Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Δεν πέρασαν πολλά σπίτια για να φτάσουνε στο σπίτι του Προεστού. Χτύπησε την πόρτα ο χωριανός δυνατά και γοργά. — Ποιος είνε; φωνάζει γυναικίσια φωνή απομέσα. — Άνοιξε, κερά Φωτεινή, κ' είνε ένας Μυλόρδος. — Χριστέ και Παναγιά μου! Και τι να τον κάμω που είμαι ολομόναχη! — Άνοιξε συ, και γω βρίσκω και τον Αφέντη, αποκρίνεται ο Αποδουλίτης απέξω.

— Α συφωνή ο κυρ Αλεξαντράκης, λέει ο Μυλόρδος, ίσως καλλίτερα έτσι. Έχω να τακούσω και κάμποσα χρόνια. — Μπράβο, και γιατί όχι; αποκρίνεται ο Αλεξαντράκης· να τα καλομάθω και γω. — Κρίμας που δεν είνε χειμώνας, να ψήνουμε και κάστανα, λέει η Κερά Φωτεινή εκεί που έρραβε. Να σας φέρω όμως μερικούς πεπονόσπορους.

Ανοίγει η πόρτα, μπαίνει ο Μυλόρδος, παίρνει ο Σφακιανός τάλογο να το νοιαστή σε διπλανό χωραφάκι, τρέχει κι ο χωρικός να φέρη τον Προεστό. Συμμαζεμένη η Φωτεινή και λιγομίλητη στου ξένου την απερίμενη παρουσία. Άναψε το λυχνάρι, έκαμε τα πρεπούμενα, έπειτα στάθηκε αντίκρυ του με τα χέρια δεμένα.

Να με συμπαθήστε που πρέπει να καρτερέψω καμιά δυο μέρες εδώ, τους είπε απάνω στον καφέ ο Μυλόρδος, ώσπου να γυρίση ο οδηγός μου με μερικούς συνταξιδιώτες που πρέπει να σας δουν και να σας γνωρίσουν. Είνε ένας άλλος Άγγλος κ' η γυναίκα του, ρωμιοπούλα όμως αυτή, και μάλιστα Κρητικιά.

Και σε ποια χαρέμια θα σ' αφήσουνε νάμπης! Κι αν τη βρης, ποιος Πασάς θα σου τηνε δώση, που τα γαλανά της τα μάτια μονάχα. . . . — Σπάνιο πράμα, γαλανά μάτια στην Κρήτη! παρατηράει ο Μυλόρδος. — Να κάτι πιο βαθύτερα από τα δικά σας.

Ο πεντάξυπνος όμως ο Σφακιανός του, που πέτρα Κρητικιά δε σήκωνες να μην τονε βρης αποκάτω, που έπραξε κ' έπαθε πολλά στον καιρό του, τον ήξερε καλλίτερ' από μας το Μυλόρδο. Τον άφινε και γύριζε, σκάλιζε, κ' έγραφε έγραφε, ώσπου χαρτάκι άγραφο δεν τούμνησκε πια όταν μπαίνανε στ' Αποδούλο μια βραδινή, ό,τι βασίλευε ο ήλιος, αποσταμένοι κ' οι τρεις τους, Μυλόρδος, άλογο, Σφακιανός.

Μόνο μερικοί γέροι απομείνανε στο χωριό. Τους έσφαξαν όλους. Μα ας τα πούμε με τη σειρά τους αυτά τα δικά μας, να μάθετε και γιατί αυτή την ώρα δεν τη χαρούμαστε την κατακαημένη μας την Καλλίτσα. Ανασηκώνεται εδώ άξαφνα ο Μυλόρδος μ' ολοάνοιχτα μάτια. Γλήγορα όμως συμμαζώχτηκε πάλι, ίσως να την καλακούση την ιστορία. — Είχαμε τότες θανατικό στο χωριό μας, λέει ο Προεστός.

Τάλλα τα μαθαίνετε από την ίδια σαν έρθη. Και ξεκίνησε ο Μυλόρδος κατά το αγαπημένο του το Καστρί.

Συνηθισμένος ο Μυλόρδος από τέτοια συστήματα, την παρεκάλεσε να μην κοπιάζη, μόνο ας τον αφήση μονάχο ώσπου νάρθη κι ο νοικοκύρης. Δεν έμεινε πολλήν ώρα μονάχος του ο Μυλόρδος, παρά πρι να προφτάση να ξεδιαλύνη αν τόνομα του χωριού είνε κι αυτό της αρχαιότητας απομεινάρι ή της σκλαβιάς απλό γέννημα, ήρθε ο Προεστός ο Αλεξαντράκης, και μαζί του κι ο Σφακιανός.

Έμειναν αμίλητοι μια στιγμή κ' οι δυο τους, πατέρας και μάννα. Ώσπου όμως να ξανανοίξη το στόμα του ο Μυλόρδος, που έτρεμε μην τύχη και τους παραταράξη, βρέθηκε ταντρόγυνο αγκαλιαστό, κι άλλο πια τώρα δεν άκουγες παρά κλάψες κι αναρρουφήματα. — Να σας πω τώρα και κάτι άλλο, κάνει ο Μυλόρδος, να μη χασομεράτε και πολύ.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν