Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Όλους τους χορούς λέει τους ήξερε και δεν άφηνε χορό να μην τονέ χορέψη με τους πιο ωραίους καβαλλιέρους.

Ο τετράξυπνος κι' ο παμπόνηρος ο Ρουφίνος, που τον ανταμώσαμε κάπου στάλλο το κεφάλαιο, αυτός είναι που την πρωτάρπαξε την εξουσία της Ανατολής, κ' έπαιζε στα δάχτυλα του τον Αρκάδιο, καθώς πάλε στη Δύση τον πιο μικρότερο τον Ονώριο, που τούπρεπε κι αυτουνού Ονάριος να λέγεται, τον είχε του χεριού του ο Βάνταλος ο Στηλίχωνας.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όσο μπορείς πιο γλίγωρα απομάκρυνέ με σε τόπον, όπου ανθρώπου δεν πατούνε πόδια. ΚΡΕΩΝ Θα το ’καμνα, αν δεν έπρεπε πρώτα κι απ’ όλα να ρωτηθή ο Απόλλωνας τι χρεία να κάμω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλά ο χρησμός καθαρά του θεού προστάζει τον ασεβή, τον πατροκτόνον ν’ αφανίσης. ΚΡΕΩΝ Ναι.

Αυτός λοιπόν, που δεν εκράτησε τους όρκους του, θ' αδιαφορήση να τιμωρήση κ' εσένα κι αν πας με γυναίκες πιο πολλές κι από τα καλάμια του σουραυλιού σου. Μα εσύ ορκίσου με στο κοπάδι τούτο και στη γίδα εκείνη, που σ' ανάθρεψε, πως δε θ' αφίσης τη Χλόη όσο σου μένει πιστή· κι αν φανή ψεύτρα σ' εσένα και στις Νύμφες, να την αποφεύγης και να τήνε μισής και να τη σκοτώσης σαν λύκο.

Θέλησα εκατό φορές να σκοτωθώ, αλλ' αγαπούσα ακόμα τη ζωή. Αυτή η γελοία αδυναμία είναι ίσως ένα από τα πιο απαίσια μας ένστιχτα· διότι, τι υπάρχει πιο ανόητο από το να κουβαλούμε διαρκώς ένα βάρος, που θέλομε πάντα να το ρίξομε από πάνω μας; να μας κάνη φρίκη η ύπαρξη μας κι' όμως να τη διατηρούμε; τέλος να χαηδεύομε το φίδι, που μας τρώγει, όσο που να μας φάγη ολότελα την καρδιά;

Τούκοψε τον αέρα του όμως ο Ίλλος και στεριάς και πελάγου. Κ' έτσι ξαναμπήκε ο Θεοδορίχος στη Θράκη, κι από τη Θράκη στην Ελλάδα με τριάντα χιλιάδες δικούς του. Εκεί απέθανε, πέσαντας από τάλογό του απάνω σε στηλωμένο κοντάρι, και τονέ διαδέχτηκε ο γιος του ο Ρεσιχάτης, ακόμα πιο σκληρόκαρδος αυτός, και τόσο ανοικονόμητος που στα 483 έβαλε ο Ζήνωνας το Θοδορίχο και τονέ σκότωσε.

Αν ανεβαίναμε πιο νωρίς, θ' ακούγαμε θλιβερές ιστορίες και δω. Θ' ακούγαμε πώς η μαυροφόρα, έχει πέντε χρόνια, να δη τον άντρα της. Πως ξενοδουλεύει να ζήση τρία παιδιά. Πως πλάκωσε κ' η αρρώστια, και πως πάει να πεθάνη το μικρότερό της. Κοίταξέ την καλά, τώρα που σηκώθηκε και τοιμάζεται, κι όλο τοιμάζεται να φύγη, κι όλο κρυφομιλεί.

Η κατάστασις αυτή των πραγμάτων δεν ημπορούσε να διαρκέση επί πολύ. Οι χωρικοί των πέριξ, οι επισκέπται οι όποιοι ήρχοντο να ίδουν το κατάστημα, θα ειδοποίησαν τους αρμοδίους. — Δεν εμαντεύσατε. Ο αρχηγός των ανταρτών ήτο πιο φανερός από ό,τι φαντάζεσθε.

Το περισσότερο χώμα το σκόρπισαν, φέρνοντάς το μακριά· κ' ύστερις, αφού άπλωσαν απάνω από το στόμα του λάκκου ξύλα ξερά, επάτησαν καλά τ' αποδέλοιπο χώμα για να κάμουν τη γις όμοια με πριν, ώστε κι' αν λαγώς περνούσε τρέχοντας να σπάση τα ξύλα, που ήταν πιο αδύνατα κι' από άχερα, και τότε να μπορέση να μάθη ότι δεν ήτανε γις παρά απομίμηση γις.

Μονομιάς θα το δήτε, πως ο ίδιος ο μάστορης που έπλασε της Ασήμως την ομορφιά, έχυσε και του Πανάγου τη χάρη. Μα του Πανάγου με κάτι πιώτερη γνωρισιά. Την ομορφιά την περέχυνε κάποια σα μελαχολία, σα σοβαρότη, που έλειπε ολότελα από της μαζώχτρας την όψη. Έπειτα χείλη πιο παχουλούτσικα, σαγώνι πιο στρογγυλωτό.

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν