Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Μούσα, 'ς εκείνα φέρε με τα τιμημένα χρόνια. ................................................... Παίρναν ν' ανθίζουν τα κλαριά, να λυώνουνε τα χιόνια, Καθάριος, ασυγνέφιαστος ο ουρανός να λάμπη.
Απέρασεν έως μία ώρα, και ιδού που βλέπει την γραίαν με μίαν κόρην που είχε ένα μποχτζέ, εις τον οποίον είχεν ένα πανί και ένα φερετζέ με τα οποία ένδυσε τον Κουλούφ λέγοντάς του· αυθέντη, ημείς είμασθε υποκείμενα τιμημένα και από καλό γένος, και δεν είνε τίμιον ένας ξένος να έμπη εις το σπήτι μας, και διά τούτο σε ενδύω γυναίκια, διά να μη γνωρισθής.
Όμως και τώρα ας δούμε, πώς σωτηριά θενάβρουμε φιλιώνοντάς τον πάλι με λόγια περικαλεστά με τιμημένα δώρα.» Τότες του λέει τ' Ατρέα ο γιος, ο πρωταφέντης τ' Άργους «Γέρο, δεν τάπες ψέματα τα δύστυχά μου πάθια. 115 Έφταιξα, δεν τ' αρνιέμαι εγώ. Ναι, με στρατό μεγάλο είν' ίσος όπιον πάρει ο γιος από καλό του Κρόνου, σαν τώρα αφτόν που τίμησε κι' αφάνισε τ' ασκέρι.
Τότε ο Τημουρτάς Χαν βλέποντας τον κίνδυνον, εις τον οποίον ευρίσκονταν, παίρνει την βασίλισσαν Ελμέρω την γυναίκα του, ομού και τον Καλάφ, και κάνοντας να φορτώση τα πλέον τιμημένα πράγματα που είχεν εις τον θησαυρό του εβγήκαν από την Ταρταρίαν και εκίνησαν διά την μεγάλην Βουλγαρίαν, συντροφιασμένοι με αρκετούς στρατιώτας.
Είπε, κι' ο γέρος χάρηκε και τ' απαντάει διο λόγια 424 «Δε μετανιώνει ο άθρωπος ποτές του αν τιμημένα 425 προσφέρνει δώρα στους θεούς, τι δα — η καλή του η ώρα! — κι' ο γιος μου μες στον πύργο μας ποτές δε λησμονούσε τους τρισμακάριστους θεούς π' απ' τα ουράνια βλέπουν, και δες, του το μνημόνεψαν και σαν τον βρήκε ο χάρος.
Και σμιγμένο με το καθάριο, με το γάργαρο του λαμπρού ουρανού τ' ώμορφο εκείνο φως της ύστατης αντηλιάδας, τα δυο μαζί, παρουσιάζαν ένα είδος φανταστικό φως, μιαν απερίγραφτη λάμψη, πώλεγες ότ' είνε το φως τ' αθάνατο κ' η λάμψη η ιερή που περιχύνει η δόξα τα ηρωικά τούτα και τιμημένα βουνά.
Κι' είπε τηρώντας τα πλατιά ουράνια ο γιος τ' Ατρέα «Άκου με, Δία, πρώτα εσύ, των αθανάτων όλων τρανότατε πρωταρχηγέ, κι' άκου με, Γη κι' εσύ Ήλιε, κι' οι Γδίκισσες που τιμωρούν τους ψέφτορκους στον Άδη· 260 παίρνω όρκο, εγώ δεν άγγιξα ποτές τη Βρισοπούλα μήτε ζητώντας αγκαλιά μήτε δουλιά καμμιά άλλη, Μον τιμημένα κάθουνταν μες στην καλύβα πάντα.
Κι αμέ δε θυμάσαι, καημένη, τότες που ήρθ' ο Γληγόρης μου από τη ξενιτειά, τι κακό έγινε ώσπου να μου πάρη το πρώτο φιλί; Σαν τρελλός με κυνηγούσε μες στην αυλή. Η παρέα τριγύρω, και γω με το δίσκο στα χέρια να χώνουμαι από δω κι από κει, ώσπου πρόβαλε στη μέση η θεια μου η Βαρβάρα και φώναζε πως αυτά μαθές δεν ταιριάζουνε σε τιμημένα κορίτσια. Περμ.
Και σμιγμένο με το καθάριο, με το γάργαρο του λαμπρού ουρανού τ' ώμορφο εκείνο φως της ύστατης αντηλιάδας, τα δυο μαζί, παρουσίαζαν ένα είδος φανταστικό φως, μιαν απερίγραφτη λάμψη, πώλεγες ότ' είνε το φως τ' αθάνατο κ' η λάμψη η ιερή που περιχύνει η δόξα τα ηρωικά τούτα και τιμημένα βουνά.
Οι βασιλικοί υπηρέται κατά την προσταγήν που έλαβον χωρίς αργοπορίαν με ένδυσαν με τα πλέον τιμημένα φορέματα, μου ετοίμασαν μίαν εύμορφον κατοικίαν και μου εδιώρισαν τα χρειαζόμενα διά την καθημερινήν μου ζωοτροφίαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν