Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Κατόπιν από αυτά λοιπόν πρέπει να παρατηρήσωμεν ένα τρίτον είδος κτημάτων εκτεταμένον πεζόν και ένυδρον και πολυπλάνητον και απλανές και πολύτιμον και περιφρονημένον, το οποίον όμως έχει έν όνομα, διότι πάντοτε υπάρχει ως θρανίον διά να καθήμεθα. Νέος Σωκράτης. Ποίον; Ξένος.

Δεν αισθάνεσθε ότι απατάτε τον εαυτό σας, ότι καταστρέφεστε εκούσια; Γιατί λοιπόν, Βέρθερε, εμέ ίσια ίσια; εμένα που ανήκω σ' άλλον; ακριβώς εμένα; Φοβούμαι, φοβούμαι πολύ πως μόνο το αδύνατο του να με αποκτήσετε σας κάνει να με επιθυμήτε με τόση ορμή. — Έβγαλε ο Βέρθερος το χέρι του από το δικό της και την κύτταξε με ένα μάτι απλανές και δυσαρεστημένο. — Σοφά! πολύ σοφά! εφώναξε.

Ήτο και ο Παυλάκης, άσωτος υιός πλοιάρχου Συριανού, διωγμένος από τον πατέρα του, δυο χρόνια τώρα, με μίαν μορφήν ξεπλυμένην και άχαριν εκ του ασώτου βίου, με βλέμμα απλανές, ακίνητος ως να εκοιμάτο με ανοικτά μάτια, όστις εγύρευε τσιγάρα πάντοτε, υποσχόμενος ν' ανταποδώση αυτά «σαν φθάσουντα πόρτο». Αλλάτο πόρτο πάντοτε γινόμενος άφαντος εις της κουμπάραις του· δυο φοραίς παντρεμένοςτα Θεραπειά και μιατον Καρού-Τσεσμέ, ενώ εις την Σύρον έκλαιεν η μάννα του απαρηγόρητος, μόνην παρηγορίαν ευρίσκουσα επάνω εις την Αγίαν Παρασκευήν οπού εκείνα τα έτη είχεν εγκατασταθή ο εκ Σκιάθου επιφανής μοναχός Διονύσιος, ο Γέροντας αποκαλούμενος και ετέλει κάθε Σαββατόβραδον εκεί ωραίας αγρυπνίας, πολύ σεβάσμιος εις όλην την Σύρον.

Η Σμάλτω έμενεν εις την θέσιν της εκείνην, ανακεκλιμένη επί των ποδών και ακίνητος, το βλέμμα απλανές κρατούσα επί του στάχυος, τας χείρας χαλαρωμένας κάτω και ακροωμένη.

Βρε! τι κάνετε σεις; . . . Θα σηκώσετε τον κόσμο στο ποδάρι . . . Μήγαρις μας αφήνετε, μπάρεμ, να πάρουμ' ένα ύπνο απ' της φωνές σας; Κανείς δεν απήντησεν εις τας διαμαρτυρίας του Κωνσταντή. Η σύζυγός του έκυπτε, πνίγουσα τους λυγμούς της, επί του λίκνου. Η πενθερά του εκάθητο συνάπτουσα τας χείρας, αινιγματώδης, σφίγγουσα τους οδόντας, με απλανές το βλέμμα.

Κ' ενώ οι άνδρες διεσκορπίζοντο εις την αγοράν κ' αι γυναίκες απήρχοντο καθ' ομίλους εις τας οικίας των, σταυροκοπούμεναι και αναθεματίζουσαι καθ' όλον τον δρόμον, αυτός έμενεν εκεί, στυλωμένος εις την θέσιν του, τας χείρας επί του στήθους σταυρωμένας κρατών, ασκεπής την κεφαλήν, στυγνός την όψιν, ακολουθών με απλανές βλέμμα τους ιερείς οι οποίοι σβύσαντες τας λαμπάδας εισήρχοντο εις τον ναΐσκον.

Και είδε τότε τον καπετάν- Φώκαν, ως φάντασμα, τυλιγμένον με την βαρείαν γούναν του, ιστάμενον εν μέσω του σκάφους και θεωρούντα κύκλω την φρίσουσαν τρικυμίαν με βλέμμα απλανές. Μ' οξύτατα λαλήματα η λαίλαψ κατέρριπτεν επ' αυτόν τας χιονονιφάδας τηςχιονόνερον παγωμένον — κ' η κόμη του, ασκεπούς όντος, ωρθούτο υπό του ανέμου, ως από φόβον.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν