Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025
Και ούτε εγώ να τον φιλήσω, ούτε ο πτωχός αδελφός μου ηδύνατο πλέον να ευφρανθή επί τη επανόδω του τόσον καιρόν προσδοκηθέντος αδελφού του! Και έκλαιε λοιπόν η δύστηνος και διηγείτο την θλιβεράν εκείνην ιστορίαν, ως εάν είχε συμβή αυτήν την προτεραίαν. Και όταν αι πλήμμυραι των δακρύων ανεκούφιζον ολίγον την βαρυπενθή αυτής καρδίαν, νομίζετ' ελησμόνει την δυστυχίαν της; Πολλού γε και δει.
Άμα λοιπόν ακούσας ότι ο πτωχός Κώστας δεν είχεν άλλα ενδύματα, εκτός των λασπωμένων και εσχισμένων, τα οποία εφόρει, ωδήγησεν αυτόν ο Πέτρος εις την οικίαν του, και παρεκάλεσε τους καλούς του γονείς να δώσωσιν εις τον Κώσταν τινά εκ των ιδικών του ενδυμάτων. Οι γονείς του ευσπλαχνικού Πέτρου προθύμως εισήκουσαν την παράκλησίν του.
Και ο μεν πτωχός το μεταχειρίζεται, αφού το περικαλύψη με δέρμα βοός ακατέργαστον, ο δε πλούσιος το καλύπτει ομοίως με δέρμα βοός κεχρυσωμένον έξωθεν και το μεταχειρίζεται ως ποτήριον.
Δυστυχώς όμως φαίνεται ότι τοιαύτη ελπίς δεν υπάρχει, αφ' ου μετά τοιούτον πόλεμον ολίγιστοι μεν ετιμωρήθησαν, πολλοί δε ημείφθησαν και αμείβονται, μόνος δε τιμωρηθείς είνε ο πτωχός λαός, όστις θα φορτωθή νέα φορολογικά βάρη διά να πληρωθούν αι αμοιβαί των ηττηθέντων και των αιτίων της ήττης. Δεν είνε ανάγκη να μετατραπή η Θεσσαλία εις μουσείον διά να μάθουν οι Έλληνες να μισούν τους Τούρκους.
Δεν ήτο δίκηο να χάσω τον κόπον μου! Ο μπάρμπ’-Αλέξης ο Καλοσκαιρής δεν είχεν ανάγκην του πορθμείου του Χάρωνος διά να πηδήση εις τον άλλον κόσμον είχε το ιδικόν του. Καλά που ευρέθη κι' αυτό το υπόσαθρον πλοιάριον, αυτόχρημα σκυλοπνίχτης, φελούκα παμπάλαιος, διά να θαλασσοπνίγεται και πορίζεται τα προς το ζην ο μπάρμπ’-Αλέξης. Ήτο πτωχός, πάμπτωχος.
ΡΩΜΑΙΟΣ Τόσον πτωχός και ελεεινός, και θάνατον φοβάσαι; ‘ς τα μάγουλά σου φαίνεται ζωγραφισμένη η πείνα· ‘ς τα λιμασμένα 'μάτια σου η στέρησις' κ' η πτώχεια· ‘ς την ράχιν σου η ζητανιά κι' ο εξευτελισμός σου· ο Νόμος δεν σε αγαπά, κι' ο κόσμος δεν σε θέλει· Νόμον να γίνης πλούσιος ο κόσμος δεν τον έχει· λοιπόν, τον Νόμον πάτησε και πάρε, να πλουτήσης.
Οι γονείς μου δεν τον ήθελαν. Ήτον πτωχός. Αν μ' ερωτούσαν κ' εμένα τότε, θα τον επροτιμούσα αυτόν που βλέπεις. Ήτον ωραίος νέος και καλός άνθρωπος και πιστός. Πιστός, μου το απέδειξεν. Έμεινεν ελεύθερος. Έφυγε νέος και εγύρισε γέρος και τυφλός. Κ' ενώ έλειπεν, εγώ έθαψα και τον άνδρα μου και όλα μου τα παιδιά. Κ' ευρεθήκαμεν πάλιν, κ' οι δύο δυστυχισμένοι, κοντά ο ένας 'ς τον άλλον.
Και αυτός ο πτωχός δαιμονιζόμενος, εις τα βάθη της τεταραγμένης φύσεώς του, είχεν αισθανθή την γοητείαν της αγνής εκείνης παρουσίας, της αγίας εκείνης φωνής, της θείας εκείνης και φωτιστικής αποστολής. Αλλ' ηθικώς διεστραμμένος και στρεβλός καθώς ήτο, παρελήρει εναντίον ταύτης, ωσεί διά της φωνής των πονηρών δαιμονίων τα οποία τον κατείχον.
Η νεάνις εκάθησε πλησίον του πυρός, το οποίον είχεν ανάψει εις την εστίαν περιμένουσα τον πατέρα της, και εκράτει το ους τεταμένον εις πάντα θόρυβον εις τα φαιδρά άσματα των παίδων της οδού, ανυπόμονος και ανησυχούσα πότε ο πατήρ της να έλθη. Αι ώραι παρήρχοντο και ο πτωχός γέρων δεν εφαίνετο. Το Ουρανιώ είχεν απόφασιν να μη κατακλιθή, αλλ' έμενεν ούτως ημίκλιντος πλησίον της εστίας.
Τα πράμματα τα μισά του είχαν ψοφήσει· ολίγαι μόνον γαλάραις του έμειναν· όλο και στέρφαις. Δεν έκαμε ο Θεός καλόν καιρό να βγάλη η γη χορταράκι, να βοσκήσουν τα πράμματα. Τι σε κάμουν τα καϋμένα τα πράμματα! Είτα ο πτωχός Τσόμπανος ήρχισε να σοβή το αιπόλιον, εξάγων τα ζώα προς νομήν είς την παρακειμένην κοιλάδα. — Τσου! τσου! στέρφα! ε! ψαρρή! όι! όι!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν