United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εφονεύθησαν δε από μεν τους εχθρούς εκατόν εβδομήκοντα, από ημάς δε ο πλοίαρχος, ο οποίος ελογχίσθη εις την ράχην με κόκκαλον μπαρμπουνιού. Εκείνην την ημέραν και την νύκτα εμείναμεν εις το στρατόπεδον και ως τρόπαιον εστήσαμεν μίαν ραχοκοκκαλιάν δελφίνος, την οποίαν εκαρφώσαμεν εις την γην. Την επομένην και οι άλλοι μαθόντες τα γενόμενα ήλθαν να μας πολεμήσουν.

Αλλ' ο ψυχρός αήρ είχε καταστήσει δύσκαμπτα ως κόκκαλον τα λεπτά και πλήρη χιόνος ενδύματά της· οι πόδες και αι χείρες της είχον γίνει από ερυθρών λευκότατοι, η κεφαλή της επόνει σφοδρότατα. Έκαμεν εντούτοις ολίγα βήματα κ' έπεσε τέλος χαμαί μετά του αδελφού της. — Γιάννο! καϋμένε, Γιάννο! εψιθύρισεν ασθενώς.

ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Όχι, αυθέντα μου καλέ, δεν έχω. ΡΩΜΑΙΟΣ Δεν πειράζει. Τρέξε να εύρης άλογα. Ευθύς κ' εγώ θα έλθω. Απόψε, Ιουλιέτα μου, μαζή σου θα πλαγιάσω! Προχθές τον είδα. Βότανα εμάζευε σκυμμένος, με ξεσχισμένον φόρεμα, με φρύδια σουφρωμένα· τον είχε ως το κόκκαλον η πτώχεια φαγωμένον.

Αλλ' ότε απέθανεν η Βεάτη, ο ατυχής Χόμο δεν είχε πλέον τινά, όστις να τω ρίπτη έν κόκκαλον. Προέβλεπε δε ότι έμελλε να έχη κακά γηρατεία. Οργισθείς λοιπόν υπερέβη τα σύνορα και ηυτομόλησε προς τον Θευδάν, αρχαίον γνώριμόν του, όστις τον εγηροκόμησεν εξαιρέτως.

Είναι τ' αδράχτιαν των τροχών από αράχνης πόδια, κι απ' των ακρίδων τα πτερά του αμαξιού ο θόλος· απ' αραχνιάν ψιλήν ψιλήν τα χαλινάρια είναι· τα ζυγολούρια από υγρήν ακτίνα της Σελήνης· η μάστιξ γρύλλου κόκκαλον, και πάχνη το σχοινί της. Και ένας κούνουπας ψαρός ο αμαξάς της είναι, μικρός μικρός, 'σαν το 'μισόν απ' ένα σκουληκάκι οπού τσιμπά το δάκτυλον μιας οκνηρής κοπέλας.

Η Τζελίκα έμενε μεγάλως θυμωμένη διά την αυθάδειαν του Φακύρη, και αμπώχνοντάς τον του λέγει· Τρισάθλιε, σου έπρεπε διά την τόλμην σου να βάλω τους σκλάβους μου να μη σου αφήσουν κόκκαλον εις το κορμί γερόν· μα το σέβας που φέρω εις τον φίλον σου, με εμποδίζει να το βάλω εις πράξιν. Και έτσι λέγοντας εμπουλώθη και εβγήκεν θυμωμένη από τον χοντζερέ μου.

Αλλ' η διαγωγή του Τρέκλα προς τον Χόμο ηδύνατο ου μόνον παρά τοις κυσί, αλλά και παρά τοις ανθρώποις να χαρακτηρισθή ως επίμεμπτος. Σπανίως τω έρριπτε κόκκαλόν τι, συχνότατα όμως τω επεδαψίλευε μαστιγώσεις. Και όμως ο Χόμο δεν απέκαμνε να υπομένη τας δυστροπίας του, εκάθητο δε παρά τους πόδας αυτού μετά παραδειγματικής εγκαρτερήσεως.

Άπαξ όμως είχεν οργισθή πολύ, και απεφάσισεν αντί πάσης θυσίας να τον φθάση. Έρριψε ρόπαλόν τι κατόπιν του, αλλ' ο Χόμο υπερεπήδησε τον ρύακα και έφυγεν. Ο Τρέκλας έτρεχε κατόπιν του, και προσεποιείτο ότι έχει να τω δώση έν κόκκαλον. Αλλ' ο Χόμο δεν ηπατάτο ευκόλως. Ενόει καλώς ότι ο σκοπός του Τρέκλα ήτο εχθρικός.

Ο Παλούκας έπεσε βαρύς, εκτύπησεν εις το γόνυ, ανετράπη, ανωρθώθη, έψαυσε τα μέλη του, και βεβαιωθείς ότι δεν του είχε σπάσει κανέν κόκκαλον, ετράπη εις φυγήν, τρέχων προς το άλλο μέρος του αυλογύρου, όπου είξευρεν ότι ο περίβολος εκλείετο από απλούν φράκτην, συγκοινωνών προς την αυλήν συγγενικής οικίας. Ο δούπος της πτώσεως του ηκούσθη εκείθεν του τοίχου της αυλής.

Την απεχαιρέτησεν, εφίλησε τα τέκνα τουτο μεγαλείτερον εκ των τριών ήτο δέκα ετών και απήλθεν. Δεν ηθέλησε να παραβή τον λόγον του πνευματικού, κ' εδέχθη τον γέρο- Πέτρον ως συνοδίτην. Ο Γέρο-Πέτρος, μοναχός με πενιχρά ράσα, έλεγεν ότι ήτο 98 ετών. Ίσως έπεφτε όρτσα καμμίαν δεκάδα. Ήτο ακμαίος, ηλιοκαής, με σφιχτόν κόκκαλον, ηλιοκαής και σκυτοδεμένος.