Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Επήρε και λαδάκι ν' ανάψη τα κανδηλάκια του Αγίου Γεωργίου πάλιν, και δύο κηράκια να κολλήση εις την εικόνα του, οπού είχε τόσον καιρόν να τον προσκυνήση· επήρε και μοσχολίβανο, και σπίρτα μήπως και δεν εύρη, γιατί δεν τ' αφίνουν οι μικροί βοσκοί, κ' εξήλθεν ακροποδητί, μη ταράξη της μητρός της τον ύπνον.

Η παππαδιά εντούτοις απετελείωσε την εργασίαν της και, βαίνουσα ακροποδητί διά να μη ταράξη τον άνδρα της, μετέβη εις τον κοιτώνα και μετ' ολίγον επανήλθε φέρουσα μικρόν δέμα. Εκάθισεν εις το παρά την σβεστήν εστίαν σκαμνίον, ήνοιξε το δέμα και ήπλωσεν επί των γονάτων της το έν μετά το άλλο τα περιεχόμενα.

Απεσύρθην ακροποδητί, έκλεισα την θύραν και ήρχισα πάλιν τον περίπατον και τον μονόλογόν μου. Όταν εσυλλογιζόμην πόσον εύκολον θα ήτο εις την γυναίκα εκείνην να με καταστήση τον ευτυχέστατον των ανθρώπων, αν κατά τι ολιγώτερον ηγάπα τας διασκεδάσεις και την εργολαβίαν, με ήρχετο όρεξις να την πνίξω. Ο κίνδυνος όμως αυτής δεν ήτο μεγάλος.

Καταλείπων δε την λεωφόρον, μεταβαίνει διά στενωπών εις την οικίαν του, εισέρχεται εις αυτήν απαρατήρητος διά μικράς τινος υπηρετικής θύρας, αναβαίνει απνευστί διά στενής πλαγίας αναβάθρας εις το δωμάτιον της υπηρετρίας του, και χωρεί ακροποδητί προς επίμηκες πράσινον κιβώτιον, όπερ κατέχει μίαν αυτού γωνίαν. Εκεί ίσταται και ακροάται. Δεν ακούει τίποτε.

Τούτο δε συμβαίνει εις όλους σχεδόν τους Μήδους, όταν αφιππεύουν βαδίζουν, ως να πατούν επί ακανθών, ακροποδητί. Διά τούτο όταν έπεσε κάτω και δεν ήθελε κατ' ουδένα τρόπον να σηκωθή, ο Ερμής τον εσήκωσε και τον έφερε μέχρι της αποβάθρας, εγώ δε εγελούσα.

Άνθρωπός τις ελθών, ως εφαίνετο, μακρόθεν, βαδίζων ακροποδητί, έρπων μάλλον εντός του σκότους, επλησίασεν εις την μεσημβρινήν πλευράν της οικοδομής, την χθαμαλωτέραν, και ηρεύνησε μεταξύ των θάμνων, ως να εζήτει να εύρη τι, όπερ είχε κρύψει εις το αυτό μέρος. Δεν εδυσκολεύθη δε να εύρη το ζητούμενον.

Ποσάκις την επεσκέφθην μικρός, ποσάκις ενταύθα μ' εκάθησεν επί των γονάτων του ο γέρων Γιάννης και εχόρτασε με τα εκλεκτότερα του κήπου προϊόντα την παιδικήν όρεξίν μου ! Το δωμάτιον ήτο σκοτεινόν, αλλ' ήκουα την ηχηράν αναπνοήν του κοιμωμένου γέροντος. Επλησίασα προς αυτόν ακροποδητί. Εφοβούμην μη εξυπνήση πριν με αναγνωρίση και ήθελα να προλάβω τον τρόμον του.

Έκλεισα την θύραν μετά σπουδής. Εφοβήθην μη την ίδη και ο Νίκος. Διατί και πόθεν η τοιαύτη μου μέριμνα, κ' εγώ δεν ηξεύρω. Αλλ' ο Νίκος είχεν επίσης ίδει την άκραν της εσθήτος και, δραμών ακροποδητί προς την θύραν, έκυψε και προσεκόλλησε τον οφθαλμόν του εις την κλειθρίαν. Ηγανάκτησα διά το άτοπον της πράξεως και επροσπάθησα να τον αποσύρω εκείθεν, αλλ' ήτο στερεός ως βράχος.

Οι ιππόται δεν ήρχοντο την νύκτα εις το νοσοκομείον, και ουδείς άλλος πλην αυτών επλησίαζεν εις τα τείχη, φρουρούμενα άλλως έξωθεν υπό στρατιωτών. Τις ήτο ο κρούων την θύραν; Επλησίασα ακροποδητί και ηκροάσθην. Δυνατόν να ηπατώμην. Ο κτύπος ήτο ασθενής και άτολμος, και ήλεγχε τους δισταγμούς του κρούοντος. Εν τούτοις μετά τινας στιγμάς επανελήφθη. — Ποίος είνε; έκραξα. — Άνοιξε, απήντησεν έξωθεν.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν