίασις διέτρεχεν ήδη τα χάρτινα μέλη μου, ότε είδα αίφνης την χονδρήν σύζυγον του κυρίου μου θωπεύουσαν την αξύριστον αυτού παρειάν, και την ήκουσα λέγουσαν διά της γλυκεράς εκείνης φωνής, της οποίας αι γυναίκες είνε κάτοχοι πτυχιούχοι, ως ήθελεν είπει η Κυρία Jacob: — Γιάγκο, . . . δεν θα μου δώσης κ' εμένα μερικάς απ' αυτάς τας μετοχάς; — Τι θα ταις κάμης, ψυχή μου;

Κρίνω όμως δίκαιον να με δοθή η εξής αμοιβή· πρώτον να λάβω τάλαντα εκ της περιουσίας του Πολυκράτους· δεύτερον να παραχωρηθή εις εμέ και εις τους απογόνους μου ισοβίως η ιερωσύνη του Ελευθερίου Διός, εις τον οποίον έκτισα ιερόν και χάριν του οποίου σας αποδίδω την ελευθερίανΑυτός μεν ταύτα είπε προς τους Σαμίους· είς δ' εξ αυτών εγερθείς είπεν· «Αλλ' ούτε είσαι άξιος να άρχης ημών· συ όστις είσαι ταπεινής καταγωγής και υπήρξες όλεθρος ημών· σκέφθητι δε μάλλον πώς θα δώσης λόγον των χρηστών τα οποία διεχειρίσθης

Ω πολλά γενναίε Αμπτούλ, εφώναξεν ο Καλίφης πόσον ευτυχισμένος που θέλει είνε ο λαός της Μπάσρας, εις το να σε έχη διά βασιλέα του; Αυθέντη, του απεκρίθη ο Αμπτούλ, κάνει χρεία να σας παρακαλέσω διά μίαν άλλην χάριν, να δώσης του Αλή τον θρόνον, που εις εμένα διορίζεις, διά να βασιλεύη με την γυναίκα του την βεζυροπούλαν, που έλαβε τόσην ευσπλαχνίαν να μου γλυτώσουν την ζωήν.

Στροφή να δώσης άλλην ούτε συ, μα ούτε ο Διοκλητιανός, ούτ' ο Κωνστάντιος ο Χλωρός, ούτε ο Μαξιμιανός μπορείτε, ώ! αυτό και συ ο ίδιος το καταλαβαίνεις, όσους και αν τους ρίξης λεγεώνες. Τι προσμένεις; ΓΑΛΕΡ. Λέγε, λέγε να σ' ακούω, άπιστε προδότη! Κρίμα την τόση σου σπουδή, την τόση νιώτη κι' ωμορφιά. Κουρέλι έχεις καταντήσει, τόσο, που σιχαίνεται κανείς και να σε φτύση.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν