Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Και άλλα, κοπάδι ολόκληρο, εγονάτιζαν κ' εγλυστρούσαν φίδια κάτω από την καρίνα και για μιας επηδούσαν ολόρθα, να τ' αναποδογυρίσουν πασχίζοντας. Κ' εκείνο έγερνε αποδώ, εδιπλάρωνεν αποκεί, εβούτα με την πρύμη στα τάρταρα, εσηκωνόταν με την πλώρη μεσουρανίς, εδερνόταν κ' εβογγούσε κ' εστέναζε αργά και πονετικά, σαν αισθαντικό πράγμα μέσα σ' αυτά τα τέρατα. Ήρθε στιγμή που το εσυμπόνεσα.
Η Ασημίνα έσκυβε απάνω του, πασχίζοντας να βρη άκρη μέσα σταταίριαστα λόγια. Κάτι την έτρωγε να καταλάβη τι γινότανε μέσα στο παραζαλισμένο κεφάλι του αντρός της. Είχε τάχα κανένα παράπονο μαζί της; Ήξερε τίποτε, που δεν της τώχε πει στα καλά του; Γιατί πάντα τα λόγια του λίγα ήτανε σαν μπερδεμμένα τώρα τελευταία και τα παράπονά του πάντα τάπνιγε μέσα του, περήφανος κι' ακατάδεχτος στον πόνο του.
Μέσα στη στενή καμαρούλα, γεμάτη από γυναίκες και παιδιά, με τον χτυπημένο απ' τη μια μεριά, με τη λιγοθυμισμένη αποκεί, ένα σάστισμα είχε χυθή ολόγυρα, με ξεφωνητά, τρεξίματα κι' αντάρα. — Δε στώλεγα εγώ, Γιώργη μου, ξαναείπε ο Βαγγέλης πασχίζοντας να ξεκουμπώση τον χτυπημένο. Στη σπετσαρία έπρεπε να σε πάμε.
— Τι ήτανε πάλι τούτο, Γιώργη μου; — Τι νάτανε! είπε κείνος ξερά και πάσχιζε να χαμογελάση. Μα το χαμόγελο ανακατώθηκε μ' ένα ζάρωμα πόνου ολόγυρα στα μάτια του. — Πώς καταλαβαίνεις τον εαυτό σου τώρα; ξαναείπ' εκείνη δειλά, πασχίζοντας να του πάρη ένα λόγο, σαν να τον ήθελε για παρηγοριά. Εκείνος έκλεισε τα μάτια του. — Δε μου μιλάς, Γιώργη μου;
Ύστερα ησύχασε πάλι μια στιγμή. Το σώμα έγυρε απάνω στα χέρια που τον κρατούσανε. — Μη φοβάσαι, Γιώργη! θα περάση! εδώ είμαστε! κ' η Ασημίνα κ' εγώ... Κουράγιο!... Τα λόγια του Βαγγέλη βγαίνανε τρεμουλιαστά, κομμένα μισά. Ο άρρωστος γύρισε το κεφάλι του με κόπο σαν να γύρευε κάποιον. — Εσένα γυρεύει! φώναξε ο Βαγγέλης στην Ασημίνα. Εκείνη έσκυψε μπροστά του πασχίζοντας να χαμογελάση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν