Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Με ώθησεν ο πατήρ μου, μ' έσυρεν ο ναύκληρος, και πριν προφθάσω να λαλήσω ή ν' αντισταθώ, ευρέθην εντός της λέμβου κ' εγώ. Αι κώπαι εκινήθησαν αμέσως. Εστράφην προς την ξηράν να ίδω την μητέρα μου, και ενώ εστρεφόμην είδα καπνόν επί του λόφου και νέος τουφεκισμός ηκούσθη. Επί των βράχων το πλήθος συνεσφίγγετο και οι όπισθεν ώθουν τους πρώτους, έπιπτον δέ τινες ήδη εις την θάλασσαν.

Εδέχθηκα το πρόβλημα του προφήτου Χεδέρ, και έμεινα εις την συντροφιάν του πλέον παρά έναν χρόνον· μα με όλες ετούτες τες ευφροσύνες εκείνου του ωραίου τόπου δεν ημπορούσα να είμαι ήσυχος· η ενθύμησις της Γαντζάδας με έκανε να δοκιμάσω, ότι εγώ ήμουν ακόμη κολλημένος εις τον κόσμον· η επιθυμία διά να την ιδώ μου εσύγχιζε την ανάπαυσιν και πιστεύω ότι και η ίδια απόλαυσις των κορασίων δεν ήθελεν με κάμει να την εβγάλω από τον λογισμόν μου.

Φόβον δεν έχεις παντελώς· να ιδώ καλά το πόσον Μέσα εις όλους είμ' εγώ θεά ατιμασμένη. Κι' ο συννεφοσυνάχτης Ζευς καταπειράχθη, κ' είπεν Ω 'ς τα κακά! Θα κάμεις δα να μ' εχθρευθή η Ήρα, Οπόταν μ' ονειδιστικαίς 'μιλίαις με συγχίζη. Αυτή μπρος τους αθάνατους θεούς με βρίζει κ' έτσι Πάντα, και λέειτον πόλεμον βοηθώ τους Τρωαδίτας.

Ύστερ' απ' αυτά που είδα, που ακόμα δα θαρρώ πως τα ονειρεύουμαι, καρτερώ να ιδώ κ' άλλα μεγαλύτερα. Γιατί ίσαμε τα προχτές ήμουνα ο πιο απαισιόδοξος ίσως Ρωμηός. Σε τίποτα δεν πίστευα, όλα τα κορόιδευα και τα πιο ιερά ακόμα. Άκουγα Μεγάλη Ιδέα και μέσα μου Μεγάλη Μωρία την έλεγα. Τους Πατριώτας τους μετέφραζα σε Πατριδοκάπηλους.

Ενθυμείτο τους στίχους τούτους, αλλά δεν ήθελε να τους τραγουδήση. Του εφαίνετο ότι δεν έχουν πλέον τον τόπον των. Τουναντίον, το άσμα της νυκτός εκείνης έκρινεν ότι ήτο προσφυέστατα το προσφιλές άσμα της Λιαλιώς: Πότε να κάμουμε πανιά, να πιάσω το τιμόνι, να ιδώ τα πέρα τα βουνά, να μου διαβούν οι πόνοι!

Η μάγισσα, αφού ενήργησε ταύτην την τερατώδη μεταμόρφωσιν, εγύρισε τρέχουσα εις το παλάτι των δακρύων, διά να απολαύση τον καρπόν και μισθόν των κόπων της, και εμβαίνοντας μέσα λέγει ωσάν να ωμιλούσε με τον αγαπητικόν της· ιδού ετελείωσα όλα όσα με επρόσταξες· σήκω τώρα, διά να σε ιδώ υγιή και να εκπληρώσης την επιθυμίαν μου, που είμαι τόσον καιρόν στερημένη.

Ήλθεν όμως η επιστράτευσι και μας επήραν τον Πέτρο να τον στείλουν να ετοιμασθή για πόλεμο στη Θεσσαλία. Εμείς εκλαίγαμε, ενώ αυτός ήτο κατενθουσιασμένος και δεν ωνειρεύουνταν άλλο παρά δόξες, γαλόνια, σκοτωμούς πασσάδων και χανούμισσες με διαμάντια. Τον συνταγματάρχη είχα χρόνο να ιδώ και προσπαθούσα να τον ξεχάσω, όταν μου μήνυσε ένα πρωί να περάσω από το σπήτι του για μια υπόθεσι σπουδαία.

Ο Καλάφ τον ερωτά μήπως το βασιλόπουλο ήτον γνώριμόν του. Α, κύριε, απεκρίθη εκείνος, έτσι να μη το είχα γνωρίση. Εγώ είμαι ο λαλάς του, που το ανάθρεψα με τα χέρια μου, και ήλπιζα, να το ιδώ εις τον θρόνον του πατρός του, και τώρα η κακή μου τύχη με έφερε να το ιδώ εις τέτοιον τρόπον θανατωμένον.

Εγώ δε, αφού σου παρέδωκα το δράμα, φεύγω και σε αφήνω• όταν δε θα έλθη η στιγμή της ψηφοφορίας των κριτών, θα εμφανισθώ και εγώ διά να ίδω αν επετύχαμεν. Γλυκέρα και Θαΐς. ΓΛΥΚΕΡΑ. Θυμάσαι, Θαΐ, τον στρατιώτην τον Ακαρνάνα, εκείνον τον λεβέντην με την χλαμύδα, που άλλοτε είχε ερωμένην το Αβρότονον, έπειτα δε ερωτεύθη εμένα; ή τον ελησμόνησες;

Αλλά την μονομανίαν σου αυτήν μας την ενδύει τώρα με το ωραίον πρόσχημα της επιθυμίας δροσερωτέρας διαμονής. Έστω και τούτο· δεν φιλονεικώ μαζή σου διά τόσον μικρόν πράγμα. Είμαι όμως περίεργος να ιδώ, αν ο λόγος αυτός της αδιάκοπου σου κινήσεως δεν θα σε ωθήση επί τέλους μέχρι της βορείου θαλάσσης.

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν