Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Ταχεία αναπόλησις του προσφάτου και μαγικού αυτής παρελθόντος διέδραμεν ως αστραπή την φαντασίαν της, και υπέθεσε προς στιγμήν, ότι από γοητευτικού ονείρου αφύπνωσεν αποτόμως εις την φοβεράν πραγματικότητα.

Και ουδεμία αδιακρισία ταράσσει την μυστικήν ομιλίαν, την οποίαν συνάπτουν αι ψυχαί των ανθρώπων με την ψυχήν του κόσμου κατά τας στιγμάς εκείνας, ότε η αμφιλύκη αρχίζει να δίδη εις τα αντικείμενα την αμφιβολίαν του ονείρου.

Κι είναι οι βαθύτερες χαρές στου ονείρου μας τα βάθη· το αέρι ας παίζη στο λευκό πανί μακριά που εχάθη, σου λάμνει ο πόνος την ψυχή, κρυφό άλλο τώρα αέρι, σου λάμνει ο πόνος την ψυχή σε βύθος που δεν ξέρει, σε απάντεχο άγνωρο γιαλό τη σέρνει, όπως η μπόρα σέρνει του Μάρτη το πουλί στο νέο το καλοκαίρι.

Ελθούσαν δε την εφύλαττε θέλων να διαφθείρη το γεννηθησόμενον εξ αυτής, διότι εκ του ονείρου εκείνου εξήγαγον οι μάγοι ότι το παιδίον της θυγατρός του έμελλε να βασιλεύση αντ' αυτού.

Αίφνης, από καιρού εις καιρόν, εξύπνα εκ του μακρού ονείρου της, κ' εφαίνετο ανακτώσα την αίσθησιν του πραγματικού κόσμου, αλλ' ολίγαι παρήρχοντο στιγμαί και πάλιν έπιπτεν εις την νάρκην του ύπνου της βυθιζομένη βαθύτερον ακόμη εις το προσφιλές όνειρόν της.

Και καθισμένη ο νους σε βλέπει κάτω απ τα δένδρα στο ακρογιάλι· γύρω τα φύλλα χλωρή σκέπη, γέρνεις στο χέρι το κεφάλι, Σε είδα ή μονάχα ο νους σε πλάθει; Σα να σου λέη το αέρι κάτι, μέσα στου ονείρου σου τα βάθη που σου ξανοίγεται το μάτι; Ορθό στης θάλασσας την άκρη το χέρι απλώνει σα να κράζη· το κάλεσμά του από τα μάκρη μ' έφτασε δω σα να προστάζη.

Από του ευχαρίστου τούτου ονείρου αφυπνίζει αυτήν αίφνης ο υιός της, επιστρέφων από του καφενείου, όπου έπαιζε σφαιριστήριον, και φωνών από της θύρας· — Α, μητέρα! ξεύρεις ότι το πράγμα άρχισε να γίνεται αστείον; — Τι είνε, παιδί μου; — Όλοι οι φίλοι μου ήθελαν να τους κάμω γεύμα. Άλλοι ήθελαν δανεικά, άλλοι . . . Ο νέος Περδίκης αποσιωπά, ότι οι άλλοι εκείνοι εζήτουν την επιστροφήν δανεισθέντων.

Κοντός, κυφός, με φορέματα χονδρά από σκουτίον, με ένα καλογηρικόν καστανόχρουν σκούφον μέχρι των οφθαλμών, με τα δακρυσμένα πάντοτε μάτια του και τα κοντά ψαρά γενάκια του, με ένα ταγαράκι εις τον ώμον του όπου είχε το ψωμί του, και με το Κύριε Ιησού Χριστέ εις τον νουν, σαν καλόγηροςψυχή του, καρδιά του, να ξενυκτίση όπου φήμη φαντάσματος, όπου διάδοσις ονείρου και οπτασίας, διά να ημπορή μεθαύριον να παρέχη λεπτομερείς πληροφορίας εις τους νησιώτας, εις τας γυναίκας και τους αργούς.

Εν τη βραδεία δε και συντόμω αυτής καρώσει, εταράσσετο υπό ονείρου φρικαλέου. Έβλεπε τον άνδρα της ουχί οποίον ήθελε να τον παραστήση η φαντασία της, η εν τη ενοχή της απαλύνουσα κ' εξιδανικεύουσα τον χαρακτήρα του.

Τόρα όμως όσα μανθάνονται και όσα δεν μανθάνονται, ειπέ μου πώς τα διέκρινε, διότι θέλω να ιδώ αν τα ήκουσες και συ καθώς εγώ. Θεαίτητος. Δεν ηξεύρω αν θα το ενθυμηθώ. Νομίζω όμως ότι θα ημπορούσα να παρακολουθήσω, αν το έλεγε άλλος κανείς. Σωκράτης. Τότε λοιπόν άκουσε ένα όνειρον εις την θέσιν άλλου ονείρου.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν