Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Ενώ η μήτηρ, καθημένη εγγύς του κύματος, αφηρείτο εις τας απέναντι νέας ακτάς και αγνώστους τόπους, θαυμάζουσα την απλουμένην μυστηριώδη καλλονήν του πελάγους. — Τι ώμορφα! εψιθύριζεν η μήτηρ ως εν ονείρω, θεωρούσα τας κομψάς γραμμάς των θεσσαλικών ακτών και του Πηλίου τας ερυθρωπάς σχισμάδας· εν ώ ως κοπάδιον λευκών περιστερών υπελεύκαζον επάνω- ψηλά της Ζαγοράς αι οικίαι. Ούτως είνε ο άνθρωπος.

Και άλλας πόλεις και φρούρια εις την Μεσοποταμίαν, μεταξύ Δάρας και Αμίδης, περί τα δώδεκα εις ορεινούς τόπους κείμενα, ανωκοδόμησεν ισχυρά· ανύψωσε δε και εστερέωσε τα εκ του χρόνου κρημνισθέντα τείχη της Θεοδοσιουπόλεως εις την Μεσοποταμίαν, κατεσκεύασεν υδραγωγείον και εκόσμησε την πόλιν με κρήνας.

Απερνώντας δε πολύν καιρόν με ειρήνην, βλέπει μίαν ημέραν να έλθουν αποστολάτορες από τον Αμούρ Βασιλέα της Κασμυρίας διά να ζητήσουν του πατρός του το δόσιμον, που παλαιόθεν του έδιδε, με το να ήταν μερικοί χρόνοι που του αρνήθη και δεν του εδιδεν· ειδεμή και ήθελε αρνηθή, θέλει έλθει εναντίον του, και θέλει του πάρει όλους του τους τόπους.

Τι τον έρριξε όμως σε χώρες θεοσκότεινες και ψυχρές, χώρες σταλήθεια ξένες, που ψυχή να σε συμπονέση δεν βρίσκεται, μα και να λουβιάσης, εξόν ίσως καμιά δροσόλευκη παραμάννα στο νοσοκομείο, σε τόπους που κι αγάπη να βρης, έρχεται κι αυτή και σου φαρμακεύει άλλες αγάπες, που για να μην πεθάνης της πείνας δουλεύεις όσην ώρα δεν κοίτεσαι στο κρεββάτι αποσταμένος, που να μείνης μισήν ώρα καθάριος αδύνατο πράμα, αφού κι ο αέρας που ανεσαίνεις είνε μισός καπνίλα, που ως και τα πλεμόνια του ανθρώπου μαυρίζουνε μια για πάντατι τον έκαμε τον Τραμουντάνα κ' έσυρε στα νιάτα του εκεί απάνω, που τον αντάμωσα χρόνους και χρόνους κατόπι ξέννοιαστο, πέτρα μονάχη, λησμονησιάρη, δίχως μήτε φυλαχτήρι από μάννα ή αδερφή, δίχως άλλο της πατρίδας σημάδι παρά το μαυριδερό του το πρόσωποτι τον πέταξε σε τέτοια πολύκοσμη ερημιά, είταν κ' είνε ακόμα μυστήριο, που για να το ξεδιαλύνω του κάκου ρώτηξα πολλούς σαν και λόγου του.

Εγώ ακούοντας έτσι, και με το να μην είδα ποτέ μίαν τέτοιαν τάξιν, με όλον που ήξευρα πως θα εφυλάγετο εις διαφόρους τόπους της Ινδίας, απεφάσισα να σταθώ διά να την ιδώ. Καθώς που η ώρα ταύτης της φρικτής αποφάσεως επλησίαζεν, έτσι εγέμιζε και εκείνος ο τόπος από αναρίθμητον λαόν, που έβγαιναν διά να θεωρήσουν.

« Αφίνουν ίππους κατά γης, » Αφίνουνε ανθρώπους, » Κι' άλλοιτους λόγκους σκόρπισαν, » Άλλοι πίσω γυρίζουν, » Τους βλέπουν οι Πασσάδες τους, » Ροιάζοντας, αχνίζουν, » Φωνάζουν, και τους γύρισαν «'Σ τους 'ματωμένους τόπους

Αλλ' εδώ, αγαπητέ Μένων, τα πράγματα συμβαίνουν εντελώς το εναντίον σαν κάπποια ξηρασία σοφίας έχει γίνει και υπάρχει κίνδυνος να φύγη η σοφία από τους τόπους αυτούς ναλθή κοντά σας.

Όλοι λοιπόν οι θεοί, όσοι ήσαν συγχρόνως με τον μέγιστον θεόν άρχοντες εις τους διαφόρους τόπους, επειδή πλέον ενόησαν τι συνέβη, παραιτήθησαν πλέον και αυτοί από την ιδικήν των επιμέλειαν διά τα μέρη του κόσμου.

Τα ονόματα ποιος θα τα βρη; Και ποιος θα πη πως εκείνος που τα βρήκε, δεν πλούτισε συνάμα και τον τόπο του και τους άλλους τόπους; Για να τα βρη όμως, πρέπει πρώτα πρώτα στη γλώσσα του να τα γυρέψη.

Ουδ' είναι ανάγκη ν' ανατρέχωμεν προς απόδειξιν της ανταποδόσεως ταύτης εις άλλους καιρούς και τόπους, αφού οικείον και πρόσφατον έχομε το παράδειγμα του γιγαντιαίου εκείνου λευκού γάτου του αιδίμου Κουμουνδούρου όστις, αν και ήτο η εποχή των ερώτων, ουδ' επί στιγμήν απεμακρύνθη του προσκεφαλαίου του κατά την πολιήμερον προς τον θάνατον πάλην, και έπειτα επήγε ν' αποθάνη κ' εκείνος εκ της λύπης εις μίαν γωνίαν, και οι σκύλοι του μακαρίτου εξηκολούθουν να τρώγουν, να πίνουν και να γαυγίζουν και θερμότατοι φίλοι του μετέβαινον να προσκυνήσωσι τον κ.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν