United States or Taiwan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Sordello, ο ευγενικός εκείνος κι ακατάδεχτος Λομβαρδός μας κυττάζει από μακριά σαν ξαπλωμένο λιοντάρι. Μόλις μαθαίνει πως ο Βιργίλιος είναι της Μάντουας πολίτης πέφτει στο λαιμό του και καθώς έμαθε πως είν' ο ψάλτης της Ρώμης έπεσε στα πόδια του.

Ήτανε πάντα ακατάδεχτος και ό,τι δεν φαινόταν δυνατό κι' ωραίο, το απόφευγε, το σιχαινόταν. Ωιμένα! ω! ω! σ' αυτή τη γδύμνια ήλπιζα εγώ ποτέ μου να σε ιδώ, Δημήτριε! Φως των ματιών μου κι' από το μήλο πειο γλυκό, τ' ήταν αυτό το ξαφνικό; Τα γόνατα μου από το φόρτωμα λυγάνε της δυστυχίας. Θόλωσαν τα μάτια μου. Βοάνε τ' αυτιά μου. Λυπηθήτε με, Μαννάδες. Κάτω θε να σωριαστώ. Κρατήστε με.

Του Κρούμου το ποτήρι και του Σαράφωφ οι μαχαιριές πρέπουν καλήτερ' από τούτο στη σοφία σας... Ελάτε, παιδιά· είπε γυρίζοντας στους σκαφτιάδες· στο νώμο και σπίτι· δε θέλουμε άλλο ηύρεμα σήμερα· μας φτάνει η Δόξα ... Τράβηξε μπροστά με το κεφάλι ολόρθο· ακατάδεχτος πια στη γη και στους κατοίκους της. Τον ακλούθησε ο Κουτρουμπής κι ο Μπαλαούρας συζητώντας, ακόμη για τόνομα του αγαλμάτου.

Η Ασημίνα έσκυβε απάνω του, πασχίζοντας να βρη άκρη μέσα σταταίριαστα λόγια. Κάτι την έτρωγε να καταλάβη τι γινότανε μέσα στο παραζαλισμένο κεφάλι του αντρός της. Είχε τάχα κανένα παράπονο μαζί της; Ήξερε τίποτε, που δεν της τώχε πει στα καλά του; Γιατί πάντα τα λόγια του λίγα ήτανε σαν μπερδεμμένα τώρα τελευταία και τα παράπονά του πάντα τάπνιγε μέσα του, περήφανος κι' ακατάδεχτος στον πόνο του.