United States or French Southern Territories ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΓΟΝΖ. Ο Δούκας του Μιλάνου εδιώχθηκε από το Μιλάνο, όπως το γένος του βασιλέψη στη Νεάπολη; Ω! αναγαλλιασθήτε μ' ασυνήθιστη αναγάλλιαση! χαράξετέ το με χρυσά γράμματα απάνω σ' αιώνιες στήλες.

Ο άνεμος λυσσομανούσε όλο και περισσότερο και τα σύννεφα ανεβοκατέβαιναν από την Ορτομπένε, πάνω κάτω σαν χείμαρροι λάβας, σαν στήλες καπνού, σκορπίζοντας επάνω σ’ όλη την κοιλάδα. Στα υψώματα όμως του Νούορο μια λωρίδα ουρανού παρέμενε βαμμένη μ’ ένα μελαγχολικό γαλάζιο χρώμα λαζουρίτη και το καινούργιο φεγγάρι έδυε τριανταφυλλί ανάμεσα σε δυο γκρεμούς.

Όμως στενοχωρούνται από το πεζό και δεν ντρέπονται να καταφεύγουν σε προηγούμενα. Στο πείσμα όλων τους των προσπαθειών όμως η αλήθεια λάμπει. Και οι εφημερίδες ακόμα εκφυλίσθηκαν. Τώρα μπορεί καθένας να βασίζεται απολύτως σ' αυτές. Το καταλαβαίνει κανείς αυτό διατρέχοντας τις στήλες τους. Πάντα ό,τι διαβάζεται εκείνο και συμβαίνει.

Μα σύμφωνα με τη δουλειά, που εκτελώ εδώ πέρα, το Φοίβο θα δουλεύω, κ' εκείνους που με τρέφουνε θα τους υπηρετώ. Στας θείας Αθήνας δεν είνε μονάχα με ώμορφες στήλες ναοί των θεών και δρόμων λατρείες. Αλλά κ' εδώ πέρα' ς αυτόν τον ναόν του θείου Λοξία, του γυιού της Λητούς, που λάμπει το φως στο διπλό πρόσωπό του.

Τα βουνά απέναντι και στο βάθος της κοιλάδας έμοιαζαν με ηφαίστεια: σύννεφα καπνού αυλακωμένα από ωχρές φλόγες κι έπειτα πίδακες γαλαζωπής λάβας και στήλες φωτιάς ανέβαιναν πέρα μακριά, από τη θάλασσα.

Μετά νόμιζε ότι θα ήταν ελεύθερος, θα κουβαλούσε μόνο το δικό του φορτίο με υπομονή, μέχρι το θάνατό του. Το πρώτο βράδυ διανυκτέρευσε σ’ ένα οδικό φυλάκιο της κοιλάδας, αλλά δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Η νύχτα ήταν διαυγής και γλυκιά. Στον λευκό ουρανό πάνω από την κοιλάδα, που την έκλειναν στήλες από βράχια, κρεμόταν το φεγγάρι σαν χρυσή λάμπα από το θόλο ενός ναού.

Κοντά στο δρόμο ήταν ένας τάφος, χαμόκλαδα γεμάτος και χορτάρια σκονισμένα, και είχε γύρω κάγκελα και κυπαρίσσια· μόλις μπήκα μέσα, ξαφνίστηκε και ούρλιασε ένας σκύλος άγρια· σταμάτησα, και με κατεβασμένη την ουρά ο σκύλος έφυγε. Ήταν μέσα στα χαμόκλαδα και στα χορτάρια πέντ' έξη βαμένες στήλες, με σαρίκια, όρθιες, αλλά γερμένες λίγο από διάφορες μεριές.

Μα όσο περσότερο πλησίαζα στο σπίτι, τόσο περσότερο αιστανόμουνα πως μόνο η ανησυχία μου είταν αφορμή σε ό,τι έκανα. Οι στοχασμοί μου δε θέλανε νακολουθήσουνε τα μάτια, που γλυστρούσανε μηχανικά στις στήλες της εφημερίδας, και γλήγορα παρατήρησα πως τα μάτια ζητούσαν άταχτα τα δρόμο τους από τη μια στην άλλη στήλη.

Και τα κυπαρίσσια δεν είναι πένθιμα και οι πέτρινες στήλες των τάφων πέφτουν μία μία και σκεπάζονται, από των ανθρώπων τα βήματα και από το χώμα της βροχής και των άνεμων.