United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διά τούτο ο Μπάρμπα-Σταύρος πληρώσας το ποτήριον του ποιμένος οίνου εκλεκτού, πληρώσας και άλλο ιδικόν του, ίνα διά του ηδέος ποτού ωθήση προς τον παμφάγον στόμαχον την εκχειλίζουσαν οργήν του, εκραύγασε μετά ψυχρότητος μεν γελών, πλην γελών όμως: — Καλή χρονιά, κολλήγα, εσύ νάσαι καλά και τα θηλιάσματα, και γουρνόπουλα όσα θέλεις έχουμε.

Και ο Μπάρμπα-Σταύρος έγεινε τοιούτος, αφού προηγουμένως είδε πολλάς τσαντίλας να πέσουν και να καταπλακώσουν τας μηνύσεις του· διά τούτο τώρα επροτίμα να καταπλακώνουν τον στόμαχόν του, ενόσω πάντοτε εις τα χωρία θα υπάρχουν παληόιδες νοστιμευόμεναι τα τρυφερά θηλιάσματα και ειρηνοδίκαι αγαπώντες τα γαλακτώδη της ποίμνης δώρα. — Για τ' καλή χρονιά, κολλήγα, εξηκολούθησεν ο ποιμήν.

Τα θηλιάσματα λυπάσαι; Εσύ νάσαι καλά, κολλήγα, παρετήρησεν ο ποιμήν, ετοιμάζων άλλο ποτήριον. — Και το γουρνόπουλο! Προσέθηκεν ο μπάρμπα-Σταύρος. — Ναι, τώρα είπες καλά. Είπεν ο Κομποδήμος και εκένωσεν εις τον διψαλέον λάρυγγά του άλλο ποτήριον και ηρώτησε: — Να το φέρω ; Και έσειε την κεφαλήν του, ασκεπής με την κόμην ακτένιστον επαναλαμβάνων: — Σου έγεινε ένα πράμα!

Να σ' πω, κολλήγα, παρετήρησεν ο Μπάρμπα-Σταύρος. Είπα να το κρατήσω για 'μπρός, αλλά πάλιν είπα: ο κολλήγας θα μας φέρη άλλο· τι βγήκε! — Ακούς εκεί! παρετήρησεν ο ποιμήν. Ο κολλήγας μου νάναι καλά και τα θηλιάσματά του· και γουρνόπουλα όσα θέλεις. Αλλ' ιδού αίφνης· επανέρχεται η Κρατήρα εντροπαλή, κατακόκκινη, κομίζουσα κενόν το γανωμένον ταψίον. — Χορατεύετε, θαπώ!

Και προσατενίζων προς τον Κομποδήμον προσέθηκε: — Τώρα πλεια, κολλήγα, θα ιδούμε και το πεσκέσι σου. Ήταν τυχερό βλέπεις να το φάμε μαζί. — Το βλέπεις και χωρίς να το ιδής, κολλήγα. Γέμισε όλο το σπίτι μυρωδιά. Αχ! Να τρως και να λες νάχα και άλλο, κολλήγα· αξίζει αυτό όχι ένα θήλιασμα, δέκα θηλιάσματα αξίζει. Είπεν ο Κομποδήμος ετοιμαζόμενος.

Αλλά πώς; Εληά ήτανε να την ξεχιονίσω; — Ας πάνετην οργή κι' αυταίς η εληαίς, κολλήγα. Κόντεψε να σε χάσουμε. Ας πάνε ς' την οργή! Διέκοψεν ο κολλήγας, κενών άλλο ποτήριον εις τον λάρυγγά του. — Η εληαίς μονάχα κολλήγα, ή και τα θηλιάσματα μαζί; Ηρώτησεν ο μπάρμπα-Σταύρος γελών και θωπεύων τούς μύστακάς του τους στακτερούς. — Όλο να με πειράζης, κολλήγα.

Και το καλλίτερο που έχει να τάξη κι' αυτός κι' όλοι τους είνε να μην αφίνουν τα γίδια τους να 'μβαίνουν μέσα εις τα ξωκκλήσια και τα γεμίζουν βιρβιλιαίς. . . . Να είνε προσεκτικώτεροι και να έχουν περισσότερον σέβας . . . Να μην πατούν τα ξένα κτήματα με τα κοπάδια τους και τρώγουν της εληαίς και τα θηλιάσματα των Χριστιανών. Αυτά πρέπει να τάξη. — Τάζω, είπεν ο Στάθης.