Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


διατί ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν; διατί λέγει, η μ ο υ σ ι κ ή μ ε ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν; Εδώ σε θέλω, Σίμε Λαγουτάρη. Α’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Το λέγει, διότι το αργύριον έχει γλυκόν ήχον. ΠΕΤΡΟΣ Περίφημα! Τί λέγεις εσύ, Τρίχορδε; Β’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Λέγω ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν, διότι οι μουσικοί παίζουν διά το αργύριον. ΠΕΤΡΟΣ Εξαίρετα! Και συ, κυρ Δοξαρά; Γ’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Δεν 'ξεύρω τι να 'πώ εγώ. ΠΕΤΡΟΣ Εγώ να σας το ειπώ.

Ερχόταν από τον Σουλινά φορτωμένη σιτάρι για την Πάτρα. Ήταν όμως χολέρα στον Ποταμό και θα επήγαινε πρώτα να κάμη κάθαρσι στις Δήλες. Ο καπετάν Καρέλης μας ερώτησε αν ήθελε κανείς να έβγη στην Πόλη· Μα όλοι μονόγνωμοι εζητήσαμε να μας πάρη στην Ελλάδα. Δεν ξεύρω γιατί όταν κανείς κινδυνέψη, επιθυμάει τόσο την πατρίδα και τους συγγενείς του. Πολλές φορές μου έτυχε να κινδυνέψω στη θάλασσα.

Δεν ξεύρω εγώ. . . . όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά· τόρα είμαστε πλούσιοι, κυρά Μαριώ, το κατάλαβες; και χρειάζεται προσοχή και φρόνηση. — Και ποιος μας ξέρει, Δημήτρη μου; — Ναι, δε σου λέω, . . . απήντησεν εκείνος ξύων την κεφαλήν του, αλλά πού ξεύρεις; ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια, . . και πολλά μάτια. Καλλίτερα έτσι. Α! σβύσε τώρα το φως να πλαγιάσωμε, και αύριο τα λέμε.

Είμαι ογδώντα τριών χρόνων, είπε, και ψέμμα ακόμα ως τώρα δεν εβγήκεν από τα χείλη μου. Σας λέγω ότι αυτά είνε τα ρούχα. — Και πώς τα ξεύρεις ότι είνε αυτά; ηρώτησεν ο ξένοςΤα είδα απλωμένα. — Και το πανέρι πού ευρέθη; Είνε και αυτό της κυράς; — Δεν ξεύρω διά το πανέρι, ειμπορεί να είχεν αυτή, η Γυφτοπούλα, πανέρι με ρούχα δικά της.

Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτόν απάντησα και είπα• Ατρείδη, αυτά τι μ' ερωτάς; δεν ξεύρω αν ζη εκείνος ή απέθανε• κ' είναι κακό να λέγωνται τα μάταια».

Και πού να 'ξεύρω εγώ τι ονόματα έγραψεν εδώ, εκείνος οπού τα έγραψε; — Ας εύρισκα κανένα γραμματισμένον! — Να, 'ς την φωνήν!

— Σ' ετρόμαξα; α, α! ανεφώνησεν ο μυστακίας, και διατί, παρακαλώ, ετρόμαξε το Μαριγάκι μας; Αι! . . 'ξεύρω κ εγώ, υπετραύλισεν η ανυπόκριτος κόρη, μήτε την αλήθειαν του τρόμου αυτής κατορθούσα να κρύψη, μήτε την πορφυραν των παρειών της να μετριάση. — Δεν ηξεύρεις; επανέλαβεν ο εισβαλών κατακτητής· και εις εκείνην λοιπόν την κασέλλαν τι ερρίψαμεν, παρακαλώ; — Τίποτε, . . τίποτε, . . ένα γράμμα.

Και Αϊμά αδελφή μου τι θα πη; Θα πη ότι συ η Αϊμά είσαι αδελφή μου. Χωρίς άλλο αυτό θα πη. Και διά τούτο μου φαίνεται καλλίτερον. Διότι το άλλο, σένα, αδελφή μου, σε λέγουν Αϊμά, είνε ανόητον. Το ξεύρω θα μου πη κ' εκείνη, το ξεύρω πως με λέγουν Αϊμά, δεν έχω ανάγκη να μου το πης. Τότε τι θα της πω; Όσο και να σπάσω το κεφάλι μου, δεν θα ευρώ λέξιν να της αποκριθώ.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Να σου το ειπώ... Παραμάνα, άφησέ μας ολίγον· έχω κάτι κρυφόν να της ειπώ. — Παραμάνα, έλα οπίσω και ήλλαξα γνώμην. Σε θέλω ν' ακούσης την ομιλίαν μας. Η κόρη μου τώρα έχει τα χρονάκια της· εσύ τα 'ξεύρεις. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Μα την πίστιν μου, τα 'ξεύρω τα χρονάκια της ως το λεπτόν. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Δεν έχει τελειωμένα τα δεκατέσσαρα; Πότε έχωμεν των Αγίων Αποστόλων;

Κατήντησαν λοιπόν, αυτοί οι διδάσκαλοι του Ισραήλ εις την επωνείδιστον ανάγκην να είπωσιν «ουκ είδομεν». Υπάρχει εβραϊκή τις παροιμία λέγουσα «μάθε την γλώσσαν σου να λέγη δεν ξεύρω». Αλλά να είπωσι δεν ειξεύρομεν εις την περίπτωσιν ταύτην θα ήτο ταπεινωτικόν εις την αγερωχίαν των, θανάσιμον κτύπημα εις τας αξιώσεις των. Θα επρόδιδαν αμάθειαν εις σφαίραν όπου η αμάθεια ήτο δι' αυτούς ασύγγνωστος.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν