Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Μοσχαδώ, Μοσχαδώ! βογγούσε με βραχνιασμένη φωνή.. Δυο ανθρώποι ζυγώσανε τρομαγμένοι. — Μωρέ τ' είν' εδώ; Ποιος βογγάει; — Κανένας λαβωμένος! είπε ο ένας στον άλλον. Ο ένας άναψε ένα σπίρτο κ' έσκυψε να δη. Σαν έφεξε και είδε, έβαλε τα γέλια. Σήκωσε το χέρι και φασκέλωσε: — Εσύ 'σαι, Μπαρμπα-Δημητρό; Μπα, κακό χρόνο νάχης! Και τραβήξανε το δρόμο τους. Πρωί-πρωί πήγα να τον δω στη φυλακή.

Μόλις πετάχτηκαν έξω οι τρομαγμένοι, φάνηκε κατόπιν κιο Δριμομιχάλης με τα σάβανα σκισμένα και με τη ξιφολόγχη στο χέρι. — Σταθήτε, άτιμοι, φώναξε, να δήτε αν απόθανα γη ζω! Έμοιαζε με μανιακό, πούχε φύγει από τα δεσμά του φρενοκομείου. Τα μάτια τον ήσαν τρομερά και τα κινήματά του φανέρωναν τη νευρική υπερένταση της μανίας.

Κόλλησαν τα χείλη της, κι ανοιγόκλειαν τα ρουθούνια της. Της κατεβαίνει άξαφνα σα ζαλάδα. Ακκουμπάει κατά τα πίσω με χέρια σφιγμένα, πείσμα γεμάτα. Θολώνουν τα μάτια της, κομπώνει ο λαιμός της, κι απομένει ασάλευτη. Την κοίταξαν όλοι τρομαγμένοι. — Λιγοθυμιά είνε, κάνει ο κυρ Μαυρουδής, τίποτις δεν έχει. Συχνά το παθαίνει αυτό. Και παίρνει νερό και της χύνει μια ποτηριά.

Σαστισμένοι μες τη φοβερή την ταραχή, σακατεμένοι από τω σκοπών απάνωθε της τάπιας το λιθοβόλημα τ' αδιάκοπο· άλλοι με τα κεφάλια τους σπασμένα, που έτρεχαν ζουμιά τα αίματα απάνω τους· άλλοι με τις πλάτες χαλασμένες από τις πέτρες τις βαριές, που έπεφταν βροχή απάνωθέ τους· τρομαγμένοι όλοι φοβερά, που οι σκοποί έκραζαν όλη του κάστρου τη φρουρά. &Στα όπλα& και θενά πλάκωναν φουσάτα τόρα οι φαντάροι να τους λυσσάξουνε στο ξύλο λυσσαχτούς, όσους θα ξάνοιγε μες το προάβλιο ο Φρούραρχος· άπλωναν πέρα δώθε, σωστοί δαιμόνοι που ξέβρασε πάνω στη γη ο Άδης, κ' ετρύπωναν όλοι μες τα δωμάτια.

ΔΩΡΑ — Α! όχι, όχι. Μην το πης αυτό. Μη και φοβάμαι από τώρα. Χτυπάει η καρδιά μου. Όχι. Χωρίς να θέλη ο μπαμπάς, ποτέ. ΝΙΚΟΣΚαλά, καλά θα ιδούμε. Μη θυμώνης! ΔΩΡΑΌχι. Μην το ξαναπής αυτό που είπες. Καλλήτερα να πεθάνω. Να! λοιπόν να μάθης να λες όχι. Άξαφνα, μόλις τους βλέπουν, αποχωρίζονται τρομαγμένοι. Αχ! Θεέ μου! Οι παραπάνω, ΛΕΛΑ, ΘΕΑΤΡΙΝΑ. Τα καϋμένα τα μικρά.

Όταν ο Απρίλης έχυσε τα χνώτα τα ζεστά του Κι' ο Πίνδος ξεφορτώθηκε τα χιόνια τα πολλά του, Ανέβηκαν καιτα βουνά τα Τούρκικα σ' ασκέρια Και πήραν σβάρνα τα χωριά για κλέφτικα λημέρια. Η Καλαρύταις χάλασαν, και το Συρράκου αντάμα, Και του Μεσολογγιού κ' εδώ ακούσθηκε το κλάμα. Όσοι γλυτώσαν έφυγαν γυμνοί και τρομαγμένοι Προς των Τζουμέρκων τα βουνά.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν