Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Παύλο, του είπε πάλι, μια νύκτα, την ώρα που έβγαινε το φεγγάρι απ' το βουνό, δώσε μου την καρδιά σου, όλη σου την καρδιά, να την έχω μοναχή μου και κανένας άλλος στον κόσμο. Ο Παύλος την κύτταξε γλυκά. — Η καρδιά μου, Παυλίνα, ήτανε το πρώτο χάρισμα που σούκανα. Και πάλι μου τη ζητάς; Η Παυλίνα τον κύτταξε στα μάτια και του είπε: — Ορκίσου μου πως είναι δική μου. Ο Παύλος της ωρκίστηκε.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μη ‘ς το φεγγάρι ορκισθής, το άστατον φεγγάρι, που κάθε μήνα κι’ αλλαγήν ‘ς τον δίσκον του μας κάμνει, μη τύχη κ' η αγάπη σου αλλάζη 'σαν εκείνο. ΡΩΜΑΙΟΣ Εις τι λοιπόν να ορκισθώ; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μην ορκισθής διόλου. Ή ‘ς την χαριτωμένην σου την ύπαρξιν ορκίσου, 'ς αυτήν, που είναι ο Θεός οπού εγώ λατρεύω, και σε πιστεύω. ΡΩΜΑΙΟΣ Αν ποτέ η καρδιακή αγάπη...

Τώρα πια ορκίσου πως θα κάμης ό,τι αυτήν την ύστερη στιγμή θα σου ζητήσω, αν και μου είναι αδύνατον να εύρω αυτό που αξίζει να δώσης ως αντάλλαγμα της τόσης μου θυσίας. Γιατί δεν είναι τίποτε στον κόσμο πιο μεγάλο και πιο πολυτιμότερον απ' την ζωή του ανθρώπου. Έπειτα θε να ιδής και συ πως δεν θα σου ζητήσω τίποτε άδικον, γιατί το ξέρω πως το ίδιο θα αγαπάς και συ αυτά τα δύστυχα παιδιά μας.

Άντρα θα βγάλει σήμερα στο φως η πονοδότρα Λεφτέρω π' όλα θαν τον πουν τα γυροχώρια αφέντη, άντρα από φύτρα και γενιά μ' αίμα δικό του μέσα. 105 Τότες με πονηριά απαντάει η δολοπλέχτρα η Ήρα Ψέμα το λες, το λόγο σου ποτές δε θ' αληθέψεις· ειδέ έλα, Δία, ορκίσου μου όρκο μεγάλο τώρα πως όλα αλήθια θα τον πουν τα γυροχώρια αφέντη αφτόν που πέσει σήμερα από γυναίκας μήτρα, 110 άντρας αν είναι από γενιά μ' αίμα δικό σου μέσα. Είπε, κι' αφτός την πονηριά δεν ένιωσε κι' αμώνει όρκο ένα δέτη, κι' άσκημα γελάστηκε κατόπι.

Αφού έλεγε κατά κόρον ότι ήτο πτωχός, ίσως επεθύμει να κερδήση χρήματα. — Είσαι πτωχός, είπες; — Φτωχός... καθώς ο διάβολος, εψέλλισεν ο Τρέκλας. — Και θέλεις χρήματα; — Χρήματα; Ποιος τα έχασε; — Ορκίσου ένα πράγμα. — Τι; — Ότι δεν με είδες εκεί, είπεν αύθις μυστηριωδώς ο ξένος, και ότι δεν είσαι βαλμένος να μου πης ψέμματα.

Εκείνος είναι ένας άξιος θεός και βαστάει ένα ουράνιο πιοτό. Θα γονατίσω μπροστά του. ΣΤΕΦΑΝ. Πώς εγλύτωσες; πώς ήρθες εδώ; ορκίσου απάνου σε τούτο το φλασκί, πώς ήρθες εδώ. Εγώ εγλύτωσ' απάνου σ' ένα βουτσί κρασί της Ισπανίας, ριμμένο στο πέλαο από τους ναύταις, μα τούτο το φλασκί· εγώ ο ίδιος τώκαμ' από δένδρου φλούδα, με τούτα μου τα χέρια, αφού το ρεύμα μ' έσυρε στη στερηά.

ΚΑΛΙΜΠ. Αλήθεια· εγώ σ' είδα μέσα στο φεγγάρι, και σε λατρεύω· η κυρά μου μού 'δειξε που ήσουν με το σκυλί σου, και με το βάτο σου. ΣΤΕΦΑΝ. Κόπιασε, ορκίσου απάνου σ' αυτό· φίλησε το βιβλίο· σε λίγο το προικίζω με καινούρια γράμματα· ορκίσου. ΤΡΙΝΚ. Μα τούτο το φως, αυτό είν' ένα κουτό τέρας. Εγώ να το σκιάζωμαι; ένα τιποτένιο τέρας· ο άνθρωπος μέσα στο φεγγάρι; — ένα τέρας, που τα καταπίνει όλα.

Σαν πιο αχαμνά 'χε ζώα, μά 'χε μαθές πιο δύναμη και πιο πολλή εξουσία. Μα αφίστε, θα δικάσω εγώ, και δε θα πει κανείς σας πιστέβω εδώ παράπονο, τι ίσα θα πω το δίκιο. 580 Αντίλοχε, έλα πρόβαλε, θεόσπαρτε αρχηγέ μου, «κι' όρθιος μπροστά στ' αμάξι σου το καμοτσί κρατώντας, βάλε το χέρι στ' άλογα, και σαν που πρέπει ορκίσου μ' απάτη αν δε μ' αμπόδισες επίτηδες τ' αμάξι585

Αχ! τι λέγεσαι Ρωμαίος; Αρνήσου τον πατέρα σου, παραίτα τ' όνομά σου, ή αν δεν θέλης, μοναχά πως μ' αγαπάς ορκίσου και έπαυσα να λέγομαι του Καπουλέτου κόρη ΡΩΜΑΙΟΣ Ν' ακούσω κι’ άλλα; ή αυτά με φθάνουν; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τ' όνομά σου είναι ο μόνος μου εχθρός.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν