Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
ΜΑΚΒΕΘ Αγάπη μου, καλλίτερα εσύ να μη το 'ξεύρης, ως που να έχης να χαρής αφού θα γείνη! — Έλα, έλα ω Νύκτα σκοτεινή, τον πέπλον σου να ρίξης 'ς τα 'μάτια τα ευαίσθητα της αγαθής Ημέρας! Ω έλα με αόρατον αιματωμένον χέρι να σχίσης το συμβόλαιον, κομμάτια να το κάμης το μέγα το συμβόλαιον που με κερόνει εμένα ! Πήζει το φως, ο κόρακας παίρνει το πέταγμά του 'ς το δάσος του.
Και διά τούτο, αναγινώσκων εις τας καρδίας των, γνωρίζων ότι Τον εζήτουν μ' εκείνο το πνεύμα το οποίον Αυτός δεν ηγάπα, ηρέμα ανέσυρε τον πέπλον της ίσως ημιασυνειδήτου υποκρισίας ήτις απέκρυπτε τούτους αφ' εαυτών, και τους ήλεγξεν ότι τον εζήτουν, όχι διότι είδον σημεία, αλλά διότι έφαγον εκ των άρτων και εχορτάσθησαν.
Μόνον μία νεράιδα ερημικά βαθυπλόκαμος απετόλμα την νύκτα και κατήρχετο εις το ρεύμα, κ' εμπιστευομένη εις το εχέμυθον της νυκτός απέβαλλε τον πέπλον, κ' ελούετο, εις τα κρύα νερά του λάκκου, της στέρνας, εις την κορυφήν του μύλου, επάνω της στέγης.
Η νεάνις έπεσεν εις τα γόνατα και κρύπτουσα το πρόσωπόν της εις τον πέπλον της Πομπονίας, έμεινεν επί μακρόν σιωπηλή όταν δε ανηγέρθη, το πρόσωπόν της ήτο γαληνιώτερον: — Πονώ να σε αφήσω, μητέρα μου, να αφήσω τον πατέρα μου και τον αδελφόν μου, αλλ' ηξεύρω ότι η αντίστασις δεν θα ωφελήση εις τίποτε και θα σας κατέστρεφεν όλους, εις την οικίαν όμως του Καίσαρος δεν θα λησμονήσω ποτέ τους λόγους σου.
Το πρόσωπον τούτο εφόρει πυκνόν πέπλον, μακρόν και ποδήρη, μεταπλάττοντα ου μόνον την μορφήν, αλλά και το σχήμα του σώματος και το ένδυμα. Ούτε αν ήτο ανήρ η γυνή ηδύνατο να διακρίνη ο Μάχτος. Οποία μετημφιεσμένα όνειρα!
Εσείς του Φόνου όργανα, όπου και αν πλανάσθε κι' αόρατα συντρέχετε 'ς ό,τι κακόν κι' αν γείνη, ελάτε, κάμετε χολήν το γάλα των μαστών μου! Έλα και συ, Νύκτα βαθειά, σκεπάσου με του Άδου τον σκοτεινότερον καπνόν, ώστε η μάχαιρά μου να μην ιδή την μαχαιριά, και ούτε απ' επάνω να ημπορή ο Ουρανός να με παραμονεύση 'πίσ' απ' τον πέπλον της νυκτός και να φωνάξη: Στάσου!
Η ονειρώδης Επτάλοφος ήτο σκεπασμένη υπό τον αερώδη πέπλον της ακόμη, υφ' ον, ως διά νεφελωμάτων αραιών, απέστιλβον χρυσαί ακωκαί μιναρέδων και χρυσοσκεπείς θόλοι παλατιών και σκηνωμάτων, εν μέσω κήπων και κυπαρίσσων. Χωρίς να σταματήση αλλαχού, κατηυθύνθη αμέσως εις το περίκλυτον του Ανθεμίου μεγαλούργημα. Τα πλατέα και σύνδενδρα αυτού προαύλια ήσαν έρημα.
Αφαίρεσε αυτόν τον πέπλον, συ, η μόνη μου χαρά, διά να σε θαυμάσω ακόμη προ της αναχωρήσεώς μου. Διατί είσαι κατ' αυτόν τον τρόπον κρυμμένη; Εκείνη ανεσήκωσε τον πέπλον της, και' αφού έδειξε το ακτινοβολούν πρόσωπόν της και την λάμψιν των θαυμασίων οφθαλμών της, ηρώτησε: — Είναι άσχημον;
— Είναι λοιπόν χριστιανή; ανέκραξεν ο Νίγηρ, με βλέμμα εκστατικόν προς τον Βινίκιον. Και εγώ χριστιανός είμαι, απήντησεν ο Τριβούνος. Δάκρυα ανέβλυσαν από τους οφθαλμούς του Νίγηρος. — Δόξα σοι, Κύριε Ιησού, ότι αφήρεσας τον πέπλον από τους προσφιλεστέρους μου οφθαλμούς εις τον κόσμον! Μετ' ολίγον εισήλθεν ο Πετρώνιος φέρων μαζί του και τον Ναζάριον. — Καλά νέα! είπε μακρόθεν.
Αλλ' εκ του βάθους της αιθούσης έφθανεν είς βόμβος εκπλήξεως και θαυμασμού. Την στιγμήν εκείνην, μία νεάνις είχεν εισέλθη. Κάτω από τον ιόχρουν πέπλον ο οποίος έκρυπτε το στήθος και την κεφαλήν της, διεκρίνοντο τα τόξα των οφθαλμών της, τα ψέλλια των ώτων της, και η λευκότης του δέρματός της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν