Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Και από της ξηράς έβλεπον τότε, πράγμα απίστευτον, φουστανέλλαν κυβερνώντα την λέμβον. Την φοράν όμως ταύτην δεν είχεν επιβάτην κανένα χερσαίον. Αίφνης βλέπει βασιλικόν πλοίον ερχόμενον αντίπρωρα αυτού. Ήτο η «Σαλαμινία» πιθανώς. Ίσως να ήτο η «Πληξαύρα» ή η «Αφρόεσσα».

Ο γέρων δεν έκλαιεν, αλλ' η έκφρασις του προσώπου του εμαρτύρει άλγος βαθύτερον ή όσα δάκρυα ηδύνατο να χύση. Ο ιατρός και η υπηρέτρια, ησύχως θρηνούσα, τον συνώδευον. Οι επί του καταστρώματος ολίγοι θεαταί της σπαραξικαρδίου εκφοράς, ηκολουθήσαμεν διά των οφθαλμών την νεκροφόρον λέμβον, μέχρις ου την απέκρυψαν παρά την προκυμαίαν τα άλλα εντός του λιμένος πλοία. Είχα φθάσει την νύκτα εις Κρήτην.

Ας πανα περνούσε και για Σκλαβούνος! Αυτός διάφορο δεν είχε. Ως ο κατάδικος εις το ικρίωμά του, ως ο κοχλίας εις το κέλυφός του, ο μπάρμπ’-Αλέξης ήτο προσηλωμένος εις την λέμβον του. Εταξείδευε μεταξύ Μιτζέλας, Στυλίδος, Λιχάδος, Ωρεών και Αιδηψού. Διεπόρθμευε κάτι μικρά εμπορεύματα, σπανίως επιβάτας.

»Από το περιστύλιον, όπου εγκατεστάθην διά να σου γράψω, βλέπω τον γαλήνιον κόλπον μας και τον Ούρσον εις μίαν λέμβον, έτοιμον να ρίψη το δίκτυόν του εις το φωτεινόν κύμα. Πλησίον μου έχω την Λίγειαν, την γυναίκα μου, η οποία εκτυλίσσει ένα κουβάρι ερυθρού νήματος, και εις τους κήπους, υπό την σκιάν των αμυγδαλεών, ακούω τα άσματα των δούλων μας.

Διά τούτο όταν μετέβαινον εις την Μονήν το θάρρος των ήτο στερεόν και ακλόνητον. Αλλ' από της εξαφανίσεως του θυρωρού συνεταράχθησαν κ' εν βία ενήργουν. Εκλονίσθη η καρδία των κ' εν απεριγράπτω φόβω ανέβαινον το βουνόν, θέλοντες να επανέλθωσιν εις τον έρημον της Κεχρεάς όρμον, όπου είχον αποκρύψει την λέμβον των. Από της αγρίας εκείνης ακτής μέχρι του Μοναστηρίου η απόστασις είνε δίωρος.

Ούτως εις διάστημα τριών ωρών εκαθαρίσθησαν τρεις δεκάδες όπλων, δι' ων ωπλίζοντο τας εκτάκτους αυτάς νύκτας αι βάρδιες της μικράς νήσου. Την επαύριον έδειξε σημεία ζωής και ο λιμενάρχης, εμφανισθείς πρώτην φοράν εις την αγοράν και διατάξας να ετοιμάσωσι μίαν πολεμικήν λέμβον, ην είχεν αφήσει εκεί η «Ματθίλδη» πανάρχαιον πολεμικόν πλοίον.

Κι' ιδών ότι ο ήλιος έκλινε πολύ προς δύσιν, ενθυμήθη τον σκοπόν του ταξειδίου του, τα δέκατα: — Να μη φρεσκάρη ο μαΐστρος και κλεισθούμε! Το μανδήλιόν του ήτο πλέον βαρύ-βαρύ εκ των οστρακοδέρμων. Απεφάσισε να επανέλθη εις την λέμβον.

Τι του είχεν έλθει; Και ούτε εξήλθεν εις την ξηράν διά ν' αλλάξη, όπου άλλως δεν θα εύρισκεν ενδύματα, αλλ' ηκολούθησε κολυμβών το απομακρυνθέν πλοίον, με το υποκάμισον και την περισκελίδα φουσκωμένα ως πανία βάρκας, υπεράνω της επιφανείας της θαλάσσης, είτα δε ανελθών εις λέμβον, εζήτησε διά νευμάτων από τους επί του πλοίου θριαμβευτικώς αλαλάζοντας παίδας να του ρίψωσιν ενδύματα· μικρός μούτσος ευσπλαγχνισθείς, του έρριψεν υποκάμισον και περισκελίδα ιδικά του, και ο Χριστοδουλής, αφού ήλλαξε, προσεκολλήθη εις μίαν των πλευρών, και πιασθείς από σχοινίον, ανήλθε θριαμβεύων εις το υψηλόν και ανερμάτιστον σκάφος.

Πάραυτα έστειλε προς αναζήτησιν του μούτσου, τον οποίον μετά πολλάς ματαίας ερεύνας εις τα καπηλεία της αγοράς, εύρον τέλος εις μίαν παράμερην ταβέρναν, από τον μέσα δρόμον. Ο πλοίαρχος παρήγγειλεν εις δύο των συντρόφων του, οίτινες ελάμβανον αναψυχήν κατ' οίκον, να δανεισθώσι λέμβον τινά όπως ανέλθωσιν εις την σκούναν και καταβιβάσωσιν από το κατάστρωμα την μεγάλην σκαμπαβίαν με τα έξ κουπιά.

Αλλ' η μήτηρ του σιωπώσα ήρχισε να κλαίη. Τα σιωπηλά αυτά δάκρυα τόσην εντύπωσιν επροξένησαν εις την ευαίσθητον ψυχήν του νέου Βασιγκτώνος, ώστε αμέσως επαναφέρει το κιβώτιον από την λέμβον εις την οικίαν, και θυσιάζει προθύμως τον ναυτικόν έρωτά του ενώπιον της υιικής του αγάπης.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν