Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Ιουλίου 2025


Η Πόλη, δεν είναι η Πόλη όπως την ήξερα· είμαι ε γ ώ. Δεν υπάρχει πια η Πόλη. Στην Πόλη ξύπνησαν και άναψαν μέσα μου όλες οι παλιές οι ταραχές μου και αποκάηκαν, και δεν απόμεινε μέσα μου παρά η στάχτη. Ήμουν κουρασμένος και ψυχρός, και κοίταζα με απονιά την Πόλη, όταν έβγαινε το πλοίο μου από το Βόσπορο· και ίσως ήμουν έτοιμος να θελήσω μεγάλα έργα ελληνικά για τα ερχόμενα χρόνια.

Πρέπει να παραπάτησε πηδώντας από μεγάλο βράχο. Λίγο παρακείθε βλέπω κι άλλον Τούρκο που έτρεχε καταπάνω μου με στα μάτια του άγρια χαρά. Τρομερός στοχασμός με περνάει σαν αστραπή. Βρέθηκ' αμέσως ολόρθιος, πηδηχτός, πεταχτός, ζαρκάδι μοναχό. Κατέβαινα, το βουνό κατρακυλιστά. Μια φορά δεν κοίταζα πίσωθέ μου. Είμουνα σε λίγες στιγμές στο χωριό. Άλλη μια στιγμή, και χώθηκα στην αυλή μας.

Έπειτα όταν ξαναπλέαμε όξω με το νυχτερινό αεράκι, μου πλημμύρισε την ψυχή με άρρωστη θλίψη μια προαίστηση, μια προαίστηση εκείνου, που δεν πίστευα πως θα γίνη ποτέ. Κοίταζα προς το μέρος της βάρκας εκεί που είτανε καθισμένη η Έλσα. Μου φάνηκε πως το μέρος είταν άδειο και πως έπλεα μόνος σε ασάλευτα νερά, που είχαν όψη αλλιώτικη από κείνη που τους δίνει το ημερινό φως.

Σύρθηκα μέσα στη σάλα κι έπεσα, σ' ένα διβάνι. Έφτασε κι ο Γιώργος ανήσυχος, τρελλός. Γιώργο μου, Γιώργο μου, να φύγουμε απ' αυτόν τον φονικότοπο, γρήγορα, γρήγορα. Τέλος πάντων ζητήσαμε τηλεγραφικώς τη μετάθεσή μας κ' ελπίζομε να γείνη αύριο μεθαύριο, κι όπου φύγη, φύγη. Ελησμόνησα να σου πω, πως σκοτώθηκαν γιατί νόμισαν πως κοίταζα τον ένα περισσότερο απ' τον άλλο.

Ναύτης στα νιάτα του, τον αψηφούσε το βοριά σα στεκότανε με τις ώρες στους τέσσερεις δρόμους μπροστά στο φορτωμένο τραπέζι του, προσκαλώντας τον κάθε διαβάτη ναγοράση τα μπαγιάτικά του λουκούμια. Τον κοίταζα κάποτες από μακριά και συλλογιούμουνα, σαν τι λογής αγόρι να φαίνουνταν τη μέρα που μίσευε από το φτωχικό του τόπο με την ευκή της μαύρης του μάννας!

Άλλα δυο χρόνια πρέπει να κολυμπούσα στα παιδιακήσια μου χρόνια σαν ψάρι στα γαλανά του νερά, και κόσμο δεν έβλεπα παρά σαν πηδούσα κάποτες απάνω στο κύμα και κοίταζα στον αέρα πότε αχτίδες, πότε σκοτάδι. ΣΗΜ. Κ' εδώ αφίνουμε μερικές σελίδες. Περνούσαν ως τόσο τα χρόνια. Τον ένοιωθα πια τώρα τον εαυτό μου.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν