Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Ιδών τον Βράγγην διερχόμενον και φέροντα επί των ώμων την περίφημον φλοκάταν, ήτις ήτο προωρισμένη να καλύψη το ατημέλητον διασήμου πολεμάρχου και παραστήση αυτόν ευπρεπή εις τας όψεις του κόμητος, του μέλλοντος να καταπλεύση την επιούσαν μετά του υπ' αυτόν στόλου και κομίση την ευδαιμονίαν εις τους κατοίκους της Ρόδου, ιδών την ατονίαν μεθ' ής εβάδιζεν ο Βράγγης, ενόησεν ότι ήτο κεκμηκώς και συμπεράνας ότι έμελλε να σταθή μετ' ολίγον όπως αναλάβη δυνάμεις παρηκολούθησε μακρόθεν αυτόν.

Κ' επιστρέφουσαν εις την πόλιν ηκολούθησες μακρόθεν την Πολύμνιαν, την οποίαν είχες ιδεί μειδιώσαν προς την τρέλλαν του παιδικού σου φίλου, και την είχες ακούσει ψιθυρίζουσαν: «Τι παράξενο παιδί, αυτός ο ΧριστοδουλήςΔεν ήτο αύτη η μόνη φορά, καθ' ην ο Χριστοδουλής ερρίφθη εις το ύδωρ με όλα τα ενδύματά του προ των οφθαλμών της Πολυμνίας ή και χάριν αυτής.

Σάτυρος είμαι· σ' όλα γελάω. Τον ίδιο Μώμο δεν τον ψηφάω. Μακρόθεν στάκα· μη με πειράξης. Τι σε δαγκάνω, και θα φωνάξης. Ένας κάπιος μια φορά, Μου είπε· φίλε Σάτυρε· Τη γλώσσα σου καμπόσο Να κόντευες, ως τόσο. Και με μούτρα σοβαρά Τέντωσε το δάχτυλο, Ως μέτρο να διορίση Στη φρόνιμη του κρίσι.

Και όμως η μητέρα του δεν ηδύνατο να τον βλέπη. Εκόπτοντο τα ήπατά της. Εις τα βάθη της ψυχής της εσχηματίσθη πεποίθησις, ότι δεν θ' απέφευγε την συνάντησιν προς την τελευταίαν δυστυχίαν της, ήτις μακρόθεν ωρύετο εγγίζουσα, ως λέων ζητών ν' αρπάση τινά, να καταπίη τινά ακόμη.

Ο σκύλος αισθανθείς μακρόθεν την παρουσίαν της, ήρχισε να γαυγίζη. Είχεν έλθει άρα, πλησίον εις το κατάλυμα της παρελθούσης νυκτός χωρίς να το σκεφθή! Και τώρα μόνον ήρχισε να το σκέπτεται. Έως την στιγμήν το ένστικτον την είχεν οδηγήσει.

Εάν δεν υπήρχον κτίσται, ο πατέρας του δεν θα του έκτιζε σπίτι· και αφού δεν θα του έκτιζε σπίτι, δεν θα υπήρχε λόγος ναναβληθή ο γάμος του. Το μειδίαμα το οποίον μακρόθεν του έπεμπεν η Πηγή, διερχομένη ή πλύνουσα εις τον ποταμόν, ήτο ισχνή τροφή διά την γενναίαν όρεξιν του Μανώλη.

Καίτοι ουδείς ωμίλει ίνα παρηγορήσει τον Ιησούν, καίτοι βαθεία λύπη και τρόμος και κατάπληξις τους ετήρει αφώνους, όμως υπήρχον καρδίαι μεταξύ του πλήθους πάλλουσαι εν συμπαθεία προς τον φοβερόν Πάσχοντα. Μακρόθεν ίσταντο γυναίκές τινες θεωρούσαι, και ίσως εν τη φοβερά ώρα, περιμένουσαι την άμεσον απελευθέρωσίν Του.

Έκλεισε πάλιν αυτούς ελπίζων ότι ήθελεν επανίδει την ποθεινήν εικόνα. Ουδέν. Εν τούτοις η γλυκεία εντύπωσις έμενεν. Ο νέος ήλπιζεν ότι ηδύνατο εισέτι να την επανίδη. Φευ! η Αϊμά έφευγε. Την είδε πάλιν, αλλά φεύγουσαν. Ήτο εντός πλοίου, όπερ ορμητικώς απεμακρύνετο εκ της παραλίας, ο δε Μάχτος, ως τω εφαίνετο, ίστατο όρθιος επί της ακτής, και την απεχαιρέτιζε μακρόθεν.

Συνείθιζε δε εις την οδόν, ότε έβλεπε μακρόθεν προσερχόμενον διαβάτην, να αρχίζη συχνόν και παρατεταμένον γογγυσμόν, όστις έπαυεν ευθύς ως ο διαβάτης παρήρχετο. Η τοιαύτη γραία, οσάκις συνήντα την Αϊμάν, αν μάλιστα ετύγχανεν επιστρέφουσα εξ αποτυχούσης επιδρομής, οίαν περιεγράψαμεν ανωτέρω, εξέσπα κατά της αθώας νεανίδος πάσαν την οργήν και την λύσσαν της αποτυχίας, ως να της έπταιεν αυτή τίποτε.

Όπου ατομική ανομία, όπου κοινωνική έκλυσις, όπου εθνική διαφθορά, εκείσε οι αετοί οι τιμωροί απεσταλμένοι της θείας Δίκης διευθύνουσι μακρόθεν την πτήσιν των. Η Ιερουσαλήμ, ως και όλον το Ιουδαϊκόν έθνος ταχέως έπιπτεν εις την διάλυσιν την προερχομένην εκ σήψεως εσωτερικής· και ήδη ο κτύπος των πτερύγων του αρπακτικού ορνέου ηκούετο εις τον αέρα.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν