Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Η αναπνοή του σερνότανε βαρειά και βαθειά, ροχάλιζε σχεδόν-που δεν τόκανε ποτέ του. . . Κάτω απ’ τα πάπλωμα της Λιόλιας κάτι τάραζε. . τρεμοσάλευε: η Λιόλια έκλαιγε μ’ αναφυλλητά. . Έκλαιγε για τη δυστυχισμένη τη Βεργινία, για το φιλί του Νίκου που της έκαιγε ακόμα στα χείλια κι ως μέσα στην ψυχή της, έκλαιγε για τα χορό που τέλειωσε και για τα βιολιά που έπαιζαν πιο δυνατά και πιο γλυκά μόλις πήγαινε κοντά τους και τώρα σβήσανε για πάντα γιατί άμα σβήση κάτι και πεθάνη, για πάντα πεθαίνει!

Ευρέθη να έχη πάπλωμα, ενώ όταν επρωτοήρθε δεν είχεν άλλο τίποτε παρά της κόττες. Αλλά φαίνεται ότι ο εξάδελφός της τής είχε φέρει από άγνωστον μέρος, εν τω μεταξύ, αυτό το πάπλωμα. Από την ημέραν εκείνην ήρχισε μεγάλη γρίνια και φαγούρα μεταξύ του Βαγγέλη και της εξαδέλφης του.

Ξακολούθησαν έτσι ως μια ώρα δρόμο, όταν έφτασαν σε μια ράχη, οπούθε φαίνουνταν τα Γιάννινα μέσα στη σκοτεινιά της νύχτας, με τα πολλά τους φώσια, σαν απέραντο πάπλωμα, κεντημένο με χρυσά αστέρια. Σ' αυτή τη μεριά ο Φετάνης λέγει του Λέντζου: — Έχ'ς ένα τσιγάρο;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και της Λακωνικές μου αυτές, μα τον Διόνυσο, της έχασα κ' εγώ, Μα μ' έσφιξε το χέσιμο, που λες, και δεν αργώ, κ' έβαλ' αυτό το τσόκαρο, μη χάσω τον καιρό και χέσω μεσ' στο πάπλωμα, που ήταν καθαρό. ΑΝΗΡ Τι να συμβαίνη τάχατες; μήπως καμμιά της φίλη για δείπνο καμμιά πρόσκλησι κρυφά της είχε στείλη; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μπορεί κι' αυτό• δεν είν' κακές κι' αυτές η κακομοίρες•

Και σηκώθηκε. Δρασκέλισε το λοφάκι πούκανε το κορμάκι της Λιόλιας κάτω απ’ το πάπλωμα. . και της έδωσε να πιή λίγο γάλα. Θα σου φέρω αύριο πάλι το γιατρό να δούμε τι θα κάνουμε ! της είπε τελευταίο. Έπειτα ξανάπεσε κι αποκοιμήθηκε στο λεφτό.

Το όλον της εφαίνετο ως όνειρον. Μόνον έσφιγγε τους οδόντας και ηπόρει πώς δεν ησθάνετο ακόμη πόνον. Αλλά μετ' ολίγα δευτερόλεπτα, ησθάνθη οξείαν αλγηδόνα. Την ιδίαν στιγμήν, η θύρα εβυθίσθη προς τα έσω. Ο είς χωροφύλαξ εισεπήδησε μετά κρότου εις το πάτωμα. Η Αμέρσα δεν ανεσήκωσε την κεφαλήν, έκυπτε και ήτο τυλιγμένη έως την μύτην εις το πάπλωμα.

Εφόρεσαν ό,τι εύρον· οι μεν το πάπλωμά των, οι δε των συζύγων των τα φορέματα, άλλοι πίλους υψηλούς, και άλλοι σπυρίδας ανεστραμμένας.

Η γρηά ζητά τον ψύλλο μέσ' στο πάπλωμα κ' εκείνος κάθεται πα στα ματογυάλια της. Όμως μην ειπής ακόμη τίποτε εις την Βαλινδέ, την κοκκώνα. Είπα και εις τον Μιχαήλο το ίδιο. Όταν μ' ερώτησε σήμερον πρωί, της είπα, πως η θέσις μου μ' απαγορεύει να ειπώ τίποτε πριν αποφανθή το δικαστήριον. Η καϋμένη η κοκκώνα! Δεν είπε τίποτε, αλλά φοβούμαι πως ενόησε την αποτυχίαν μου.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν